Γράφει ο Σωτήρης Καλαμίτσης.
Τούτες τις μέρες παρακολουθούσα πού και πού τους αγώνες του παγκοσμίου πρωταθλήματος στίβου που διεξάγονται στο Λονδίνο. Μου είχε κάνει εντύπωση το γεγονός ότι η πλειονότητα των αθλητών, λευκών τε και μαύρων, έκαναν τον σταυρό τους πριν από κάποια προσπάθεια ή μετά από μία επιτυχία.
Μετά ήλθε ο Βούτσης, Πρόεδρος της Βουλής, να μου πει ότι στη μεταμνημονιακή εποχή [την αφετηρία της δεν προσδιόρισε χρονικώς, άρα υπολογίζω το 2100 με πολλή αισιοδοξία] δεν έχουν θέση «οι Ταλιμπάν της Ορθοδοξίας». Αμέσως πήγε το μυαλό μου στην ΕΣΣΔ. Επί 70 χρόνια καταπιεζόταν το θρησκευτικό συναίσθημα των Ρώσων με βάση το μαρξιστικό αξίωμα «η θρησκεία είναι το όπιο του λαού», αλλά μόλις έπεσε το «Τείχος του Αίσχους» και κατέρρευσε ο σοσιαλιστικός παράδεισος, ο ρωσικός λαός κατέκλυσε τις εκκλησίες.
Στον κ. Βούτση αφιερώνω τούτο το πόνημα αγνώστου τινός συνταγέν πριν από το φετινό Πάσχα.
« Εξομολόγηση ενός «αγνωστικιστή»…
Σε όλους εσάς, που σας θεωρώ φίλους μου, επιτρέψτε μου μιαν εξομολόγηση…
Δεν είμαι θρήσκος!
Μεγάλωσα σε μια οικογένεια που υπήρχε Πίστη, αλλά δεν υπήρχαν προλήψεις και δεισιδαιμονίες…
Υπήρχε σεβασμός στην Παράδοση, αλλά δεν υπήρχαν «κολλήματα»…
Ούτε προκαταλήψεις…
Υπήρχε «Θεός», φανερά μεν, διακριτικά δε…
Αλλά δεν υπήρχε, ούτε «πίεση» να τον αποδεχθούμε, ούτε καταπίεση σε θρησκευτικούς κανόνες…
Ο πατέρας μου έκανε κάθε φορά το σταυρό του πριν φάμε, αλλά δεν μας μάλωνε όταν εμείς αρνούμαστε να κάνουμε το ίδιο.
Η μάνα μας νήστευε τη Μεγάλη Εβδομάδα, αλλά δεν χάλαγε τον κόσμο αν εμείς, μυστικά, «αρταινόμαστε»…
(Μάλλον το ήξερε κι έκανε πως δεν καταλάβαινε…)
Μέχρι δώδεκα ετών, μας πήγαιναν στην εκκλησία κάθε Κυριακή (τον χειμώνα μόνο) και τρείς-τέσσερις άλλες περιστάσεις: στους «Μεγάλους Χαιρετισμούς», τη Μεγάλη Πέμπτη, τη Μεγάλη Παρασκευή και στην Ανάσταση… (κι όχι πάντα σε όλα αυτά, πλην της Ανάστασης…)
Από τα κυριακάτικα πρωϊνά στη Λειτουργία θυμάμαι δύο πράγματα:
-- Την ταλαιπωρία της ορθοστασίας, επί δυόμιση ώρες…
-- Και την κατάνυξη που επικρατούσε γύρω μου, όταν ο παπάς έλεγε: «τα Σα εκ των Σων…»
Από την υπόλοιπη εκκλησιαστική εμπειρία μου, θυμάμαι:
-- Τον λυρισμό των στίχων από τους «Χαιρετισμούς»…
Που συγκλόνιζαν το «εκκλησίασμα», ακόμα κι όσους δεν πολύ-καταλάβαιναν τα «λόγια»…
-- Και την εκπληκτική ποίηση των «απολυτικίων» της Μεγάλης Παρασκευής.
Που συνέπαιρνε κυριολεκτικά τους πάντες, ακόμα κι εκείνους που παρευρίσκονταν μόνο για να τηρήσουν το έθιμο…
Πολύ αργότερα κατάλαβα δύο ακόμα πράγματα, ίσως τα σημαντικότερα:
Ότι ακούγοντας για κάποια χρόνια – τα παιδικά μου χρόνια – τη Λειτουργία, έμαθα καλά Ελληνικά. Μυήθηκα στη διαχρονία της «ελληνικής γλώσσης» ακόμα κι αν δεν κατάφερα να μυηθώ στη πνευματικότητα της Ορθοδοξίας…
Και μυήθηκα, ταυτόχρονα, στην εθνική ταυτότητα του Ελληνισμού!
Κάτω από τον τρούλο του «Παντοκράτορα», όλοι ήμασταν ίσοι!
Απέναντι στη γλυκύτητα της «Πλατυτέρας», που μας αντίκριζε πάνω από το «ιερό», όλοι γινόμασταν μια «αγαπητική κοινότητα»…
Απέναντι στις μορφές των Αγίων που μας κοίταγαν ολούθε μέσα στο ναό, νιώθαμε ότι δεν ήμασταν μόνοι, ότι είχαμε «μεσολαβητές» ανάμεσα στη «μηδαμινότητά» μας και το «Άφατο»…
Πολλά χρόνια αργότερα, κατάλαβα, ότι αυτή η «προσωπική» σχέση με το Θεό, ήταν τόσο κοντά στην αρχέγονη Ελληνική παράδοση.
Όχι, βέβαια, στο παγανιστικό σκέλος της «λατρείας» ανθρωπόμορφων θεών.
Αλλά στην «σχέση» της διαμεσολάβησης «προσώπων» με το Θείο.
Γιατί χωρίς αυτή την προσωπική σχέση δεν βιώνεται ούτε η Ελευθερία (τη συντρίβει η αίσθηση «μηδαμινότητας»), ούτε η Αγάπη (που μόνο ως υπέρτατη «προσωπική» κι ενίοτε αυτό-θυσιαστική σχέση μπορεί να βιωθεί.
Νιώθαμε, λοιπόν, ελεύθεροι να πιστέψουμε, ελεύθεροι να αμφισβητήσουμε και πάντα «καλοδεχούμενοι», να επιστρέψουμε, «ως άσωτοι υιοί», στο μήνυμα της Αγάπης.
Το πιο συγκλονιστικό, όμως:
Όλο το δραματουργικό μέρος της Ορθοδοξίας διδάσκει «τα Πάθη που οδηγούν στην Ανάσταση», τις δοκιμασίες που οδηγούν στη «Δικαίωση», τον πόνο των ατέλειωτων περιπλανήσεων που οδηγούν στη Λύτρωση, το Φόβο που μετατρέπεται σε Ελπίδα!
Κι όλο αυτό δεν ήταν μια απλή «μεταφυσική διδασκαλία»…
Για μας ήταν μύηση στην ταυτότητα του Ελληνισμού!
Μια συνεχής «θεατρική» - τελετουργική αναπαράσταση της Ιστορίας μας και μια διαρκής υπόμνηση της εθνικής μας διαδρομής.
Με δυο λόγια: μια ανεξίτηλη εμπέδωση της εθνικής μας ταυτότητας!
Έτσι, πολύ αργότερα συνειδητοποίησα ότι η Ορθοδοξία υπήρξε:
Κιβωτός διατήρησης της Ελληνικής γλώσσας, κιβωτός διατήρησης της ελληνικής πολιτιστικής κληρονομιάς και κιβωτός επιβίωσης του Ελληνισμού.
(Αυτά όλα, παρακαλώ, μη τα πείτε σε «φιλελέδες»… Θα πάθουν! Και δεν κάνει…)
Μία - και μόνη - φορά πήγα να εξομολογηθώ…
Με πήγε η μάνα μου, όταν ήμουν 12 ετών…
Με κοίταξε ο παπάς, με ρώτησε πώς με λένε, κι ύστερα, ήρεμα, μου έκανε την «κρίσιμη ερώτηση»:
-- Έχεις κάτι να μου πεις;
-- Όχι, του απάντησα φοβισμένος…
Δεν με ρώτησε τίποτε άλλο.
Έσκασε ένα πλατύ χαμόγελο…
-- Εντάξει, μου λέει. Ευλογημένος να είσαι. Πήγαινε στη μαμά σου…
Δεν εξομολογήθηκα ποτέ ξανά, έκτοτε…
Με το παιδικό μου μυαλό νόμισα πως «δεν ήταν τίποτε»…
Μετά κατάλαβα, πως ο παπάς εκείνος σε πέντε λέξεις μου τα είχε πει ΟΛΑ!
Μοιράστηκα αυτή την εμπειρία μου, πολλά χρόνια αργότερα, με μια φίλη μου, διακεριμένη ψυχίατρο στην Αμερική, και μάλιστα Εβραία (non-observant Jew)…
-- Δεν σου τα είπε όλα, μου παρατήρησε…
Σου είπε μόνο τα μισά! Τα άλλα μισά θα σου τα πει, όταν, κάποτε θελήσεις μόνος σου να πάς να εξομολογηθείς…
Παρεμπιπτόντως, η γνώμη της, αν και Εβραία η ίδια, αν και ΜΗ θρησκευόμενη, ήταν πως η Εξομολόγηση, δεν είναι απλώς ένα Θείο Μυστήριο, είναι ίσως το πιο ισχυρό από τα «μυστικά όπλα» του Χριστιανισμού!
Γιατί εμπεδώνει αυτό την «προσωπική σχέση» ανάμεσα στο Πιστό που τον βαραίνουν οι αμαρτίες του και το Θεό που εκπροσωπεί τη Λύτρωση μέσα από τη «μετάνοια» και την «συγχώρηση» - δηλαδή την πραγμάτωση της Αγάπης!
Με τη μόνη διαφορά, επέμεινε, ότι η Ορθοδοξία δίνει έμφαση στη «συγχώρηση», ενώ ο Καθολικισμός στην «μετάνοια»…
-- Είστε πολύ πιο «ανεκτικοί», εσείς οι Ορθόδοξοι, σε σύγκριση με τους Καθολικούς, μου παρατήρησε χαμογελώντας. Όχι γιατί ανέχεστε την υποκρισία (της δήθεν «μεταμέλειας»), αλλά γιατί πιστεύετε περισσότερο στην ανθρώπινη Ελευθερία. Ο Θεός σας, σέβεται την Ελευθερία των Ανθρώπων. Κι αυτό σας καθιστά μοναδικούς.
Στην έκπληξη μου να ακούω τέτοια λόγια από μια Εβραία ψυχίατρο και δη άθεη ή αγνωστικίστρια στην καλύτερα περίπτωση, απάντησε κοφτά…
-- Τι νομίζεις; μου λέει…
Εμείς οι ψυχίατροι πασχίζουμε εδώ και δύο-τρείς γενιές, να κωδικοποιήσουμε και να καταλάβουμε, αυτά που οι Χριστιανοί εξομολογητές ξέρουν πολύ καλά εδώ και 2 χιλιάδες χρόνια!
Για να ’μια ειλικρινής, τότε δεν κατάλαβα πλήρως τα λόγια της.
Πολύ αργότερα, άρχισα να «ψυλλιάζομαι»…
Στο μεταξύ, ως έφηβος, απομακρύνθηκα από την Εκκλησία.
Κι ως νέος, ακόμα περισσότερο…
Οι μεγάλες προκλήσεις της ζωής, οι αγώνες, οι αγωνίες, η μέθη της προσωπικής επιτυχίας, αλλά και η οδύνη των αποτυχιών, δεν άφηναν μεγάλα περιθώρια για «μεταφυσικές αγωνίες».
Το «πνεύμα της εποχής» σκοτώνει συστηματικά κάθε πνευματικότητα…
Αργότερα, απλώς από «άθεος» έγινα αγνωστικιστής.
Αλλά μέχρις εκεί…
Υπήρχαν πάντα πράγματα που δεν μου άρεσαν ή δεν τα άντεχα στη θρησκεία και στην τελετουργία της. Αλλά και στον τρόπο που την ασκούν οι «ταγοί» της ή που τη βιώνουν οι πιστοί της…
Ποτέ δεν ήμουν σίγουρος, αν αυτό ήταν δικό μου «ψυχικό έλλειμμα» ή δική τους «πνευματική μειονεξία». Αν εγώ ήμουν «λάθος» ή εκείνοι.
Έτσι κι αλλιώς δεν ήταν δική μου έγνοια, δεν με αφορούσε, ας κάνει καθείς ότι θέλει…
Κάποια στιγμή έχασα τον πατέρα μου. Λίγα χρόνια αργότερα και τη μητέρα μου. Και τότε συνειδητοποίησα, ότι η μεταφυσική ανησυχία φούντωσε μέσα μου.
Πρώτον γιατί είχα ανάγκη να πιστέψω πως αυτοί που αγαπούσα και τώρα δεν υπήρχαν πια, δεν είχαν «εξαφανιστεί»!
Και δεύτερον, γιατί συνειδητοποιούσα πως κάποια στιγμή, όταν «θα έλθει η ώρα μου», κι εγώ δεν θα «εξαφανιστώ»! Είχα ανάγκη να το πιστεύω αυτό. Αλλιώς τίποτε δεν έχει νόημα! Και χωρίς νόημα δεν μπορείς να ζήσεις ούτε μια στιγμή…
Τότε κατάλαβα πως ο «Θεός» ως ανάγκη υπάρχει μέσα μας. Δεν είναι «μύθος» που μας «επιβάλλεται απ’ έξω». Δεν είναι κάτι που «απελευθερωνόμαστε» όταν το αρνηθούμε. Είναι μια προσμονή «αιωνιότητας», που αναβλύζει από μέσα μας για να δώσει νόημα στα εφήμερα της ύπαρξής μας.
Είναι υπαρξιακή ανάγκη δεν είναι «πολιτικό κατασκεύασμα»!
Κι ανάλογα με τη «μορφή» που θα δώσουμε στο «Θεό» που έχουμε μέσα μας, ανάλογα με το πώς θα βιώσουμε την εσωτερική ανάγκη μας για «Θεό», ανάλογα με το πώς θα «διασκεδάσουμε» τη μεταφυσική αγωνία του θανάτου, θα γίνουμε και διαφορετικοί άνθρωποι στη ζωή μας.
Μπορεί ο Θεός «φαντασιακά» να βρίσκεται στο «επέκεινα», αλλά πραγματικά διαμορφώνει τη ζωή μας. Κάθε στιγμή. Ακόμα και με την «απουσία» Του. Ακόμα κι όταν εμείς Τον αμφισβητούμε λογικά.
Ίσως μάλιστα, ιδιαίτερα όταν Τον αρνιόμαστε…
Όταν έκανα αυτές τις σκέψεις, έτυχε τότε ακριβώς, να καταρρέουν τα καθεστώτα του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Και τότε, με έκπληξη διαπιστώσαμε όλοι μας, πως κοινωνίες που εξοβέλισαν την Πίστη και καταδίωξαν την Ευσέβεια για τρείς γενιές – και μάλιστα «δια ροπάλου» πολλές φορές – ήταν πλέον οι πιο ευσεβείς και θρησκευόμενες κοινωνίες στον κόσμο!
Όντως, ο Θεός βρίσκεται μέσα στις καρδιές μας και ΔΕΝ ξεριζώνεται με τίποτε! Αν δεν μπόρεσαν να τον ξεριζώσουν οι σοβιετικοί επί εβδομήντα χρόνια συστηματικής πλύσης εγκεφάλου, διώξεων και τρομοκρατίας είναι «μάταιος κόπος»…
(Αυτό το τελευταίο ΜΗ το πείτε στους ΣΥΡΙΖΑίους. Δεν το έχουν καταλάβει ακόμα. Και δεν θα το καταλάβουν ποτέ! Οι καϋμένοι…)
Κάποια στιγμή παρακολούθησα στην Αμερική τα σεμινάρια ενός μεγάλου μαθηματικού, από τους μεγαλύτερους εν ζωή τότε…
Συγκλονιστική πνευματική εμπειρία!
Μια ομάδα από το ακροατήριό, τον κερνάγαμε μετά το μάθημα…
Κι έτσι γνωριστήκαμε καλύτερα.
Αφού τον βομβαρδίζαμε, για ώρα, με ερωτήσεις σχετικές με τις παραδόσεις του (Θεωρία Πρώτων Αριθμών και «Εικασία του Riemman), κάποια στιγμή μας το «έκοψε» και μας ρώτησε:
-- Πιστεύετε;
Κανείς μας δεν απάντησε…
-- Εσείς πιστεύετε; του γύρισα την ερώτηση (με κάποια δόση θράσους)…
Χαμογέλασε…
-- Γεννήθηκα Προτεστάντης απάντησε. Αλλά είμαι αγνωστικιστής. Δεν ξέρω…
-- Κι εμείς αγνωστικιστές είμαστε, έσπευσα να του απαντήσω…
-- Ωραία, μου λέει. Τότε ως «αγνωστικιστής» προς «αγνωστικιστές» ας μοιραστώ μαζί σας μια σκέψη μου:
Πριν δύο χιλιάδες χρόνια, ένας γιός ξυλουργού, παρέα με μια μικρή ομάδα ψαράδων, θεμελίωσαν μια θρησκεία που κυριάρχησε στον Κόσμο επί δύο χιλιετίες, άντεξε την άνοδο και την πτώση πολλών Αυτοκρατοριών, τα γυρίσματα πολλών αιώνων, εξαπλώθηκε πέρα από ηπείρους και ωκεανούς, άντεξε Μεσαίωνες και Αναγεννήσεις και Διαφωτισμούς και Επαναστάσεις και Αντεπαναστάσεις και Πολέμους…
Άντεξε! Εσείς πως το εξηγείτε αυτό;
Δεν απαντήσαμε φυσικά. Τι να πούμε;
Και συνέχισε:
-- Αν ο γιός του ξυλουργού ήταν ταυτόχρονα και γιός Θεού, τότε το πράγμα είναι απλό, Κι εξηγείται «εύκολα»…
Αλλά, αν ήταν απλά ένας γιός ξυλουργού, τότε είναι αληθινό Θαύμα!
Είτε πιστεύουμε στη θεϊκή φύση του Χριστού, είτε όχι το μήνυμα του Χριστιανισμού είναι ένα αληθινό θαύμα! Άρα θεϊκή μαρτυρία!
(Λίγο αργότερα μας ομολόγησε πως αυτό το «ευφυολόγημα» δεν ήταν δικό του. Η «πατρότητα» ανήκει μάλλον στον μεγάλο Νεύτωνα (που υπήρξε «μονοφυσίτης») και το επαναλάμβανε συχνά ο Κούρτ Γκέντελ, ο μεγαλύτερος ίσως μαθηματικός του 20ου αιώνα.)
Και συνέχισε:
-- Ο γιός ενός ξυλουργού και η παρέα του νίκησαν όλες τις ελίτ, όλων των εποχών! Δίδαξαν την Αγάπη. Την αυτοθυσιαστική αγάπη…
Κατέλυσαν όλες τις διακρίσεις κι όλα τα αξιώματα σε όλες τις εποχές, αφού μπροστά στο Θεό της Αγάπης, είμαστε όλοι ίσοι.
Κοινωνίες βαθύτατα διαιρεμένες, πολεμώντας ακατάπαυστα ανάμεσά τους, πιστεύουν ταυτόχρονα στο Θεό της Αγάπης.
Κοινωνίες που μαστίζονται από ανισότητες, αδικίες και διακρίσεις, πιστεύουν ταυτόχρονα σε ένα δοτικό Θεό που θυσιάζεται για το κάθε άνθρωπο προσωπικά, αφού τους αγαπάει όλους και αφού απέναντί Του όλοι είναι ίσοι…
Μόνο έτσι οι κοινωνίες των ανθρώπων μπορούν να ισορροπήσουν με τον εαυτό τους.
-- Κι είστε και «αγνωστικιστής» του λέω, κάπως περιπαιχτικά…
Σκέψου και να ήσασταν και Πιστός…
-- Ακριβώς, μου απαντάει…
Το μυαλό δεν μπορεί να «συλλάβει» το Θεό.
Αρκεί να μη Του κλείσει την πόρτα. Τα υπόλοιπα θα τα αναλάβει η Ψυχή.
-- Τι θέλεις να πεις; τον ρώτησε μια κοπέλα από την ομήγυρη.
-- Ότι το μυαλό δεν μπορεί να «ακουμπήσει» το «επέκεινα».
Γι’ αυτό το λένε «επέκεινα». Γιατί είναι πέρα από τα όρια της νόησης.
Κι όταν φτάσεις σε αυτά τα όρια, τότε τι κάνεις;
Είτε κλείνεις τα παράθυρα και λες «τα ξέρω όλα κι όσα δεν καταλαβαίνω δεν υπάρχουν»…
(Παρεμπιπτόντως, ο Κούρτ Γκέντελ, κατάρριψε αυτή την ανοησία του «νεοθετικισμού» με το περιβόητο «Θεώρημα της ΜΗ πληρότητας»…)
-- Είτε απλώς καταλαβαίνεις ότι έφτασες στα νοητικά σου όρια, κι από κει και ύστερα, αφήνεις ελεύθερη την Ψυχή σου να συνεχίσει την «αναζήτηση»…
Αν κλειστείς στα όρια της «νόησης», απλά αυτό-φυλακίζεσαι!
Δεν «κλείνεις την πόρτα στο Θεό»!
Απλά κλείνεσαι εσύ μέσα στη φυλακή σου…
Αυτό κάνουνε οι άθεοι! Κλείνονται στη φυλακή τους...
Εμείς οι υπόλοιποι, που αρνούμαστε να κλειστούμε στη νοητική φυλακή μας, είμαστε «αγνωστικιστές». Και κάποιοι από μας, κατά βάθος, Πιστεύουμε!
(Επαναλαμβάνω, αυτά τα τελευταία ΜΗ τα πείτε σε κανένα ΣΥΡΙΖΑίο! Θα πάθει σοκ. Δεν κάνει, μέρες που είναι…)
Καλή Ανάσταση σε όλους σας.»
Σώτος - διακεκριμένο μέλος της οργάνωσης «ΤαΚαΤοΜαΓΑυνα» [Ταλιμπάν κατά του Μαρξιστικού Γεροντικού Αυνανισμού].
Υ.Γ. Το εγκαταλελειμμένο σπίτι, όπου γεννήθηκε και έζησε ο στρατηγός Τόμπρας, ήρωας του Μακεδονικού αγώνα.
Η υπό τον Βούτση Βουλή δεν διαθέτει κονδύλια για τούτο το σπίτι. Ενώ για του Μπελογιάννη...