Του Αλέξανδρου Τζιρκώτη.
Εξοργιζόμαστε με τις ενέργειες της Τουρκίας στη Θράκη, στο Αιγαίο, στην Κύπρο και αλλού γιατί “κάνει ότι θέλει, χωρίς να λαμβάνει υπόψη της το Διεθνές Δίκαιο, γιατί ενεργεί σαν κοινός παραβάτης του νόμου, σαν παράνομος”. Θυμώνουμε με τον Ο.Η.Ε., με τις Η.Π.Α., με την Ε.Ε. και με τη Ρωσία (η αλήθεια είναι όχι και τόσο πολύ με την τελευταία), γιατί δεν την πιέζουν και δεν την επαναφέρουν στην τάξη. Μας πνίγει το δίκιο. Κακώς.
Αυτή η κατάσταση δεν προέκυψε σήμερα. Συνεχίζεται με αυξομειούμενη ένταση από τη δεκαετία του 1950. Μόνο που τα τελευταία χρόνια έχει πάρει επικίνδυνες διαστάσεις λόγω του χαρακτήρα του Ρ. Τ. Ερτογάν, της επιθετικής πολιτικής που εφαρμόζει, της κατάρρευσης της Ελληνικής οικονομίας, της ανυποληψίας στην οποία περιήλθε το Ελληνικό κράτος και, τέλος, της παραμέλησης των Ε.Δ.
Σε ό,τι αφορά τις σχέσεις Κύπρου–Τουρκίας και Ελλάδας–Τουρκίας, τα προβλήματα πηγάζουν και από διαφορετική (έστω σκόπιμα διαστρεβλωμένη εκ μέρους της Τουρκίας) ερμηνεία του Διεθνούς Δικαίου. Έχουμε πάντα απόλυτο δίκιο; Πιστεύω πως όχι. Ας σκεφτούμε μόνο την επιμονή μας στο πρωτοφανές: 6 ν.μ. χωρικά ύδατα, 10 ν.μ. εθνικός εναέριος χώρος.
Βεβαίως, όλοι (τουλάχιστον οι κυβερνήσεις Κύπρου και Ελλάδας) θα έπρεπε να γνωρίζουν τι είναι το Διεθνές Δίκαιο και ποιες οι δυνατότητες εφαρμογής και επιβολής του.
Στο εσωτερικό ενός κράτους δικαίου το «Δίκαιο» νομοθετείται από τη Βουλή, εφαρμόζεται από την κυβέρνηση, ελέγχεται από τα δικαστήρια και επιβάλλεται από την αστυνομία. Η αλήθεια (και ο φυσικός νόμος) είναι ότι ο δυνατός πάντοτε επιζητά να επιβάλει τη θέληση του και θα το κάνει αν δεν βρει αντίσταση. Μπορεί ο δυνατός να επηρεάζει περισσότερο από τον αδύνατο τους νομοθέτες επιδιώκοντας τη διαμόρφωση του Νόμου με τρόπο που να εξυπηρετεί τα δικά του συμφέροντα, όμως από τη στιγμή που ο Νόμος θα τεθεί σε ισχύ, συνήθως προστατεύει τον αδύνατο, γιατί ο τελευταίος αναγκάζεται (περισσότερο από το δυνατό) να προσαρμόσει ανάλογα τη δράση του. Ο αδύνατος, από το Νόμο επιζητά τη δικαίωση που του αρνείται ο δυνατός.
Στο διεθνές επίπεδο, η βασική αδυναμία του Διεθνούς Δικαίου είναι ότι δεν υπάρχει μόνιμος φορέας επιβολής του, αφού ακόμα και σχετικές ομόφωνες αποφάσεις του Σ.Α. του Ο.Η.Ε. δεν είναι σίγουρο ότι θα εφαρμοστούν. Πόσω μάλλον αποφάσεις διεθνών δικαστηρίων. Δεν υπάρχει μόνιμη «Διεθνής Αστυνομία» με την απαραίτητη εξουσία και ισχύ. Φαίνεται ότι αυτή την πραγματικότητα ακόμα δεν την έχουμε κατανοήσει ώστε να την αποδεχτούμε και να προσαρμόσουμε ανάλογα τις κινήσεις μας.
Επομένως, εάν ο αδύνατος δεν μπορεί να διαπραγματευθεί απ’ ευθείας με τον ισχυρό και να καταλήξει σε μια αποδεκτή συμφωνία, ούτε μπορεί να τον πιέσει να υποχωρήσει εκμεταλλευόμενος φιλίες και συμμαχίες (που ούτως ή άλλως ποτέ δεν είναι μόνιμες, πέραν του γεγονότος ότι ο βαθμός της όποιας υποστήριξης εξαρτάται πάντοτε από ανταλλάγματα), το αμέσως επόμενο βήμα είναι να επιδιώξει να εξασφαλίσει ότι η θέση του στηρίζεται στέρεα στο Διεθνές Δίκαιο. Αυτό, καλό είναι να γίνει επίσημα με απόφαση διεθνούς δικαστηρίου (ακόμα και κατόπιν μονομερούς προσφυγής, όπως έκαναν οι Φιλιππίνες εναντίον της Κίνας στην αντιπαράθεση τους για τις ζώνες της Νότιας Σινικής Θάλασσας) και όχι μόνο με εκμαίευση δηλώσεων συμπαράστασης από ισχυρούς ή και λιγότερο ισχυρούς φίλους και συμμάχους.
Από εκεί και πέρα, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός της απουσίας εξουσίας και δύναμης επιβολής του Διεθνούς Δικαίου, θα πρέπει με κάθε θυσία να ενισχυθούν οι Ε.Δ. με τρόπο που να καταστούν πραγματικά «επικίνδυνος» αντίπαλος – αναφέρομαι ειδικά στην Ελλάδα.
Οι κραυγές περί υπεροχής της Ελληνικής ψυχής η οποία θα κατανικήσει τον όποιο αντίπαλο, οι επικλήσεις αρχαιοελληνικών παιάνων, οι ηρωικές αναφορές του Υπουργού Άμυνας, που υποτίθεται τονώνουν το ηθικό και άλλες μεγαλοστομίες, στην πραγματικότητα το μόνο που πετυχαίνουν είναι να σκεπάσουν τις αδυναμίες και να παρακάμψουν ευσχήμως το πρώτιστο καθήκον του κράτους που είναι να εξασφαλίσει την εξωτερική ασφάλεια και εθνική ακεραιότητα της χώρας μέσω και της ενίσχυσης των Ε.Δ. με τρόπο που να μπορούν να ανταποκριθούν πειστικά στις προκλήσεις που θέτει καθημερινά ο αντίπαλος. Ο Λέον Τρότσκυ (φέρεται να) έθεσε πολύ παραστατικά αυτή την ανάγκη λέγοντας: “You may not be interested in war, but war is interested in you”.
Και επειδή πολλές φορές η όποια αμυντική στάση θεωρείται ως προδοσία ή το λιγότερο δειλία, καλό είναι να γνωρίζουμε ότι ακόμα και ο μεγαλύτερος πυγμάχος όλων των εποχών, δεν φημιζόταν τόσο για την επιθετική του τακτική και τα ισχυρά του χτυπήματα όσο για την ικανότητά του να αποφεύγει τον αντίπαλο, μέχρι να βρει την κατάλληλη ευκαιρία να επιτεθεί.