Γράφει ο F. William Engdahl για το New Eastern Outlook.
Πηγή :https://kostasxan.blogspot.gr/2016/08/blog-post_443.html
Θα είναι η Ουγγαρία η επόμενη χώρα που θα βγει από την δυσλειτουργική Ευρωπαϊκή Ένωση; Το θέμα δεν είναι καθόλου τόσο ακραίο όσο μοιάζει.
Στις 2 Οκτωβρίου, οι Ούγγροι πολίτες θα συμμετάσχουν σε εθνικό δημοψήφισμα, για να δηλώσουν εάν συμφωνούν ή όχι με την αναγκαστική εγκατάσταση μεταναστών στην Ουγγαρία από την ΕΕ. Πρόκειται για ένα σημαντικό ζήτημα, που αγγίζει άμεσα τον περήφανο και ανεξάρτητο αυτόν λαό, ο οποίος, μετά από 150 χρόνια οθωμανικής κυριαρχίας και πολέμους με την Αυστρία των Αψβούργων, οδηγήθηκε στον αυστρο-ουγγρικό συμβιβασμό του 1867 και την ειρηνική συνύπαρξη υπό την διπλή μοναρχία της Αυστροουγγαρίας.
Το 1945 οι Ούγγροι εντάχθηκαν στην σφαίρα επιρροής της Σοβιετικής Ένωσης, αρχικά υπό τον αυταρχικό Ματίας Ράκοσι, μέχρι που η Ουγγαρία έγινε η πρώτη κομμουνιστική χώρα του Συμφώνου της Βαρσοβίας που αυτοακηρύχθηκε συνταγματική δημοκρατία, τον Οκτώβριο του 1989, και άνοιξε τα σύνορά της με την Αυστρία, ενεργοποιώντας έτσι το ντόμινο που οδήγησε στην πτώση του καθεστώτος της Ανατολικής Γερμανίας, στη συνέχεια ολόκληρου του Συμφώνου της Βαρσοβίας και τελικά της Σοβιετικής Ένωσης.
Είναι γνωστό ότι οι Ούγγροι, ανέκαθεν χωνευτήρι εθνοτικών ομάδων, ήταν ο πρώτος λαός στον κόσμο, του οποίου το κοινοβούλιο θέσπισε νόμους εθνοτικών και μειονοτικών δικαιωμάτων το 1849. Δεν πρόκειται για λαό παθητικό, ιδιαίτερα όταν διαισθάνεται ότι κάτι δεν πάει καλά με τον τρόπο που τον μεταχειρίζονται. Αυτό ακριβώς ισχύει και σήμερα, όσον αφορά στην οδηγία των Βρυξελλών που η Ουγγαρία και άλλα κράτη μέλη της ΕΕ καλούνται να αποδεχθούν, μια οδηγία η οποία προβλέπει την είσοδο ενός καθορισμένου από τις Βρυξέλλες αριθμού προσφύγων και την ανάληψη όλων των εξόδων τους, είτε το θέλουν οι χώρες, είτε όχι. Οι χώρες που αρνούνται να αναλάβουν τις “υποχρεώσεις” τους θα αντιμετωπίζουν σοβαρές οικονομικές κυρώσεις.
Το 2015 περίπου 400.000 μετανάστες έφθασαν στην Ουγγαρία, πριν από την κατασκευή ενός συρμάτινου φράκτη ύψους 4 μέτρων στα σύνορα με τη Σερβία. Οι μισοί από αυτούς (200.000 περίπου) προσπάθησαν να διεκδικήσουν άσυλο στην Ουγγαρία, αλλά μετά από κρατικές διαδικασίες, μόνο σε 264 πρόσφυγες χορηγήθηκε πολιτικό άσυλο. Από την ανέγερση του φράκτη και μετά, η εισροή μέσω της λεγόμενης βαλκανικής οδού έχει σχεδόν σταματήσει. Η αυστριακή κυβέρνηση αποφάσισε επίσης να συνεργαστεί με την κυβέρνηση Ορμπάν, αρχίζοντας περιπολίες των κοινών συνόρων τους.
Με το μέρος της Ουγγαρίας, στην αντίσταση κατά της οδηγίας των Βρυξελλών για την υποχρεωτική ποσόστωση που αφορά στην υποδοχή προσφύγων, τάχθηκαν η Τσεχία, η Σλοβακία και η Πολωνία, με αποτέλεσμα να συσταθεί η λεγόμενη ομάδα των “Τεσσάρων του Βίσεγκραντ” . Μέχρι στιγμής, μόνο η Ουγγαρία έχει αποφασίσει να διεξαγάγει εθνικό δημοψήφισμα για το θέμα. Οι δημοσκοπήσεις ήδη δείχνουν ότι πάνω από 66% των πολιτών είναι αντίθετοι με τις υποχρεωτικές ποσοστώσεις, μεταξύ των οποίων και ο ίδιος ο Ορμπάν, ο οποίος τους προέτρεψε να ψηφίσουν “όχι”.
Ο ευθαρσής πρωθυπουργός της Ουγγαρίας, Βίκτορ Ορμπάν, ο μόνος πρωθυπουργός από το 1989 που ολοκλήρωσε μια πλήρη θητεία και επανεξελέγη, είναι πολύ δημοφιλής μεταξύ των Ούγγρων για την θαρραλέα στάση του εναντίον των εσφαλμένων πολιτικών που υπαγορεύονται από τις Βρυξέλλες. Πολλοί Ούγγροι τον βλέπουν ως έναν σύγχρονο Δαβίδ, ο οποίος στέκει αντιμέτωπος με έναν κατά πολύ πιο σωματώδη Γολιάθ: την απρόσωπη και μη εκλεγμένη Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Στο δημοψήφισμα της 2ας Οκτωβρίου οι Ούγγροι θα απαντήσουν στο εξής ερώτημα: “Θέλετε η Ευρωπαϊκή Ένωση να καθορίζει την υποχρεωτική εγκατάσταση μη Ούγγρων πολιτών στην Ουγγαρία, ακόμη και χωρίς την συγκατάθεση του Κοινοβουλίου”;
Ορμπάν: “Άμεσος κίνδυνος τρομοκρατίας ...”
Σχετικά με το επίμαχο θέμα των προσφύγων, ο Ορμπάν δεν μασάει τα λόγια του: “Η Ουγγαρία δεν χρειάζεται ούτε έναν μετανάστη για να λειτουργεί η οικονομία της, ή για να διατηρηθεί ο πληθυσμός της στα ίδια επίπεδα, ή για να έχει η χώρα μέλλον”, δήλωσε σε πρόσφατη συνέντευξή του. Αντίθετα, “κάθε μετανάστης αποτελεί εν δυνάμει κίνδυνο για την δημόσια ασφάλεια και την έξαρση της τρομοκρατίας. Γι’ αυτό ακριβώς δεν υπάρχει ανάγκη για μια κοινή ευρωπαϊκή μεταναστευτική πολιτική. (...) Όποιος χρειάζεται μετανάστες μπορεί να τους έχει, αλλά μην αναγκάζετε εμάς να τους δεχθούμε. Δεν τους χρειαζόμαστε”. Όσον αφορά την Ουγγαρία, δήλωσε σε μια συνέντευξή του στο RT: “Η μετανάστευση δεν αποτελεί λύση, αλλά πρόβλημα. (...) Εμείς δεν το χρειαζόμαστε και δεν πρόκειται να το δεχθούμε”. Η ουγγρική κυβέρνηση επιμένει ότι το δικαίωμα αποφάσεων στα θέματα των προσφύγων θα πρέπει να ανήκει αποκλειστικά στις εθνικές κυβερνήσεις.
Στα πλαίσια των δράσεων της ομάδας των “Τεσσάρων του Βίσεγκραντ”, τον περασμένο Δεκέμβριο, η Ουγγαρία κατέθεσε αγωγή στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, με σκοπό να ματαιώσει την προσπάθεια της ΕΕ να αναδιανείμει τις εισερχόμενες αφίξεις προσφύγων σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η απόφαση δεν αποκλείεται να βγει μετά από χρόνια. Το δημοψήφισμα έχει ως στόχο να υπάρξει μια ευρεία λαϊκή εντολή κατά της προσπάθειας για αναγκαστική ποσόστωση εκ μέρους των Βρυξελλών.
Πρώτο βήμα για έξοδο από ΕΕ;
Είναι σαφές σε όλους, από τις Βρυξέλλες έως το Βερολίνο και τη Βουδαπέστη, ότι οι Ούγγροι θα ψηφίσουν κατά συντριπτική πλειοψηφία “όχι” στις αναγκαστικές ποσοστώσεις για την διανομή προσφύγων. Το πραγματικό ερώτημα εδώ είναι εάν ή όχι οι Ούγγροι θα κάνουν και δεύτερο δημοψήφισμα, όπως έκαναν πρόσφατα οι Βρετανοί, για την έξοδο ή όχι από την ΕΕ, οπότε θα καταστεί σαφές ότι οι Βρυξέλλες θα αγνοήσουν την ουγγρική ετυμηγορία με την συνήθη εκκωφαντική σιωπή τους. Η ιδέα της εξόδου της Ουγγαρίας από την ΕΕ δεν είναι καθόλου αδιανόητη σε αυτή τη φάση, μετά την πιστοποιημένη διάθεση των Βρετανών να γίνουν οι πρώτοι που θα “αποδράσουν”, θεσπίζοντας ένα νόμιμο προηγούμενο.
Η κυβέρνηση Ορμπάν μέχρι στιγμής έχει κινηθεί με προσοχή, έτσι ώστε να δοκιμάσει τα όρια των κανονισμών της ΕΕ. Κάθε άλλο παρά “αυταρχικός της δεξιάς”, όπως οι γραφειοκράτες των Βρυξελλών και τα “πολιτικά ορθά” συστημικά μέσα τον παρουσιάζουν, ο εκπαιδευμένος στην Οξφόρδη Ορμπάν είναι ένας ιδιαίτερα δραστήριος και προφανώς μη διεφθαρμένος (πραγματική καινοτομία στην σημερινή πολιτική) γνήσιος δημοκράτης, που πάντα στρέφεται προς τους ψηφοφόρους του πριν την λήψη σημαντικών πολιτικών αποφάσεων, για να είναι σίγουρος ότι τους έχει στο πλευρό του, μια πρακτική που έχει από καιρό εξορκίσει η μη εκλεγμένη ολιγαρχία των Βρυξελλών.
Οι απόψεις του Βίκτορ Ορμπάν σχετικά με την τρέχουσα “προσφυγική κρίση”, όπως σκόπιμα αποκαλούν τα μέσα ενημέρωσης την μαζική μετανάστευση προς την ΕΕ, αποτυπώθηκαν αναλυτικά στο ετήσιο διάγγελμά του προς το ουγγρικό έθνος στις 28 Φεβρουαρίου, στο μέσο της τρίτης θητείας του ως πρωθυπουργού.
Αναφερόμενος στην πρόσφατη εμπειρία της εξόδου της χώρας του από τις καταστροφικές δεκαετίες της κομμουνιστικής διακυβέρνησης, σήμερα, “ως κράτος μέλος της ΕΕ από το 2004, ανησυχούμε για το πώς θα προστατεύσουμε τα εθνικά μας συμφέροντα εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης”. Η δήλωση αυτή μοιάζει απόλυτα λογική, εάν σκεφτεί κανείς ότι ο στόχος της ΕΕ ως θεσμού είναι ακριβώς ο αντίθετος: να καταστρέψει τελικά όλα τα εθνικά συμφέροντα υπέρ μιας αυταρχικής μονοκρατορίας μη εκλεγμένων με έδρα τις Βρυξέλλες.
Αληθινά επιτεύγματα
Αφού τόσα πολλά αγνοούνται ή διαστρεβλώνονται από τα ξένα συστημικά ΜΜΕ για την πραγματικότητα στην Ουγγαρία και τα αληθινά επιτεύγματα του Ορμπάν, θα πρέπει κατ’ αρχάς να αναφερθούμε σε κάποια πράγματα που ο Ούγγρος ηγέτης έχει κατορθώσει στην πρώτη τετραετία του (1998-2002), όταν το κόμμα του, το “Φίντες”, κέρδισε τις εκλογές σε συνεργασία με το Ουγγρικό Δημοκρατικό Φόρουμ (MDF) και κόμμα των Ανεξάρτητων Μικροϊδιοκτητών, Αγροτών και Δημοσίων Λειτουργών (FKGP), αλλά και με την πρώτη εκλεγμένη με απόλυτη πλειοψηφία κυβέρνησή του από το 2010. Μετά από 8 χρόνια στην αντιπολίτευση, το κόμμα του Ορμπάν κέρδισε μια συντριπτική λαϊκή εντολή της τάξεως του 53% και τα 2/3 των εδρών του Κοινοβουλίου για το 2010 και επανεξελέγη από το 2014 μέχρι σήμερα.
Όπως επεσήμανε στο διάγγελμά του προς τον ουγγρικό λαό τον περασμένο Φεβρουάριο, “μέσα σε τρία χρόνια εξισορροπησαμε τον προϋπολογισμό, σταθεροποιήσαμε την οικονομία, αποφύγαμε τη χρεοκοπία, μειώσαμε τον πληθωρισμό και μειώσαμε την ανεργία από 11,5% σε 6,2%. Διώξαμε το ΔΝΤ, αφού αποπληρώσαμε το δάνειό μας νωρίτερα απ’ όσο προέβλεπε το χρονοδιάγραμμα, και φέτος θα καταβάλουμε την τελευταία δόση του χρέους μας προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Συνολικά, το 2014 ολοκληρώσαμε αυτή την περίοδο σταθεροποίησης με οικονομική ανάπτυξη 3,7% και άνοιξαμε ένα νέο κεφάλαιο στην πρόοδο της χώρας”.
Επιπλέον, κατά τη θητεία του Oρμπάν, η κυβέρνηση κατάφερε μέσα σε πέντε χρόνια να μειώσει τον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων από 35% σε 15% και σε πέντε χρόνια να βάλει 1.300 δισεκατομμύρια φιορίνια στις τσέπες των οικογενειών: “Έχουμε μειώσει τους λογαριασμούς κοινής ωφελείας των νοικοκυριών κατά 25% και στην τελευταία πενταετία χρόνια ο κατώτατος μισθός στην Ουγγαρία αυξήθηκε κατά 50%. Κατορθώσαμε να ενισχύσουμε συγχρόνως το κράτος και την αγορά, τον δημόσιο και τον επιχειρηματικό τομέα, τον εργοδότη και τον εργαζόμενο, τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, αλλά και τις τοπικές θυγατρικές των διεθνών ομίλων. (...) Σε σύγκριση με το 2010, έχουμε αυξήσει τον προϋπολογισμό για την υγεία κατά 40 %. Έχουμε μειώσει κατά το ήμισυ τις λίστες αναμονής και διαθέσαμε πάνω από πεντακόσια δισεκατομμύρια φιορίνια στην ανάπτυξη των νοσοκομείων μας”.
Αυτό είναι το υπόβαθρο της σημερινής οικονομίας της Ουγγαρίας υπό την ηγεσία του Ορμπάν και η προϋπόθεση για να κατανοήσει κανείς γιατί ο πληθυσμός στηρίζει την έκκλησή του για αρνητική ψήφο στις υποχρεωτικές ποσοστώσεις προσφύγων. Σήμερα δικαιώνεται για τις δηλώσεις του σχετικά με την “προσφυγική κρίση”.
“Η απειλή αυτή δεν είναι άλλη από την μαζική μετανάστευση...”
Ο Ορμπάν τόνισε επίσης: “Θα ήθελα τώρα να εξηγήσω γιατί έχω αναφερθεί σε όλα αυτά. Εν ολίγοις, είναι γιατί όλα αυτά είναι πλέον σε κίνδυνο. Η οικονομική σταθερότητα, για την οποία έχουμε εργαστεί τόσο σκληρά, είναι σε κίνδυνο. (...) Η εθνοκεντρική εξωτερική πολιτική μας – η οποία έχει οικοδομηθεί με τόση προσοχή στη λεπτομέρεια – είναι σε κίνδυνο. Η αποκατάσταση της δημόσιας τάξης και της δημόσιας ασφάλειας από τρομοκρατικές απειλές είναι σε κίνδυνο. Αλλά και ο εθνικός πολιτισμός μας (...) είναι επίσης σε κίνδυνο”.
Στο σημείο αυτό διευκρίνισε: “Η απειλή αυτή ονομάζεται μαζική μετανάστευση. (...) Το έτος 2015 είδε το τέλος μιας εποχής, κατά την οποία, πιστεύοντας ότι το φαινόμενο αυτό ήταν υπό τον έλεγχο της Ευρώπης, λάβαμε ως δεδομένο την προστασία και την ασφάλεια της ηπείρου μας. Πριν από ένα χρόνο, με το ίδιο σκεπτικό, προειδοποιούσαμε ότι μια νέα εποχή μαζικής μετανάστευσης είχε αρχίσει. Μας χλεύασαν ανελέητα και δεχθήκαμε προσβολές από φίλους, συμμάχους και αντιπάλους. (...) Η πρώτη αλήθεια είναι ότι αυτοί που έρχονται εδώ δεν έχουν καμία απολύτως πρόθεση να υιοθετήσουν τον τρόπο ζωής μας, επειδή θεωρούν τον δικό τους πιο πολύτιμο. (...) Και ποιος ο λόγος να την εγκαταλείψουν; Η δεύτερη αλήθεια είναι ότι δεν πρόκειται να ενισχύσουν την αγορά εργασίας με το δυναμικό που χρειάζονται τα εργοστάσια της Δυτικής Ευρώπης. Οι στατιστικές δείχνουν ότι, επί γενιές ολόκληρες, το ποσοστό ανεργίας είναι μεγαλύτερο – μερικές φορές πολύ μεγαλύτερο – μεταξύ εκείνων των πολιτών που γεννήθηκαν εκτός Ευρώπης. Η τρίτη αλήθεια είναι ότι τα ευρωπαϊκά κράτη δεν στάθηκαν μέχρι στιγμής ικανά να ενσωματώσουν τις μάζες που έφτασαν από την Ασία και την Αφρική σταδιακά, επί σειρά δεκαετιών. Πώς θα μπορούσαν να επιτύχουν το στόχο αυτό τώρα, τόσο γρήγορα και με τόσο μεγάλο αριθμό αφιχθέντων;”
Σε όλες αυτές τις δηλώσεις θα μπορούσε κανείς να αντιτάξει επιχειρήματα. Αλλά εδώ είναι το κομβικό σημείο, πάνω στο οποίο ο Ορμπάν βασίζει την στρατηγική της διεξαγωγής του δημοψηφίσματος και ο κυρίως λόγος που στη συνέχεια θα αναγκαστεί, μετά τις 2 Οκτωβρίου, να ξεκινήσει την προετοιμασία ενός “Huexit” (εξόδου της Ουγγαρίας) από την ΕΕ:
“...Δεν θα πρέπει να κατηγορούμε τους ίδιους τους μετανάστες. Οι περισσότεροι από αυτούς είναι και αυτοί θύματα: θύματα της κατάρρευσης των κυβερνήσεων των χωρών τους, θύματα κακών διεθνών αποφάσεων, θύματα των διακινητών ανθρώπων. Κάνουν αυτό που θεωρούν συμφέρον για τους ίδιους. Το πρόβλημα είναι ότι εμείς οι Ευρωπαίοι δεν κάνουμε αυτό που μας συμφέρει. Δεν υπάρχει καλύτερος χαρακτηρισμός για την πρακτική των Βρυξελλών από την λέξη "παράλογη". Μοιάζουν με τον καπετάνιο ενός πλοίου που πάει κατ’ ευθείαν για σύγκρουση και αντί να κάνει κάτι για να την αποφύγει, προβληματίζεται για να αποφασίσει ποιες σωσίβιες λέμβοι πρέπει να είναι των μη καπνιζόντων. Και μετά την σύγκρουση, αντί να επισκευάσει τα μέρη του πλοίου όπου παρατηρείται διαρροή, οργανώνει συζητήσεις για το πόσο νερό θα κατακλύσει ποιες καμπίνες ...”
Και συνεχίζει ο Ορμπάν:
“Το πρόβλημα της ανικανότητας των Βρυξελλών να οργανώσουν την άμυνα της Ευρώπης είναι αρκετά μεγάλο, αλλά ακόμη χειρότερες είναι οι συνέπειες του ότι δεν έχει την πρόθεση να το πράξει. Στη Βουδαπέστη, τη Βαρσοβία, την Πράγα και την Μπρατισλάβα, μας είναι δύσκολο να καταλάβουμε πώς έχουμε φτάσει σε ένα σημείο όπου υπάρχει ακόμη η δυνατότητα να έρχονται εδώ όσοι θέλουν, από άλλες ηπείρους και άλλους πολιτισμούς, χωρίς ουσιαστικούς ελέγχους. Είναι δύσκολο να κατανοήσουμε την αποδυνάμωση των φυσικών και θεμελιωδών ανακλαστικών του πολιτισμού μας για την υπεράσπιση των εαυτών μας, των οικογενειών μας, των σπιτιών μας και της γης μας. (...) Αυτή είναι η Ευρώπη. Η Ευρώπη είναι η Ελλάδα και όχι η Περσία. Είναι η Ρώμη και όχι η Καρχηδόνα. Είναι ο Χριστιανισμός και όχι ένα χαλιφάτο. Όταν το λέμε αυτό, δεν ισχυριζόμαστε ότι είμαστε καλύτεροι, αλλά ότι είμαστε διαφορετικοί. Το να επισημαίνει κανείς την ύπαρξη ενός ανεξάρτητου ευρωπαϊκού πολιτισμού δεν ισοδυναμεί με ισχυρισμό ότι αυτός ο πολιτισμός είναι καλύτερος ή χειρότερος. Σημαίνει απλά: “Eίμαστε αυτό που είμαστε και εσείς είστε κάτι άλλο”.
Αυτή η κίνηση εκ μέρους του πρωθυπουργού και των πολιτών της Ουγγαρίας δεν είναι επιφανειακό πολιτικό τέχνασμα για να επιτύχουν μια καλύτερη διαπραγμάτευση με τις Βρυξέλλες, όπως στόχευε ο Ντέιβιντ Κάμερον με το φιάσκο του για το Brexit. Πρόκειται για ένα θεμελιώδες σχέδιο που σκοπό έχει να τραβήξει μια γραμμή από τη μία άκρη της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην άλλη, διαχωρίζοντας τις χώρες που πιστεύουν σε μια διαλυμένη εθνική κυριαρχία και ένα υπερεθνικό κράτος με έδρα τις Βρυξέλλες (τις “Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης”) από τις χώρες που έχουν αποφασίσει, στον απόηχο της “προσφυγικής κρίσης των προσφύγων” και των συνεπειών της, να απαιτήσουν ουσιώδη εθνικά κυριαρχικά δικαιώματα.
Οι Βρυξέλλες, και σαφώς το Βερολίνο της Μέρκελ, θα αντιταχθούν στην Ουγγαρία με νύχια και με δόντια, προκειμένου να υπερασπιστούν το υπερεθνικό “όραμά” τους. Αυτό θα το επιτύχουν με την υποστήριξη του Τζορτζ Σόρος και του think tank του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου των Εξωτερικών Σχέσεων. Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι ο Βίκτορ Ορμπάν έχει επανειλημμένα αντιταχθεί ανοιχτά στον ουγγρικής καταγωγής δισεκατομμυριούχο κερδοσκόπο Σόρος και τις ΜΚΟ του, για την προσπάθειά τους να αποσταθεροποιήσουν την Ουγγαρία. Με χρήματα του Σόρος χρηματοδοτήθηκε επίσης το εγχείρημα που έγινε γνωστό ως “Σχέδιο Μέρκελ”, το οποίο είναι ακριβώς αντίθετο του σχεδίου του Ορμπάν για την προάσπιση της εθνικής κυριαρχίας μέσα στην δίνη της εισβολής των μεταναστών.
Σε αυτή την φάση, το ατυχές πείραμα, γνωστό ως Ευρωπαϊκή Ένωση, διαλύεται και τα κομμάτια του σκορπίζονται προς κάθε κατεύθυνση. Με τον ρυθμό που κυλούν οι εξελίξεις, η Ουγγαρία είναι πολύ πιθανό να αναγκαστεί να επανεξετάσει την ταυτότητά της εντός της ΕΕ μετά τις 2 Οκτωβρίου, αν όχι νωρίτερα. Το γεγονός αυτό αναπόφευκτα θα τροφοδοτήσει τις δυνάμεις της διάλυσης στην ΕΕ, αλλά αυτό ίσως τελικά να μην είναι για κακό.