Του Σωτηρίου Καλαμίτση.
Ουκ ολίγες είναι οι φορές που στελέχη του ΔΝΤ έχουν παραδεχθεί ότι το ελληνικό πρόγραμμα απέτυχε. Το ακούμε και συνεχίζουμε τον δρόμο μας σαν να μη συμβαίνει τίποτε. Τσιμουδιά. ΄Αχνα για ευθύνες και αποζημιώσεις. Η μόνη εξήγηση που μπορώ να δώσω στην ένοχη σιωπή όλων είναι πως αν ζητηθούν ευθύνες από το ΔΝΤ, θα ζητηθούν ευθύνες και από τις ελληνικές [τρόπος του λέγειν] κυβερνήσεις που δέχονταν αδιαμαρτύρητα τα προγράμματα του ΔΝΤ και της όλης τρόϊκα. Θυμάμαι και έχω γράψει και ξαναγράψει ότι τόσον ο ΓΑΠ όσο και ο Σαμαράς έλεγαν από το 2009: «αν μειώσω μισθούς και συντάξεις, αν αυξήσω τους φόρους, θα μειωθεί η κατανάλωση, θα αυξηθεί η ανεργία και θα επέλθει ο φαύλος κύκλος της ύφεσης». Παρά ταύτα όλες οι κυβερνήσεις από το 2009 ακολουθούν την ίδια συνταγή: μείωση μισθών και συντάξεων, αύξηση φόρων, ήτοι μείωση της αγοραστικής δύναμης, άρα της κατανάλωσης, άρα αύξηση της ανεργίας και, κατ’ επέκταση, ύφεση. Για την ανταγωνιστικότητα ρε γαμώ το. Αλήθεια, την ξεχάσαμε την ανταγωνιστικότητα. Πού να ‘ναι άραγε;
Εγώ θα αντιγράψω και σήμερα. Ένα τμήμα από το βιβλίο του Λ. Σταυριανού «Ιστορία του ανθρώπινου γένους». Έκδοση του 1984 για την Α΄Λυκείου. Δεν μπορεί αυτά να μην τα εγνώριζαν οι αν-εγκέφαλοι της τρόϊκα, αλλά και των ελληνικών [τρόπος του λέγειν] κυβερνήσεων. Γράφει, λοιπόν, στις σελίδες 131-132 ο Λ. Σταυριανός:
«Μπορούμε να δούμε γιατί γίνεται αυτό εξετάζοντας την περίπτωση της Βραζιλίας, μιας τεράστιας και πλούσιας σε φυσικούς πόρους χώρας. Μια στρατιωτική δικτατορία επιβλήθηκε στη Βραζιλία το 1964 και οι στρατηγοί γρήγορα εφάρμοσαν ένα πρόγραμμα, για να προσελκύσουν βιομηχανίες από το εξωτερικό. Το αντάλλαγμα που πρόσφεραν αυτοί ήταν γενναιόδωροι οικονομικοί όροι, άφθονοι φυσικοί πόροι και πολύ χαμηλά ημερομίσθια που τα διατηρούσαν σε αυτό το επίπεδο με στρατιωτική διαταγή. Στην αρχή φάνηκε ότι οι στρατηγοί ακολουθούσαν τον σωστό δρόμο. Μια άνοδος στην οικονομία της χώρας ξεκίνησε το 1968, καθώς πολυεθνικές εταιρείες και δάνεια από ξένες τράπεζες άρχισαν να εισρέουν στη χώρα. Η αύξηση του Α.Ε.Π (Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν) ανέβηκε απότομα στο 10% ετησίως. Η επικοινωνία ανάμεσα στην αχανή ενδοχώρα και τα παράλια διευκολύνθηκε με ένα νέο οδικό και σιδηροδρομικό δίκτυο. Καινούργιες βιομηχανικές μονάδες ανεγέρθηκαν για την παραγωγή χάλυβα, αυτοκινήτων, υφασμάτων, τσιμέντου, παπουτσιών, κτλ. Το «Βραζιλιάνικο θαύμα» όπως ονομάστηκε, υμνήθηκε ως υπόδειγμα για τον υπόλοιπο Τρίτο Κόσμο.
Το 1974 όμως το οικοδόμημα κατέρρευσε. Από εκεί και πέρα η Βραζιλία πήρε τον κατήφορο. Πολλοί κατηγόρησαν τον ΟΠΕΚ για την αύξηση της τιμής του πετρελαίου. Αλλά οι ρίζες της οικονομικής κατάρρευσης είναι πολύ βαθύτερες. Ο βασικός λόγος για τα οικονομικά προβλήματα της Βραζιλίας είναι ο ίδιος με αυτόν του Πρώτου Κόσμου, δηλαδή η ζήτηση δεν κρατήθηκε στο επίπεδο της προσφοράς.
Οι στρατηγοί διατήρησαν τα ημερομίσθια σε χαμηλά επίπεδα για να προσελκύουν ξένους επενδυτές που πραγματικά έσπευσαν να επωφεληθούν. Αλλά τα χαμηλά ημερομίσθια είχαν ως αποτέλεσμα τη χαμηλή αγοραστική δύναμη. Μόνο η μικρή μειονότητα των μεσαίων και ανώτερων τάξεων μπορούσαν να αγοράσουν αγαθά. Το 1974 είχαν αγοράσει όλα τα αυτοκίνητα, σπίτια και ψυγεία που χρειάζονταν. Φυσικά οι κατώτερες τάξεις χρειάζονταν αναγκαία πράγματα όπως ρουχισμό, παπούτσια και φάρμακα, αλλά μόνο λίγα από αυτά μπορούσαν να αγοράσουν με τα χαμηλά τους ημερομίσθια. Έτσι λοιπόν η αύξηση του Α.Ε.Π. έπεσε από 10% στο 4% το 1975 και από τότε έπεφτε συνεχώς. Ταυτόχρονα η κατάσταση χειροτέρεψε από την παγκόσμια οικονομική κρίση που μείωσε την αγορά στο εξωτερικό για Βραζιλιάνικες εξαγωγές είτε σε βιομηχανικά προϊόντα είτε σε πρώτες ύλες. Όλες οι χώρες του Τρίτου Κόσμου έχουν πληγεί από την απότομη πτώση στις τιμές των πρώτων υλών που παράγουν.
Ενώ οι στρατηγοί της Βραζιλίας κρατούσαν τα ημερομίσθια σε χαμηλά επίπεδα, ο πληθωρισμός ανέβαζε τις τιμές στα ύψη. Το αποτέλεσμα ήταν ότι το Α.Ε.Π. στη Βραζιλία ανέβηκε στο 56% μεταξύ του 1965 και 1974 αλλά η πραγματική αξία του ελάχιστου ημερομίσθιου έπεσε στο 55%. Έτσι ένας εργάτης ήταν αναγκασμένος να δουλεύει διπλά το 1974 από όσο το 1965, για να αγοράσει την ίδια ποσότητα τροφίμων. Αυτός είναι ο λόγος που ο υποσιτισμός είναι συνηθισμένο φαινόμενο στη Βραζιλία σήμερα, παρά το γεγονός ότι συντελέστηκε το «Βραζιλιάνικο θαύμα». Πολλά παιδιά δεν γνωρίζουν παιδική ηλικία, γιατί πρέπει να δουλέψουν από τα δέκα τους χρόνια. Ο μισός αριθμός των παιδιών πάνω από 10 χρονών κόβουν ζαχαροκάλαμο, φτιάχνουν τούβλα, δουλεύουν στις αγορές, καθαρίζουν σπίτια και κάνουν μικροθελήματα στους δρόμους.
Τόσο μεγάλη είναι η εκμετάλλευση και η αδικία, που οι Καθολικοί επίσκοποι και αρχιεπίσκοποι της Βραζιλίας δήλωσαν δημόσια ότι η χώρα υποφέρει από υποσιτισμό, παιδική θνησιμότητα, πορνεία, αμορφωσιά, ανεργία, πολιτιστική και πολιτική ανισότητα. Έτσι κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι «το λεγόμενο οικονομικό θαύμα (της Βραζιλίας) είναι απλώς ένα μέσο, για να κάνει τους πλούσιους πλουσιότερους και τους φτωχούς φτωχότερους». Οι Καθολικοί ηγέτες προειδοποίησαν ότι «η Εκκλησία δεν μπορεί πλέον να παραμείνει σιωπηλή περιμένοντας με απάθεια την ώρα των αλλαγών».
Εφ'όσον οι Καθολικοί ηγέτες αδυνατούσαν να παραμένουν αμέτοχοι και ήσυχοι, δεν ήταν δυνατό να σωπάσουν οι απλοί άνθρωποι που ήταν και τα θύματα. Τον Απρίλη του 1983 οργισμένα πλήθη στο Σάο Πάολο και Ρίο Ιανέϊρο λεηλάτησαν καταστήματα, έκαψαν οχήματα και επιτέθηκαν σε κυβερνητικά κτίρια. Και στις δύο πόλεις η κατακραυγή ήταν για ψωμί και δουλειά. Το ξέσπασμα αυτό συνέβη, γιατί το 1983 το χρέος της Βραζιλίας σε χώρες του εξωτερικού ανέβηκε απότομα στα 90 δισεκατομμύρια δολλάρια, που ήταν το μεγαλύτερο χρέος στον κόσμο. Οι ξένες τράπεζες χορηγούσαν περισσότερα δάνεια, για να μπορεί η Βραζιλία να πληρώσει τον τόκο των παλιών δανείων. Αλλά οι τράπεζες χορηγούσαν τα δάνεια μόνο με τον όρο ότι η Βραζιλιανή Κυβέρνηση θα μείωνε την παροχή κοινωνικών υπηρεσιών για την εξοικονόμηση χρημάτων και την εξόφληση των χρεών. Εφόσον το βιοτικό επίπεδο ήταν ήδη τόσο χαμηλό, ο λαός αντέδρασε με διαδηλώσεις και ταραχές.
Τα γεγονότα στη Βραζιλία έχουν ιδιαίτερη σημασία, επειδή η κατάσταση είναι πανομοιότυπη με άλλες χώρες του Τρίτου Κόσμου, όπως με το Μεξικό, την Ινδονησία και τη Νιγηρία. Όλες αυτές οι χώρες είναι πλούσιες σε φυσικούς πόρους. Όλες χρεώθηκαν υπερβολικά με υψηλά επιτόκια για την κατασκευή βιομηχανιών και σιδηροδρόμων. Όλες διατήρησαν τα ημερομίσθια χαμηλά, για να προσελκύσουν ξένους επενδυτές. Όλες αδυνατούν να βρουν αγορές στο εξωτερικό για τα βιομηχανικά προϊόντα και τις πρώτες ύλες τους. Έτσι τώρα αντιμετωπίζουν το δίλημμα των ανεπαρκών αγορών και στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Να γιατί τα εργοστάσια στον Τρίτο Κόσμο, όπως και στον Πρώτο Κόσμο, κλείνουν ή υπολειτουργούν, ενώ οι εργάτες χρειάζονται δουλειά κι ο κόσμος έχει ανάγκη από προϊόντα που θα μπορούσαν να παράγουν τα εργοστάσια».
Σώτος - Έλλην ζων στον τρίτο κόσμο του.