Του Πάνου Μητρονίκα (*)
Ο κόκκινος ή Ευρασιατικός σκίουρος, ήταν το κυρίαρχο είδος σκίουρου στα δάση της Ευρώπης από τότε που οι σκίουροι άρχισαν να σκαρφαλώνουν τα δέντρα αυτού του πλανήτη. Τα τελευταία όμως χρόνια, κοντεύει να εξαφανιστεί από τα δάση της Αγγλίας της Ιταλίας και της Ιρλανδίας λόγω της εισαγωγής από τον άνθρωπο του βορειοαμερικανικού γκρι σκίουρου. Τα δύο είδη σκίουρων δεν είναι ανταγωνιστικά αλλά ταυτόχρονα δεν είναι και συμβατά. Ο γκρι σκίουρος μεταφέρει έναν ιό που ενώ δεν επηρεάζει τον ίδιο, είναι θανατηφόρος για τον κόκκινο. Επίσης έχει περισσότερες επιλογές στην τροφή από τον κόκκινο με αποτέλεσμα να επιβιώνει καλύτερα τους χειμώνες, και αναπαράγεται κανονικά ενώ ο κόκκινος σταματάει να αναπαράγεται όταν βρίσκεται υπό πίεση.
Η μεταφορά του γκρι σκίουρου στα δάση της Ευρώπης δεν έγινε με στόχο να εξαφανίσει τον κόκκινο. Δεν ήταν καν ηθελημένη (στην Ιταλία όλα ξεκίνησαν από ένα ζευγάρι που ξέφυγε από την αιχμαλωσία) τα αποτελέσματα της όμως είναι πραγματικά και απόλυτα καταστροφικά για τον πιο ντελικάτο Ευρωπαϊκό σκίουρο. Τόσο που πιθανότατα θα εξαφανιστεί.
Ένα από τα χαρακτηριστικά της μετανάστευσης που μας διαφεύγει συνήθως είναι ότι όταν εισάγουμε νέους πληθυσμούς σε μια περιοχή, δεν εισάγουμε απλά άτομα αλλά και όλα όσα τα χαρακτηρίζουν. Εισάγουμε κουλτούρες, συνήθειες, ιδεολογίες και παθογένειες. Είτε μιλάμε για σκίουρους, είτε για ανθρώπους.
Πετυχημένες και αποτυχημένες χώρες.
Αν κοιτάξουμε τον χάρτη θα δούμε ότι ο κόσμος είναι χωρισμένος σε επιτυχημένες και αποτυχημένες χώρες (failed states). Ο διαχωρισμός αυτός δεν είναι ούτε φυλετικός, ούτε εθνικός, ούτε αφορά τους πόρους και το επίπεδο τεχνολογίας. Ούτε καν τον πλούτο και την κατανομή του.
Η διαφορά ανάμεσα στις πετυχημένες και τις αποτυχημένες χώρες είναι πολιτισμική. Αφορά την κουλτούρα των ανθρώπων τους.
Οι επιτυχημένες χώρες είναι δυναμικές ενώ οι αποτυχημένες είναι στατικές. Οι επιτυχημένες βάζουν στόχους και τους πετυχαίνουν, ενώ οι αποτυχημένες απλά παλεύουν να μην διαλυθούν. Εκεί που η επιτυχημένη χώρα χρησιμοποιεί τους πόρους της για να προοδεύσει, η αποτυχημένη τους κλειδώνει και τους χρησιμοποιεί για να δωροδοκεί τους πολίτες της. Η επιτυχημένη χώρα πιστεύει ότι η σκληρή δουλειά οδηγεί σε ένα καλύτερο μέλλον. Η αποτυχημένη πιστεύει ότι θα γυρίσει ο τροχός και θα την φέρει στην κορυφή. Η επιτυχημένη χώρα κατηγορεί τον εαυτό της για τις αποτυχίες της. Η αποτυχημένη φαντασιώνεται παγκόσμιες συνομωσίες που υποσκάπτουν το κάθε της βήμα.
Οι πολίτες μιας αποτυχημένης χώρας μπορεί να δουλεύουν σκληρά αλλά δεν πιστεύουν ότι η σκληρή δουλειά θα τους ανταμείψει γιατί το σύστημα είναι διεφθαρμένο και εναντίον τους. Για αυτό είτε δουλεύουν μηχανικά, είτε προσπαθούν να βρουν τρόπους να κλέψουν το σύστημα. Η μαύρη αγορά και η μαύρη εργασία είναι κανόνας αν όχι μονόδρομος. Καθένας κλέβει τον διπλανό του. Οι πολιτικοί δεν είναι εκπρόσωποι αλλά μεσάζοντες που απλά συνδέουν κάποιον της βάσης με την κορυφή και παρέχουν χάρες και εξυπηρετήσεις. Δεν ψηφίζεις πολιτικούς για μεταρρυθμίσεις αλλά για να έχεις κάποιον να σε βοηθήσει όταν χρειαστεί. Τίποτε δεν δουλεύει χωρίς χρηματισμό, ούτε καν τα πιο απλά πράγματα.
Οι άνθρωποι αγαπούν και μισούν την χώρα τους την ίδια στιγμή. Την μια στιγμή βλέπουν τους πολιτικούς τους ηγέτες σαν θεούς και την επόμενη θέλουν να τους κάνουν κομμάτια με τα ίδια τους τα χέρια. Δεν τους ενδιαφέρει αν η πολιτεία αδικεί την μια ή την άλλη ομάδα, αρκεί να μην αδικεί τους ίδιους και τους συγγενείς τους.
Αυτή είναι η διαφορά ανάμεσα σε μια επιτυχημένη και μια αποτυχημένη χώρα και αφορά την κουλτούρα των κατοίκων τους. Και ναι, αν η περιγραφή των αποτυχημένων χωρών θυμίζει τραγικά και την Ελλάδα του σήμερα, τότε θα πρέπει ίσως να σκεφτούμε λίγο περισσότερο το γιατί είμαστε στην κατάσταση που είμαστε και τι χρειάζεται να αλλάξει.
Η επέλαση των αποτυχημένων εθνών.
Ας προσπαθήσουμε να συγκρίνουμε δύο χώρες. Η χώρα «Α» έχει μια σημαντική μεσαία τάξη και οικονομία, ένα κράτος κοινωνικής πρόνοιας και χαμηλό ρυθμό γεννήσεων. Η χώρα «Β» είναι μια αποτυχημένη χώρα με διαλυμένες δομές, ανεξέλεγκτη εγκληματικότητα, μεγάλη διαφθορά, λίγες οικογένειες να ελέγχουν το κράτος και την οικονομία, και πολύ υψηλό ρυθμό γεννήσεων.
Οι πολίτες της χώρας «Α» μαθαίνουν ότι ο εθνικισμός είναι κακός και ότι όλοι πρέπει να ζούμε αρμονικά μαζί. Οι πολίτες της χώρας «Β» μαθαίνουν ότι είναι οι σημαντικότεροι άνθρωποι που έζησαν ποτέ σε αυτόν τον κόσμο και ότι θα ήταν στην κορυφή αν δεν υπήρχε η χώρα «Α».
Παρόλα αυτά, οι πολίτες της χώρας «Β» θέλουν να μεταναστεύσουν στην χώρα «Α» γιατί θέλουν τα προνόμια του κοινωνικού κράτους που τους παρέχει, και αυτή τους το επιτρέπει γιατί χρειάζεται νέο εργατικό δυναμικό για να υποστηρίξει το κοινωνικό της κράτος και το κράτος πρόνοιας, που καταρρέουν λόγω της υπογεννητικότητας.
Η χώρα «Α» καταλήγει με έναν μεγάλο ομοιογενή πληθυσμό μιας αποτυχημένης χώρας και δραματικές αυξήσεις στο κοινωνικό της κράτος από τα επιδόματα και τις δαπάνες (υγεία, παιδεία, κλπ.) για τον νέο πληθυσμό. Απειλείται με χρεοκοπία αλλά δεν μπορεί να κάνει τίποτε πια γιατί τα κόμματα που υποστηρίζουν το κράτος πρόνοιας έχουν αποκτήσει πολύ μεγάλη δύναμη με την ψήφο του νέου πληθυσμού και δεν μπορεί να τα κουνήσει κανένας από την εξουσία. Τα κόμματα που θέλουν μεταρρυθμίσεις δεν μπορούν να αγνοήσουν τον νέο πληθυσμό και έτσι προσπαθούν να τον κερδίσουν μετατρεπόμενα και αυτά σε λαϊκά κόμματα. Η χώρα «Α» σιγά σιγά χάνει τον έλεγχο ενώ η χώρα «Β» συνεχίζει να στέλνει νέο κόσμο.
Η χώρα «Β» είναι μια αποτυχημένη χώρα αλλά πλέον και η χώρα «Α» μετατρέπεται σιγά σιγά σε μια αποτυχημένη χώρα αφού εισάγει τον πληθυσμό της χώρας «Β» μαζί με την κουλτούρα του και τις παθογένειες της.
Για μεγάλο χρονικό διάστημα θεωρούσαμε ότι οι επιτυχημένες χώρες μπορούν να επηρεάσουν θετικά τις αποτυχημένες. Ότι απλά χρειαζόταν να τους μεταφέρουν κάποια τεχνογνωσία, να εκπαιδεύσουν τους ηγέτες τους σε δυτικά πανεπιστήμια, και να τους παρέχουν κάποιον αρχικό δανεισμό και επενδύσεις. Αλλά εκ του αποτελέσματος το αντίθετο συνέβη και συνεχίζει να συμβαίνει. Αντί να αναβαθμιστούν οι αποτυχημένες χώρες υπό την επιρροή των πετυχημένων, βλέπουμε τις πετυχημένες χώρες να αρχίζουν να αποτυγχάνουν υπό την επιρροή των πληθυσμών των αποτυχημένων χωρών.
Σήμερα είμαστε μάρτυρες μιας ολικής μεταστροφής από την εποχή του αποικισμού των Ευρωπαϊκών αυτοκρατοριών, στον αποικισμό της Ευρώπης από τις πρώην αποικίες της. Οι αποτυχημένες χώρες αποικίζουν τις επιτυχημένες με ανησυχητικό ρυθμό. Τέτοιο που μετατρέπει τις τελευταίες σε αποτυχημένες ταχύτατα και τις οδηγεί στην καταστροφή.
Οι αποτυχημένες χώρες έχουν επίσης υψηλότερο ρυθμό γεννήσεων και πολύ ισχυρότερους εθνικούς/φυλετικούς δεσμούς. Αυτό τους δίνει ένα πλεονέκτημα στον αποικισμό πετυχημένων χωρών με χαμηλότερο ρυθμό γεννήσεων και χαλαρούς εθνικούς δεσμούς. Αυτή η εθνική ατονία μαζί με την ανοχή και την δημοκρατία των επιτυχημένων χωρών τις οδηγεί στην καταστροφή τους εκ των έσω. Και αυτό δεν είναι απαραίτητα κάτι που γίνεται βάση σχεδίου ή συνειδητά και κακόβουλα. Αλλά αυτό δεν το κάνει λιγότερο καταστροφικό, όπως και στην περίπτωση των σκίουρων.
Οι αριστεροί και φιλελεύθεροι υποστηρικτές της ελεύθερης μετανάστευσης πανηγυρίζουν με την καταστροφή της κουλτούρας μας και ονειρεύονται μια παγκόσμια κοινότητα χωρίς σύνορα. Αλλά δεν θα συμβεί ποτέ κάτι τέτοιο μιας και οι μόνοι που πιστεύουν σε αυτό το όνειρο αυτοκαταστρέφονται με την εισαγωγή των μεταναστών οι οποίοι δεν θεωρούν ότι ο εθνικισμός και ο πατριωτισμός είναι κακά πράγματα. Οι μουσουλμάνοι δεν αισθάνονται ντροπή για την ιστορία τους. Είναι περήφανοι για αυτήν, ακόμα και για τις φρικαλεότητες της. Δεν θεωρούν ότι τα σύνορα είναι κακή ιδέα, απλά θέλουν να είναι αυτοί που τα ελέγχουν. Ο φιλελευθερισμός γκρεμίζει τα σύνορα και τα έθνη, αλλά ξεχνά ότι η δύση είναι η μόνη που πιστεύει στον φιλελευθερισμό.
Οι πιο συντηρητικοί υποστηρικτές της ελεύθερης μετανάστευσης από την άλλη, θεωρούσαν ότι η «ανωτερότητα» μας θα μπορούσε να απορροφήσει τους νέους πληθυσμούς και να τονώσει την κοινωνία μας που μαστίζονταν από την υπογεννητικότητα. Αυτό πιθανότατα θα μπορούσε να λειτουργήσει, όμως μόνο με αυστηρό έλεγχο και τήρηση των αναλογιών. Αν οι εισαγόμενοι πληθυσμοί είναι μικροί και ανομοιογενείς τότε μπορείς να τους απορροφήσεις. Αν όμως είναι μεγάλοι και ομοιογενείς τότε καταλήγεις με γκέτο και πτώχευση του κοινωνικού κράτους. Όπως ακριβώς συμβαίνει σήμερα.
Η αριστερά τάχθηκε με την «πολυπολιτισμικότητα» και η δεξιά με την υπέρ-ελεύθερη οικονομία. Δύο θέσεις που όχι μόνο ευνοούν την μετανάστευση αλλά κάνουν σχεδόν αδύνατη την αποτροπή της. Η αριστερά των κοινωνικών προνομίων και η δεξιά του «όλα για το κέρδος» χρειάζονταν περισσότερους μετανάστες είτε γιατί νόμιζαν ότι έτσι φέρνουν τους λαούς πιο κοντά, είτε γιατί είχαν την ψευδαίσθηση ότι αυτό τονώνει το κοινωνικό κράτος, είτε γιατί υπάρχουν δουλειές που δεν κάνουν οι ντόπιοι (όπως μαύρη εργασία σε εξευτελιστικές τιμές ενώ παράλληλα έχεις μια γυναίκα και 8 παιδιά, που τα μισά δεν είναι και δικά σου, στην πρόνοια).
Η ανευθυνότητα και των δύο πλευρών έχει οδηγήσει τις Ευρωπαϊκές κοινωνίες σε τεράστιες δαπάνες και πολύ υψηλή φορολογία για την κάλυψη τους, μη βιώσιμα συστήματα πρόνοιας, και πλήρη αποσάθρωση των κοινωνικών δομών που βρίσκονται πια στα όρια της κατάρρευσης. Και όλα αυτά επειδή κάποιες εταιρίες θέλουν φθηνότερα εργατικά χέρια και οι αριστεροί φαντασιώνονται μια παγκόσμια κοινωνία των λαών.
Όσο περισσότερο μια επιτυχημένη χώρα ασπάζεται την πολιτική κουλτούρα των αποτυχημένων χωρών, τόσο μικρότερη είναι η δυνατότητα της για μεταρρυθμίσεις. Μπορεί το κοινωνικό της κράτος να κρατήσει για λίγο, όσο καταφέρνει να διατηρήσει έναν σταθερό εγχώριο εργασιακό πληθυσμό, αλλά σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία οι εταιρίες δεν αισθάνονται κάποια υποχρέωση να μείνουν κάπου που δεν τις συμφέρει και φεύγουν γκρεμίζοντας αυτή την πιθανότητα. Έτσι ένας πληθυσμός που έχει μάθει ότι η ζωή ξεκινά όταν πάρεις το μεταπτυχιακό σου και ότι μια οικογένεια θέλει δύο εισοδήματα για να λειτουργήσει, δεν μπορεί να έχει τον απαραίτητο ρυθμό γεννήσεων για να συντηρήσει μια τέτοια κοινωνική δομή για άλλη μια γενιά.
Όταν το σύστημα άρχισε να καταρρέει πριν λίγα χρόνια, οι πολιτικοί και των δύο πλευρών απλά πετούσαν την μπάλα ο ένας στον άλλο για το ποιος φέρει την ευθύνη. Οι αριστεροί προσποιούνταν ότι δεν συμβαίνει τίποτα και οι δεξιοί πίεζαν για ισοπεδωτικές μεταρρυθμίσεις, αγνοώντας όμως την ρίζα του προβλήματος. Εκμηδενισμός των αμυντικών δαπανών, εξαφάνιση της δημόσιας υγείας και παιδείας, μειώσεις προϋπολογισμών και χρηματοδοτήσεων στο ένα ή το άλλο τμήμα. Λες και το πρόβλημα είναι το ποσό που σπαταλάς και όχι το πώς και το που το σπαταλάς. Η όλη κατάσταση, καθώς και η διαχείριση της θυμίζει εταιρείες που καταρρέουν. Και αυτές προσπαθούν να μειώσουν δαπάνες αλλά αποτυγχάνουν να συνειδητοποιήσουν ότι το πρόβλημα τους δεν είναι το κόστος αλλά η ίδια τους η κουλτούρα. Δεν βλέπουν ότι έχουν χάσει κάθε προσανατολισμό και αποστολή. Ξέφυγαν πολύ από τους παλιούς τους στόχους και οι νέοι στόχοι τους είναι αδιέξοδοι. Κανένας στην ηγεσία δεν βλέπει κάποιον λόγο για την συνέχιση της ύπαρξη της ίδιας της εταιρείας, εκτός ίσως από το ότι τους παρέχει εργασία.
Παρατηρώντας τις Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις του σήμερα βλέπουμε ακριβώς αυτό. Τεράστια γραφειοκρατία που υπάρχει μόνο και μόνο για να παρέχει υποχρεωτικές υπηρεσίες και λειτουργεί με ανθρώπους που δεν μπορούν να αναφέρουν ούτε ένα καλό λόγο για την ύπαρξη τους εκτός ίσως από το ότι είναι εκεί σαν μια ενδιάμεση λύση μέχρι η ΕΕ να αναλάβει πλήρως. Περιφέρονται από συνάντηση σε συνάντηση και μιλάνε για «ιδιάζουσες συνθήκες» αλλά δεν το πιστεύουν ούτε οι ίδιοι. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες και γραφειοκράτες είναι μια κάστα ανθρώπων που έχουν περισσότερα κοινά μεταξύ τους, παρά με τους ίδιους τους πολίτες των χωρών τους. Πολίτες των οποίων την τύχη κακοδιαχειρίστηκαν τραγικά τα τελευταία δέκα χρόνια, γεγονός που γνωρίζουν και οι ίδιοι πολύ καλά.
Σήμερα, και όσο περισσότερο τα κόμματα εξουσίας βλέπουν την καταστροφή που έχουν επιφέρει στους λαούς τους με την απομόνωση της μεσαίας τάξης, τόσο περισσότερο αντιλαμβάνονται ότι χρειάζονται την ψήφο των μεταναστών για να ανανεώσουν την βάση των ψηφοφόρων τους. Τα αριστερά κόμματα θα μετατραπούν σιγά σιγά σε «ξένα» κόμματα που θα βασίζονται κυρίως στην ψήφο των μεταναστών. Τα δεξιά απλά δεν θα μπορούν να την αγνοήσουν και θα ψάχνουν για τρόπους να την κερδίσουν εις βάρος της ίδια της χώρας και των πολιτών της.
Αν τώρα προσθέσουμε και την απότομη, απρόσμενη και εν πολλοίς ακατανόητη αύξηση των μεταναστών που βλέπουμε σήμερα, τότε δεν χρειάζεται να εξετάσουμε πολύ το που πάμε από εδώ και πέρα. Ούτε το γιατί η σημερινή Ελληνική κυβέρνηση όπως και οι υπόλοιπες Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις (εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων που βάλλονται από όλες τις πλευρές) εξακολουθούν να βλέπουν την μετανάστευση σαν λύση για τα προβλήματα τους.
Αντί επιλόγου.
Σήμερα η Δύση είναι διχασμένη την ίδια στιγμή που οι μετανάστες είναι ενωμένοι. Αυτό που συμβαίνει το βλέπουμε πια στους δρόμους της Ευρώπης και στις στατιστικές αλλά κανένα από τα δύο δεν είναι ικανό να δείξει το πλήρες μέγεθος του φαινομένου και της καταστροφής που θα επιφέρει. Έχουμε την αφέλεια να θεωρούμε ότι οι χώρες της δύσης είναι άτρωτες, αλλά δεν είναι. Η ίδια η χώρα μας αποτελεί την απόδειξη για αυτό. Και όταν θα το καταλάβουμε το σοκ θα είναι τόσο μεγάλο και η αλλοίωση της κουλτούρας μας τέτοια, που δεν θα μας μένει τίποτε άλλο από το να το δεχθούμε σαν δεδομένο και να υποταχθούμε. Το ίδιο έκαναν και οι Ίνκας. Η φιλοξενία που προσφέρεται άφθονα, άλογα, και χωρίς όρους σε διαφορετικές κουλτούρες, πληρώνεται πάντα με προδοσία και βία. Κάτι που πάλι θα μπορούσαν να μας πουν οι Ίνκας ή οι Ινδιάνοι της Αμερικής, αν υπήρχε ο πολιτισμός τους ακόμα.
Η αποίκηση μας δεν θα ήταν τόσο μεγάλο πρόβλημα αν η Ελλάδα και η υπόλοιπες Ευρωπαϊκές χώρες δεν είχαμε αυτό-εγκλωβιστεί σε αυτή την κατάσταση. Και εμείς και η υπόλοιπη ΕΕ υστερούμε στους δύο παράγοντες που θα μπορούσαν να αντιστρέψουν αυτή την κατάσταση. Υψηλότερους ρυθμούς γεννήσεων και πιο εθνοκεντρικές ηγεσίες. Τα ίδια δύο στοιχεία που έχουν όλες οι αποτυχημένες χώρες. Για αυτό και η αναμέτρηση δεν είναι ισορροπημένη. Το πρόβλημα μας δεν είναι θέμα ισχύος αλλά επιθυμίας χρήσης της. Δεν είναι θέμα ανωτερότητας ή κατωτερότητας πολιτισμών, αλλά δίψας για επιβίωση και επικράτηση του ενός έναντι του άλλου.
Για αυτό δεν είναι και καθόλου τυχαία η αύξηση του εθνικισμού σε όλη την Ευρώπη. Είναι απλά ένα αντανακλαστικό επιβίωσης όσων βλέπουν και νοιώθουν ότι κάτι δεν πάει καλά. Ας ελπίσουμε ότι δεν θα χρειαστεί να μετατραπούμε ολοκληρωτικά σε αποτυχημένες χώρες ώστε να μπορέσουμε να το αντιληφθούμε όλοι μας.
(*) Ο Πάνος Μητρονίκας επιμελήθηκε το παραπάνω κείμενο που βασίστηκε στο άρθρο του 2011: “Failed state colonization – The greatest threat of our time” του Daniel Greenfield.