Γράφει ο Σωτήρης Καλαμίτσης.
Που λες Γιώργο,
Από τη στιγμή που πληροφορήθηκα την απώλειά σου έγινα δέκτης των καθιερωμένων κοινότοπων δηλώσεων των πωλητικών μας. Μέχρι και ο ΑνΥπΕθΑ Φωτίγκος έσπευσε να μας καθησυχάσει ότι δεν σε έριξε κάποιος Τούρκος, ώστε να μην αναρωτιόμαστε γιατί δεν ξαμολήσαμε τα φουσάτα μας να τιμωρήσουν τον οχτρό.
Αργότερα άκουσα ότι από το 1990 έχουμε χάσει 82 πιλότους και 101 αεροπλάνα. Ένα από τα αεροπλάνα που και συ κυβερνούσες γνωρίζοντας ότι αποκτήθηκε με το υστέρημα του ελληνικού λαού σε τιμή προσαυξημένη με τη μίζα ενός τουλάχιστον από τους πωλητικούς που έχυσαν κροκοδείλια δάκρυα για το χαμό σου. Είχα ακούσει πόσο προσεκτικοί είναι όλοι οι πιλότοι που έχουν στα χέρια τους εκατομμύρια δολάρια του ελληνικού λαού. Είχα ακούσει από γιατρό της Αεροπορίας ότι κάθε φορά που προσγειώνονται οι πιλότοι μας από μία αποστολή και περνάνε από ιατρικό έλεγχο, τα άρβυλά τους είναι μια λίμνη από τον ιδρώτα τους.
Έπεσα σε περισυλλογή. Γιατί χάθηκες άραγε; Για τον Ρουβίκωνα, τους Πυρήνες της Φωτιάς, τον Επαναστατικό Αγώνα, τον ΕΛΑ και δε συμμαζεύεται, τους ακτιβιστές, τους διορισμούς; Για τους μετακλητούς της πλάκας που εισπράττουν πολλαπλάσια από τις αποδοχές σου για να βαστάνε τις σακκούλες του υπουργού, του Γραμματέα κ.λπ.; Για τους επίορκους δικαστικούς; Για τον διαγωνισμό των τηλεοπτικών αδειών; Για τη ρεμούλα και τις μίζες που αποτελούν καθημερινή πρακτική; Για την προστασία των ληστών της λίστας Lagarde και τόσων άλλων ληστών; Για τους λαθρομετανάστες που έχουν βουλιάξει τα νησιά μας; Ποια σύνορα υπερασπιζόσουν ρε Γιώργο; Αυτά που δεν βλέπει ο πρωθυπουργός μας που δέχθηκε τα συλλυπητήρια του Τούρκου πρωθυπουργού και είχε την ευκαιρία να του μιλήσει για τους 2 δικούς μας που έχουν απαγάγει οι γείτονες; Μη μου πεις ότι δεν μίλησαν και για τους 8 Τούρκους. Εσύ που βλέπεις από ‘κει ψηλά ξέρεις, αλλά δε μιλάς.
Και μετά άκουσα ότι η Βουλή υιοθετεί τα παιδιά σου. Πόσο συγκινητικό. Οποία μεγαλο-ψιχία. Χάθηκε μια τροπολογία τόσα χρόνια, σαν κι’ αυτή για το πρόστιμο στη ΣΕΚΑΠ, την άλλη με τη μη δίωξη των κωμάτων για θαλασσοδάνεια ή τη νομιμοποίηση παράνομων δαπανών, που να ορίζει ότι για την οικογένεια όσων πέφτουν πάνω στο καθήκον, το κράτος καταβάλλει στη σύζυγο και σε κάθε παιδί του μηνιαία τιμητική σύνταξη ίση με το ήμισυ των μηνιαίων αποδοχών Γενικού Γραμματέως Υπουργείου. Έτσι, για τα μάτια ρε γαμώτο!
Και μετά αλίευσα στο διαδίκτυο τούτο το γράμμα. Υποτίθεται ότι το έχει γράψει σύζυγος πιλότου. Κι’ αν δεν είναι αλήθεια, είναι τόσο πραγματικό. Μου μαλάκωσε την ψυχή.
«Ήξερες από όταν τον παντρεύτηκες, ότι μαζί με αυτόν πήρες προίκα και την δουλειά του. Μια δουλειά ζόρικη, απαιτητική, που απαιτεί θυσίες και αφοσίωση αλλά αγαπάει τρελά… Μπορεί όμως και να τον αγάπησες και λίγο περισσότερο λόγω αυτής. Και ήξερες ότι ποτέ η ζωή σας δεν θα είναι σαν των άλλων. Ήξερες ότι θα πηγαίνατε για καφέ και θα είχε τα «πράγματά του» μαζί του, ήξερες ότι το τηλέφωνο μπορεί να χτυπούσε τα χαράματα και να έπρεπε να πάει στην «δουλειά», ήξερες ότι το μεσημέρι θα αργούσε σχεδόν πάντα και τις αργίες και τα Σαββατοκύριακα μπορεί να έλειπε. Στην πορεία έμαθες ότι δεν θα είναι πάντα στις γιορτές των παιδιών και το έμαθαν και αυτά. Αλλά ήταν περήφανα για αυτόν. Γιατί ο μπαμπάς φοράει έναν αετό στο αριστερό του στήθος με άσπρα φτερά και πετάει. Και την ελληνική σημαία βεβαίως περήφανα στο μπράτσο,
Όλα αυτά τα χρόνια, πριν φύγει για την δουλειά τον φιλάς και βαθιά μέσα σου εύχεσαι να μην είναι το τελευταίο φιλί που του δίνεις. Πριν φύγει θα σου θυμίσει, ότι «αν γίνει κάτι», τα κλειδιά για το αυτοκίνητο θα είναι στο ντουλαπάκι του στην Μοίρα. Και πάντα όταν προσγειωθεί, θα σου στείλει ένα μήνυμα ότι προσγειώθηκε και είναι καλά. Κάτι για το οποίο πάλεψες πολύ κ μάλωσες κ φώναξες, γιατί το θεωρούσε περιττό αλλά μόνο εσύ ξέρεις πόσο πολύ το έχεις ανάγκη.
Φίλοι, γνωστοί και συγγενείς σε έχουν ρωτήσει πώς το αντέχεις όλο αυτό και ότι αυτοί δεν θα μπορούσαν. Και νιώθεις ένα μικρό σφίξιμο στο στήθος όταν στο λένε, γιατί όντως είναι βαριά και δύσκολη αυτή η ζωή αλλά κόβονται τα φτερά από έναν αετό;;;
Ώσπου έρχονται κάτι μέρες σαν την προηγούμενη Τετάρτη. Μαύρες και άραχνες. Με ένα μεγάλο ΓΙΑΤΙ γραμμένο πάνω τους, που σε παγώνουν και σε παραλύουν, μέχρι να μάθεις τα ονόματα αυτών που «φύγαν» και πέταξαν ψηλά και να χαρείς ταυτόχρονα που δεν είναι ο δικός σου άνθρωπος αλλά και να θρηνήσεις σαν να ήταν δικοί σου άνθρωποι και αυτοί, γιατί σε αυτή την «δουλειά» είναι όλοι μια οικογένεια.
Και μετά να σκεφτείς και να κλάψεις για αυτές τις οικογένειες που η αγκαλιά τους άδειασε, γιατί ο αετός τους πέταξε ψηλά. Για αυτά τα παιδιά που θα μείνουν ορφανά αλλά θα πρέπει να είναι και υπερήφανα και για αυτές τις χήρες, που στο τέλος θα πρέπει να θάψουν ένα άδειο πολλές φορές φέρετρο και να γεμίσουν την αγκαλιά τους με μια σημαία διπλωμένη τριγωνικά, ένα πηλήκιο και ένα ξίφος ως παρηγοριά και ανάμνηση.
Όπως οι γυναίκες του Σήφη, του Κώστα, του Παντελή…
Και οι αετοί που μείνανε πίσω; Δακρύζουν και πονάνε. Υποκλίνονται ευλαβικά και ανοίγουν τα ατσαλένια τους φτερά και ξαναπετάνε. Γίνονται ένα με αυτά και αφήνουν όλα τα άλλα πίσω. Γιατί έτσι πρέπει. Γιατί η ζωή συνεχίζεται. Γιατί το καθήκον τους περιμένει. Γιατί είναι αετοί. Και κουβαλάνε βουβά τον πόνο μέσα τους, γιατί ξέρουνε ότι αυτοί ήταν τυχεροί σήμερα και κάποιος άλλος όχι. Που βάζουν μπροστά το καθήκον και την γαλανόλευκη.
Και εσύ που μένεις πίσω; Φοβάσαι; Αγχώνεσαι; Μάλλον λίγο απ’ όλα, ε; Αλλά με τον καιρό, συνηθίζεις. Και σταματάς να το σκέφτεσαι. Είτε είσαι σύζυγος, παιδί, πατέρας, φίλος… Και είσαι περήφανος για τον δικό σου αετό και τα φτερά που φοράει. Και ας λείπει ώρες από το σπίτι. Και ας μυρίζει κηροζίνη, όταν γυρνάει.
Αλλά πάντα, όταν δεις πετούμενο στον ουρανό, θα σηκώσεις το βλέμμα ψηλά και θα ευχηθείς «καλή προσγείωση», ξορκίζοντας το κακό.
Και ο αετός ξέρει, ότι μια αγκαλιά τον περιμένει μόλις γυρίσει. Και πάντα έχει στο πίσω μέρος του μυαλού του τον Σήφη, τον Κώστα, τον Παντελή…
ΥΓ. Αφιερωμένο σε όλες τις οικογένειες των Αετών του Αιγαίου, που πέταξαν ψηλά… Δεν σας ξεχνάμε!»
Δεν ξέρω τί να πω ρε Γιώργο. Αιωνία σου η μνήμη!