Γράφει ο "Πιτσιρίκος".
Είναι ισχυρό το ψυχολογικό σοκ που υφίσταται ένας άνθρωπος, όταν είναι αναγκασμένος, από εκεί που ήταν σε γάμο τη μία μέρα, να παρευρεθεί την επόμενη σε κηδεία.
Οι απλοί άνθρωποι αυτή την εναλλαγή των συναισθημάτων δεν την αντέχουν. Καταρρέουν.
Οι επώνυμοι, όμως, είναι προσωπικότητες ισχυρές. Μπορούν να ελέγχουν ακραίες συναισθηματικές καταστάσεις.
Άλλωστε, για αυτό είναι επώνυμοι και δεν παρέμειναν ανώνυμοι. Είναι η αφρόκρεμα του πολιτικού, επιχειρηματικού, πνευματικού και καλλιτεχνικού κόσμου.
Είναι οι άνθρωποι που έχουν διακριθεί στη πολιτική, στις επιχειρήσεις ή στις τέχνες.
Είναι αυτοί που αξίζουν να παρευρίσκονται τόσο στις μεγάλες χαρές της πατρίδας, όσο και στις μεγάλες λύπες.
Και ήταν μεγάλη η χαρά όλων μας για τον γάμο των δύο όμορφων παιδιών, του Σάκη και της Κάτιας, αλλά και μεγάλη η θλίψη που χθες κηδέψαμε άλλον ένα μεγάλο Έλληνα, που έφυγε από την ζωή.
Στη σύγχρονη ιστορία η πατρίδα δεν θρηνεί μόνο πολιτικούς που πέθαναν και αρχιεπισκόπους που κοιμήθηκαν. Θρηνεί ακόμη και επιχειρηματίες. Αρκεί να έπαιξαν κάποιο ρόλο στην πορεία αυτού του τόπου.
Μπορεί να μην έχουμε φτάσει στο σημείο να κτυπάμε και πένθιμα τις καμπάνες, αλλά η συγκίνηση και τα καλά λόγια, που ακούγονται ή γράφονται για καθένα από αυτούς που αναχωρούν στον άλλο κόσμο, επιβεβαιώνουν ότι ο μακαρίτης ήτανε ένας ανεπανάληπτος άνθρωπος.
Ήτανε ο καλός οικογενειάρχης που φρόντιζε τα παιδιά του και τους έμαθε τις αξίες της ζωής.
Ήτανε ο επιτυχημένος και πάντα αυτοδημιούργητος Εργοδότης που νοιάζεται για τους υπαλλήλους.
Ήτανε, τέλος πάντων, ο άνθρωπος με την πολυσχιδή προσφορά στις τέχνες, τον πολιτισμό και τον αθλητισμό.
Κανένας, από όλους αυτούς τους μεγάλους που μας άφησαν, δεν πλάκωνε την γυναίκα του στο ξύλο η δεν είχε ερωμένη.
Αν ήταν Εργοδότης - αυτός ο μεγάλος που έχασε η πατρίδα μας - οι υπάλληλοί του μόνο καλά λόγια έχουν να πουν για αυτόν.
Κανένας μεγάλος δεν ήταν αδίσταχτος, σκληρός ή απάνθρωπος με τους υπαλλήλους του.
Όλοι τον θυμούνται σαν έναν έντιμο και συνεπή στις υποχρεώσεις του επιχειρηματία, που έσκυβε πάνω από τα προβλήματα του καθενός.
Οι υπάλληλοι αυτοί ποτέ δεν τον είδαν σαν αφεντικό, που τους έβαζε να κάνουν ή να λένε, ό,τι αυτός γούσταρε.
Μια αγαπημένη οικογένεια ακούς ότι ήταν όλοι μέσα στην Εταιρεία του αποθανόντα. Όλοι όσοι στις επιχειρήσεις του πήραν πολύ υψηλές θέσεις, τις πήραν γιατί ο μακαρίτης τους βοήθησε να αναδείξουν τις ικανότητές τους. Κανένας από τους υπαλλήλους αυτούς δεν ήταν άχρηστος, γλείφτης ή ρουφιάνος.
Καμμία από τις γκομενάρες της επιχείρησης δεν πήρε θέση με πολλά λεφτά γιατί κάθισε να πηδηχτεί με τον μακαρίτη. Όλες με την αξία και το ταλέντο τους αναδείχθηκαν.
Δεν είναι τα κορίτσια αυτά σαν τα πoυτανάκια των δυτικών προαστίων που ξεμυαλίζουν απερίσκεπτους μικρομεσαίους.
Μόνο στα μικρομάγαζα το αφεντικό - τις μεσημβρινές ώρες που το κατάστημα κατεβάζει ρολά - σέρνει την υπάλληλό του σε ξενοδοχεία της παραλιακής για να της δώσει εκατό ευρώ παραπάνω μηνιάτικο.
Κανένας από αυτούς τους μεγάλους, που οι αγιογραφίες τους στήνονται στο δεκάλεπτο, δεν μπλέχτηκε σε βρωμοδουλειά, δεν έστησε μπίζνα για να φάει τα λεφτά του κόσμου ή δεν πούλησε ποτέ συνεργάτη του.
Οι μικροί όμως;
Αυτοί και την Εφορία κλέβουν και σκάρτο εμπόρευμα πουλάνε. Και να πεις ότι - με τα λεφτά που αρπάζουν - θα έστηναν και κανένα ίδρυμα για να προωθήσουν τον πολιτισμό ή θα συμμετείχαν σε τίποτα φιλανθρωπίες, θα έλεγες ας πάει στην ευχή.
Μπα, οι μικρομεσαίοι, αυτά που κλέβουν από το κράτος, στα μπουζούκια πάνε και τα χαλάνε.
Δεν είναι λοιπόν τυχαίο ότι στις κηδείες τους δεν πατάει κανένας Ρέμος.
Ξέρει ο καλός τραγουδιστής ότι τα λουλούδια που του πετάει η πλέμπα των ορθίων ή των πίσω τραπεζιών είναι διαφυγόντες φόροι.
Σιγά μην τρέχει σε κηδείες φοροφυγάδων και ασυνείδητων.
Αντίθετα, τα λουλούδια από τα πρώτα τραπέζια είναι λουλούδια που έχουν πληρωθεί με ιδρώτα και αφού προηγούμενα έχουν αποδοθεί όλοι οι αναλογούντες φόροι.
Το γεγονός ότι κάθε φορά που κάποιος μεγάλος πεθαίνει η Ελλάδα γίνεται φτωχότερη, εξηγεί γιατί η χώρα χρωστάει τα μαλλιά της κεφαλής της. Έχουν πεθάνει πολλοί μεγάλοι και το έργο που άφησαν ήταν μοναδικό.
Χάρη στο Γέρο της Δημοκρατίας, εγκαταστάθηκαν οι Αμερικανοί στην Ελλάδα και πήραμε χρήματα από το σχέδιο Μάρσαλ.
Δεν έφταιγε αυτός εάν το ενενήντα τοις εκατό των χρημάτων πήγαν σε δέκα οικογένειες, που, αντί να δημιουργήσουν το μεταπολεμικό οικονομικό θαύμα, άφησαν βιομηχανικά κουφάρια.
Χάρη στον Παναγιώτη Κανελλόπουλο αναμορφώθηκαν οι Έλληνες στην Μακρόνησο. Δεν έφταιγε αυτός για τα βασανιστήρια και τις κακουχίες, που για χρόνια πολλά χιλιάδες Έλληνες είχαν υποστεί.
Χάρη στον μεγάλο Εθνάρχη Καραμανλή μετακόμισε η μισή Ελλάδα στην Αθήνα και η υπόλοιπη μισή στη Γερμανία.
Μήπως έφταιγε και αυτός που οι εργολάβοι μετέτρεψαν την πιο όμορφη πόλη του κόσμου σε βαλκανική κωμόπολη;
Και όσο για τα κατοχικά δάνεια, που ποτέ δεν ζητήσαμε από την Γερμανία - και το τσαμπουνάνε οι αριστεροί - το αντάλλαγμα που πήραμε δεν ήταν αμελητέο.
Τόσα και τόσα μεροκάματα πλήρωσαν οι Γερμανοί στους Gastarbeiter που κουβαλούσε κάθε μέρα το ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ στο σταθμό του Μονάχου.
Στις φάμπρικες της Στουτγάρδης εξοφλήθηκε όλος ο χρυσός που έφυγε από την Τράπεζα και όλα όσα κατασπάραξαν οι Γερμανοί στα τέσσερα χρόνια της Κατοχής.
Α ναι, και σε κάποιες οικογένειες συνεργατών τους που τους έδωσαν τις αντιπροσωπείες ή τα αποκλειστικά δικαιώματα εκμετάλλευσης των βιομηχανικών μονάδων που έστησαν μεταπολεμικά.
Χάρη στον γενάρχη Μητσοτάκη, πήρε μπρος και στην Ελλάδα ο νεοφιλελευθερισμός της Θάτσερ και του Ρήγκαν.
Ευτυχώς που τουλάχιστον ο Γενάρχης άφησε πίσω του και ένα Κυριάκο. Για να συνεχίσει το λαμπρό έργο που ξεκίνησε ο πατέρας του.
Φανταζόσαστε λοιπόν πόσο πιο πλούσια θα ήταν η πατρίδα μας, εάν όλοι αυτοί οι μεγάλοι συνέχιζαν να προσφέρουν στην πατρίδα; Θα είχαμε άλλους δέκα Χριστοφοράκους να δίνουν χαρτζιλίκι σε πολιτικούς και κόμματα.
Ο καλός Θεός λοιπόν να προσέχει και να κρατάει γερούς τον Σημίτη, τον Βενιζέλο, τον Σαμαρά και όλους αυτούς τους αναντικατάστατους πολιτικούς.
Και φυσικά να προστατεύει τους μεγάλους τραπεζίτες, τους ακαδημαϊκούς και τους ανθρώπους της τέχνης ή των γραμμάτων από κάθε νόσο και από κάθε μ@λακία, που μπορεί να τους πλήξει και να τους στερηθούμε.
Γεροί να΄ ναι οι άνθρωποι και να τα χιλιάσουν. Φαντάζεστε να αρχίσουν και αυτοί να πεθαίνουν;
Η χώρα θα μπατιρίσει τελείως.
Αν, δε, αρχίσουν και μετακομίζουν από τον μάταιο αυτό κόσμο οι σημερινοί πολιτικοί, οι διανοούμενοι και οι φιλόσοφοι, τότε είναι που η Ελλάδα θα μείνει πανί με πανί.
Για σκεφτείτε τι θα απογίνουν οι πρωϊνοί ραδιοσχολιαστές χωρίς ένα Πάγκαλο ή ένα Λυκούδη; Δεν θα έχουν τι να λένε.
Αν ποτέ φύγει ένας Ράμφος - να τα χιλιάσει ο φιλόσοφος - ποιος θα μπορεί να μιλάει με τον Μπογδάνο για τις ευθύνες των Ελλήνων;
Αν ξαφνικά ένας Τατσόπουλος ή ένας Χειμωνάς κάτι πάθουν, γερά να είναι τα παιδιά και να συνεχίσουν για πολλά-πολλά ακόμη χρόνια να γράφουν αριστουργήματα, τι θα μένει να ποστάρουμε στο Facebook;
Είναι σίγουρο ότι η Ελλάδα θα σβήσει από τον χάρτη. Δεν θα μείνει στην πατρίδα ούτε κολυμπηθρόξυλο.
Να είναι καλά λοιπόν οι μεγάλοι Έλληνες που χρόνια τώρα καθοδηγούν όλους εμάς τους υπόλοιπους μικρούς από τα ραδιόφωνα, από τις τηλεοράσεις και από τις εφημερίδες τους.
Και είναι καλό, αν θέλουμε να προκόψουμε, να πάψουμε επιτέλους να σχολιάζουμε με κακεντρέχεια τους επώνυμους που συγκεντρώνονται και αποτίουν τις ανάλογες τιμές τόσο στις χαρές όσο και στις λύπες των μεγάλων.
Πότε θα καταλάβουμε ότι οι επώνυμοι έχουν και αυτοί συναισθήματα;
Ξέρουν όμως να τα προσαρμόζουν ανάλογα με την περίσταση. Στις χαρές δείχνουν τα λευκασμένα δόντια τους και βγάζουν selfies.
Στις λύπες φοράνε μαύρα γυαλιά για να μην φαίνονται τα δάκρυα που χύνουν από την στεναχώρια τους.
Μπορεί οι φάτσες τους και το σκηνικό προσέλευσης σε μια θλιβερή τελετή να θυμίζει κηδεία Σικελού capo, αλλά η Ελλάδα στερείται μαφίας κατά τα πρότυπα των Ιταλών.
Στην Ελλάδα ευδοκιμεί η παρέα. Η όποια σύγκριση μεταξύ παρέας και μαφίας είναι κοινωνικά αδόκιμη. Υπάρχουν διαφορές -υφολογικής μορφής κυρίως- που είναι αγεφύρωτες.
Στην Ιταλία, οι capo και η συμμορίες όλων των οικογενειών μόνο σε κηδείες συγκεντρώνονται. Όχι και σε γάμους ή βαφτίσια που συνωστίζονται οι εγχώριες οικογένειες.
Στην Ιταλία σε κηδεία μαφιόζου capo, δεν εμφανίζονται ούτε τηλεπαρουσιάστριες, ούτε ηθοποιοί, ούτε δημοσιογράφοι της πλάκας.
Καραγκιόζηδες και διασκεδαστές της εγχώριας show biz, οι μαφιόζοι τους καλούν μόνο στα παιδικά τους πάρτι.
Μοντέλα και βιζιτούδες πάνε μόνο σε bachelor συναντήσεις τους. Ποτέ σε γάμους ή κηδείες.
Οι μαφιόζοι τον νεκρό τον σέβονται. Και κρυμμένοι για χρόνια να είναι, σε κηδείες θα σκάσουν μύτη και θα πάνε.
Εκεί είναι, που οι εισαγγελείς βρίσκουν τους περισσότερους καταζητούμενους.
Με το πού τελειώνει η κηδεία, τους μαζεύουν και τους χώνουν μέσα.
Μπορεί στην κηδεία του τελευταίου μεγάλου να βρέθηκαν υπόδικοι τραπεζίτες, καταδικασμένοι μεγαλοδικηγόροι για απάτη κατά του Δημοσίου, πτωχευμένοι εκδότες ή μπαταχτσήδες επιχειρηματίες, και ένας ολόκληρος συρφετός από αυτούς που στολίζουν φορολογικές λίστες κρυμμένες στα συρτάρια Υπουργών ή δικαστών, αλλά οι τελευταίοι δεν έχουν κανένα λόγο να τρέχουν μεσημεριάτικα και να τους ψάχνουν.
Γνωρίζουν ότι με κάποιο απαλλακτικό βούλευμα θα βγουν όλοι αθώοι.
Οι σοβαροί και αγέλαστοι, όλους αυτούς που τρέχουν στα κοινωνικά πανηγύρια της χώρας μας, τους χαρακτηρίζουν υποτιμητικά σαν κοσμικούς μαϊντανούς.
Όχι, παιδιά, δεν είναι μαϊντανοί. Είναι ένα ακριβό και μεθυστικό καρύκευμα που μπαίνει στη σάλτσα ενός κοινωνικού γεύματος. Και δίνεται τζάμπα στον λαό.
Ακριβό καρύκευμα σε μπόλικη δόση. Για να μεθύσει ο κόσμος. Και να μην ποτέ καταλάβει ότι το κρέας, που έχει μέσα ο μάγειρας ρίξει, είναι σάπιο και ληγμένο.
Γ.Κ.
ΥΓ. Κάθε φορά που ακούω όλους αυτούς τους επικήδειους, δεν ξέρω γιατί αλλά, να, μου έρχονται στη σκέψη οι στίχοι από το «Επιτύμβιον» του Μανώλη Αναγνωστάκη:
«A, ρε Λαυρέντη, εγώ που μόνο τόξερα τί κάθαρμα ήσουν,
Tί κάλπικος παράς, μια ολόκληρη ζωή μέσα στο ψέμα…»
(Αγαπητέ φίλε, καλός Έλληνας είναι ο νεκρός Έλληνας. Να είστε καλά.).