Κυνηγώντας εμπειρίες στη μέση του πουθενά...
Θυμάται και σχολιάζει ο Ιωσήφ Παπαδόπουλος.
Πολύ ήθελα να λάβω μέρος σ' εκείνο τον αγώνα των Αζορών, αλλά τα χρήματα που είχα στην άκρη, για μια ώρα ανάγκης, δεν αρκούσαν. Ούτε χορηγοί όμως υπήρχαν. Είχα ακυρώσει λοιπόν την αρχική αίτηση συμμετοχής, όταν έλαβα το τηλεφώνημα του προέδρου της Dacmar, Henri Le Moing : "Έχουμε την πρόθεση, επειδή εκτιμούμε τα προσόντα και την εμπειρία σου στον χώρο των φουσκωτών σκαφών και θα θέλαμε να συμμετάσχεις σ' αυτόν τον αγώνα, να σου βρούμε σπόνσορα που θα καλύψει όλα τα έξοδα συμμετοχής σου, από την Λισσαβώνα και μετά. Σε μια τέτοια περίπτωση θα ερχόσουν;". Έμεινα σχεδόν με το ακουστικό στο χέρι, αδυνατώντας να πω κάτι περισσότερο από ένα "οπωσδήποτε, είναι να το ρωτάτε;".
Δεν είχαμε όμως τα αεροπορικά εισιτήρια μέχρι την Λισσαβώνα και κάποιον απαραίτητο εξοπλισμό. Αυτά έπρεπε να τα βρούμε στην Ελλάδα! Μέχρι και την τελευταία εβδομάδα η συμμετοχή μας "παιζόταν", γιατί η απάντηση από τις εταιρείες, που είχαν άμεση σχέση με το αντικείμενο, ήταν πανομοιότυπη : "Ξοδέψαμε όλο το διαφημιστικό μας budget, δεν έχουμε χρήματα, δύσκολες εποχές, μπλα, μπλα, μπλα...". Απογοήτευση και, για άλλη μια φορά, η θλιβερή διαπίστωση ότι εδώ πατρονάρονται μόνο όσοι έχουν να δώσουν κάτι που "πουλάει" πολύ. Και σ' αυτή τη χώρα η θάλασσα ποτέ δεν "πουλούσε"...
Στο παρά πέντε, και πάνω στην απελπισία μου, πήγα στην... αντιπροσωπεία της "TΟΥΟΤΑ". Μη με ρωτήσετε πώς μου ήρθε αυτή η ιδέα. Δεν ξέρω. Μας έδωσαν πάντως αυτά που ζητήσαμε, χάρις στο ανοικτό μυαλό της κυρίας Ιερωνύμου, χωρίς μάλιστα να απαιτήσουν τίποτε σαν αντάλλαγμα! Εξωφρενικά πράγματα! Κάποιοι καλοί φίλοι στην Castrol μας έδωσαν τις φόρμες, ο Αλέξης Ζαχαριάδης της Alex Marine μας δάνεισε μια πυξίδα, ένα φορητό gps και ένα vhf, ενώ ο Μπάμπης Μπουζάκης φρόντισε να μας φτιάξει τέσσερα στηρίγματα για τα πόδια. Ας είναι καλά, τον θυμήθηκα πολλές φορές στις... αποθαλασσώσεις, κατά την διάρκεια του αγώνα. Πετώντας για την Λισσαβώνα είχα πάντως το ίδιο τρακ που ένοιωθα πριν από κάθε θαλασσινή εξόρμηση αλλά, επιπλέον, και την αγωνία του άγνωστου. Το απέραντο γαλάζιο του ωκεανού ήταν εκεί και μας περίμενε...
Δέκα οκτώ ήταν τελικώς οι συμμετοχές το 1996, σε έναν αγώνα που οι διοργανωτές ήθελαν να τον καθιερώσουν σαν θεσμό, αφού εκείνη ήταν η τρίτη εν συνεχεία χρονιά. Έμελλε όμως να είναι και η τελευταία. Αντίπαλοί μας, Άγγλοι, Γάλλοι, Πορτογάλλοι, Νοτιοαφρικανοί, Ιάπωνες, Αζοριανοί, Σέρβοι, Ιταλοί, Ολλανδοί και Ισπανοί. Εκπρόσωποι κρατών, φαινομενικώς άσχετων μεταξύ τους, που δέθηκαν ωστόσο καθ' όλη την διάρκεια εκείνης της εβδομάδας με ένα ασταμάτητο γέλιο που συντόνιζαν ο Ισπανός Ricardo Masabeu, ο Ιάπωνας Kohji Ikeda και ο αμίμητος Άγγλος Paul Lemmer της Blue Water Maritime.
Φθάσαμε αεροπορικώς στο μικρό νησί του συμπλέγματος των Αζορών, S. Maria, το βράδυ της Παρασκευής 12 Ιουλίου του 1996. Το επόμενο πρωί παραλάβαμε, μετά από κλήρωση, το σκάφος με τον αριθμό 17. Ένα από τα 18 πανομοιότυπα πεντάμετρα Bombard Explorer με κινητήρα Yamaha 75 Pro. Ήταν η πρώτη (και τελευταία) φορά που λάμβανα μέρος σε έναν αγώνα ταχυπλοίας στον οποίον όλα τα σκάφη (και οι κινητήρες τους) ήταν ίδια. Και είναι, πιστεύω, αυτοί ακριβώς οι αγώνες στους οποίους αναδεικνύεται ο ανθρώπινος παράγοντας και όχι το... πορτοφόλι.
Με την παραλαβή των σκαφών τα πληρώματα έπεσαν με τα μούτρα στη δουλειά. Έπρεπε να τοποθετηθούν όλα τα αυτοκόλλητα (αριθμοί, σπόνσορες, ονόματα κυβερνήτη και συγκυβερνήτη) καθώς και οι πυξίδες και τα gps. Επιστρατεύθηκαν όλες οι πιθανές και απίθανες πατέντες. Κολλητικές ταινίες διπλής όψεως, ειδικές γόμμες συγκόλλησης, βιδώθηκαν ξύλινα σκαλοπάτια στο deck, για να κερδίσουν πόντους οι... κοντοί, που τα πόδια τους δεν έφταναν στο κατάστρωμα εξ αιτίας του αφύσικα υψηλού καθίσματος jockey, ενώ κάποιοι την "έπεσαν" στα... μαξιλάρια και τις πετσέτες των ξενοδοχείων, προκειμένου να εξασφαλίσουν ανώδυνες επαφές με τις μεταλλικές πλάτες του καθίσματος!
Μας ξένισαν (αν όχι μας θορύβησαν) οι προσεκτικές προετοιμασίες (υπερβολικές προφυλάξεις θα έλεγα), κυρίως όσων είχαν ήδη λάβει μέρος στον αγώνα εκείνο, την μία ή και τις δύο προηγούμενες φορές. Ο δοκιμαστικός πλους εκείνου του απογεύματος, που δεν μετρούσε στη βαθμολογία αλλά είχε σκοπό να εξοικειώσει τους συμμετέχοντες με τα σκάφη τους και την θάλασσα των Αζορών, ήταν ένας "πρόλογος" 25 μόλις ν. μιλίων που τα είχε όμως όλα! Πολύ αντιμάμαλο, ανελέητο κτύπημα για τους "γρήγορους" και ένα πολύ σαφές μήνυμα για το τι επρόκειτο να ακολουθήσει. Οι γάστρες άλλωστε των σκαφών εκείνων σε τίποτε δεν θύμιζε τις βαθύγαστρες σύγχρονες γάστρες των φουσκωτών, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Το τίμημα εκείνου του "προλόγου", για μας, ήταν δύο κομμάτια... κρέας απ' τις φτέρνες του συγκυβερνήτη μου Χριστόφορου Δουραμάνη, που είχε την "φαεινή" ιδέα να επιβιβαστεί στη βάρκα με... παντόφλες, και μια διαπίστωση από τις περιφερόμενες στο deck τσάντες μας πως έπρεπε να τις δέσουμε καλύτερα αν δεν θέλαμε να μας αποχαιρετήσουν στον ωκεανό. Φθάσαμε πάντως τρίτοι στον τερματισμό, ανεβάζοντας την ταχύτητα και την αδρεναλίνη μας, έστω και αν ξέραμε εκ των προτέρων πως η θέση εκείνη δεν "έλεγε" τίποτε. Είχαμε όμως φθάσει στις Αζόρες για να τρέξουμε, και αυτό ακριβώς κάναμε! Αυτό, άλλωστε, έκαναν όλοι.
Ο επταήμερος Μαραθώνιος έμελλε να αρχίσει την επόμενη μέρα. Η διαδρομή του πρώτου σκέλους προέβλεπε μια απόσταση 65 ν. μιλίων μέχρι το νησί S. Miguel. Τα καύσιμα που είχαν δοθεί ήταν μάλλον οριακά, οι εντολές δε, τόσο του Henri Le Moing, όσο και του Race manager, Jimmy Viant, ήταν σαφείς : "Τρέξτε τόσο όσο σας φθάνουν τα καύσιμά σας! Αν για κάποιο λόγο ακινητοποιηθείτε, δώστε την θέση σας στο κανάλι 16 του vhf (τώρα πόση εμβέλεια μπορεί να έχει ένα φορητό vhf, αυτό είναι μια άλλη ιστορία), αλλά αν δεν συντρέχει σοβαρός λόγος, μην καλέσετε σε βοήθεια! Μείνετε στο σκάφος σας κατά την διάρκεια της νύχτας, αν εν τω μεταξύ δεν σας έχουν βρει! Την άλλη μέρα ένα αεροπλάνο θα πετάξει πάνω απ' την περιοχή για να σας εντοπίσει!".
Συμβουλές που ήχησαν σίγουρα περίεργα στ' αυτιά μας. Γιατί αν είχε κανείς την "ευκαιρία" ή την επιθυμία να περάσει μία ή, ίσως, και περισσότερες νύχτες στον ωκεανό, είναι σαφές ότι θα προτιμούσε τις ανέσεις ενός ιστιοπλοϊκού (τουλάχιστον), και πάντως όχι ενός πεντάμετρου φουσκωτού που θα μπορούσε, παραδομένο στο έλεος του ανέμου και των ρευμάτων, να είναι το άλλο πρωί εκτός τόπου και χρόνου! Περίεργες όντως "συμβουλές" από έμπειρους, υποτίθεται, ναυτικούς, και μάλιστα υπεύθυνους διοργάνωσης ενός διεθνούς αγώνα, προς πληρώματα, μερικά από τα οποία λίγη θαλασσινή εμπειρία διέθεταν.
Ευτυχώς, όλα πήγαν καλά εκείνη την πρώτη μέρα, συνηγορούντος και ενός καταπληκτικού καιρού. Φθάσαμε τέταρτοι στον τερματισμό, πίσω από το δίδυμο του Ιάπωνα Ikeda και του Νοτιοαφρικανού Duncan Ross, του Πορτογάλλου Nuno Pereira και του Ισπανού Jaume Gramona. Εκείνη την ημέρα διαπιστώσαμε έκπληκτοι ότι κάποια σκάφη, αν και πανομοιότυπα μεταξύ τους, ήταν πιο γρήγορα από κάποια άλλα! Το δικό μας ήταν κάπου στη μέση, και αυτό προϋπέθετε μεγαλύτερη προσπάθεια εκ μέρους μας, αν θέλαμε να ελπίζουμε σε κάποια αξιοπρεπή εμφάνιση. Σύμμαχός μας θα ήταν, δίχως άλλο, ο... κακός καιρός, στον οποίο και είχαμε αποθέσει όλες μας τις ελπίδες. Εν τω μεταξύ, ο αξιαγάπητος νεαρός τεχνικός της Yamaha κατέβαλε φιλότιμες προσπάθειες για να εντοπίσει και να λύσει το πρόβλημα που είχαμε με το trim του κινητήρα.
Το δεύτερο σκέλος του αγώνα, την Δευτέρα 14 Ιουλίου, ήταν το μεγαλύτερο (98 ν. μίλια) και ένα από τα δραματικότερα για πολλούς από τους διαγωνιζομένους. Επρόκειτο για το πέρασμα από το νησί S. Miguel μέχρι το νησί Terceira. Στην εκκίνηση έγινε το "έλα να δεις"! Φύγαμε όλοι θριαμβευτικά, μετά το σήμα του αλυτάρχη, από την μαρίνα της Ponta Delgada. Κάποιοι "γρήγοροι" μας έκλεισαν στην πρώτη στροφή, αφαιρώντας μας εντελώς το οπτικό πεδίο με τα απόνερά τους. Αργότερα διαπιστώσαμε ότι το ένα πτερύγιο της προπέλλας είχε λυγίσει, προφανώς από την σφοδρή πρόσκρουσή του με κάποιο μαδέρι, που δεν είδαμε μέσα στο γενικό μπάχαλο της εκκίνησης. Διακόσια μέτρα πιο κάτω η μηχανή... εξέπνευσε!
Το βύσμα της παροχής του καυσίμου από το εύκαμπτο ρεζερβουάρ, που είχαμε αποφασίσει να χρησιμοποιήσουμε πρώτα, είχε βγει. Το ρεζερβουάρ αυτό θα μετατρεπόταν λίγη ώρα αργότερα, κυριολεκτικώς σε... κουρελόπανο, αφού έσπασε η μία λαβή του, ενώ η βάση του σωλήνα πλήρωσης άνοιξε, με αποτέλεσμα να χύνεται βενζίνη στο deck, να λυώσουν τα μποτάκια νεοπρενίου που φορούσα, ο δε Χριστόφορος να προσπαθεί απεγνωσμένα να διατηρήσει την ισορροπία του, κάνοντας επικίνδυνα σλάλομ πάνω στο χυμένο καύσιμο! Απεδείχθη, για άλλη μια φορά, ότι τα ρεζερβουάρ αυτά, κάτω από δύσκολες συνθήκες, είναι από απαράδεκτα έως επικίνδυνα, όταν δεν υπάρχουν κλειστοί χώροι αποθήκευσης.
Καταφέραμε, τελικώς, μετά από όλα αυτά να μείνουμε τελευταίοι, πεντακόσια τουλάχιστον μέτρα πίσω από τον προτελευταίο. Άρχισα απεγνωσμένα να κυνηγώ τους προπορευόμενους προσπαθώντας να διατηρώ οπτική, τουλάχιστον, επαφή. Με δεδομένη την ίση (θεωρητικώς τουλάχιστον) ισχύ των κινητήρων, τις καιρικές συνθήκες εκείνης της ημέρας και την σχεδόν επίπεδη γάστρα του Bombard, αυτό έμοιαζε στην αρχή με όνειρο απατηλό. Παρ' όλα αυτά καταφέραμε να "πιάσουμε" έξι από τα προπορευόμενα σκάφη, οδηγώντας το δικό μας στα όριά του και καταπονώντας τις μέσες, τα άκρα και τους σβέρκους μας.
Στο σημείο ελέγχου νούμερο 1, κάπου στη μέση του πουθενά, βρεθήκαμε να έχουμε ήδη προσπεράσει επτά σκάφη! Από εκεί μέχρι τον τερματισμό η πορεία μας ήταν μοναχική. Όταν μπήκαμε στη μαρίνα της Praia da Vitoria, του νησιού Terceira, μόνο πέντε από τα δεκαεπτά συνολικώς σκάφη που συμμετείχαν στον αγώνα ήταν ήδη ελλιμενισμένα εκεί! Τότε μόνο αντιληφθήκαμε το μέγεθος της προσπάθειας που είχαμε καταβάλει, τερματίζοντας στην έκτη θέση, παρ' όλα τα προβλήματά μας.
Το ίδιο βράδυ, στο ξενοδοχείο, από παντού ακούγονταν αναστεναγμοί, οιμωγές και επιφωνήματα πόνου, ενώ όλοι επεδείκνυαν μέρη του σώματός τους που μαρτυρούσαν απ' το χρώμα τους τι είχε προηγηθεί! Το μεγαλύτερο δικό μου πρόβλημα ήταν η πληγωμένη γλώσσα μου, που κατάφερα να την δαγκώσω πολύ άσχημα όταν, στην προσπάθειά μου να δω σε ποια κατάσταση βρισκόταν το εύκαμπτο ρεζερβουάρ που είχαμε τοποθετήσει στην πλώρη, χτύπησα το στόμα μου στην πυξίδα, αφήνοντας εκεί κάποιο τμήμα της γλώσσας μου! Κατά τα άλλα, ο Χριστόφορος έκλαιγε τα ακριβά γυαλιά του, που τον εγκατέλειψαν στον ωκεανό, κι' εγώ τα μποτάκια μου που δεν θα ξαναφορούσα...
Εκείνο το βράδυ ο Paul Lemmer ρώτησε τον Jimmy Viant αν θα έπρεπε να ληφθεί υπ' όψιν ο χρόνος που έχασαν κάποιοι στην προσπάθειά τους να βοηθήσουν το πλήρωμα κάποιου σκάφους που είχε πέσει στη θάλασσα. Η απάντηση ήταν κάθε άλλο παρά αναμενόμενη : "Δεν είσασταν υποχρεωμένοι να σταματήσετε! Ο Κανονισμός του αγώνα δεν προβλέπει κάτι τέτοιο!". Δεν κατάφερα να αντισταθώ στον πειρασμό και είπα : "Αν ο Κανονισμός προβλέπει για κάποια παράβαση να τεθεί εκτός αγώνα ένα πλήρωμα, γιατί δεν θα έπρεπε στην περίπτωση παροχής βοήθειας, που είναι το ζητούμενο, αν μιλάμε για ναυτωσύνη, να επιβραβευτεί αντίστοιχα το πλήρωμα που θα παρείχε την βοήθεια;". Δεν πήρα καμμία απάντηση, πέρα από το χειροκρότημα επιβράβευσης εκ μέρους όλων των διαγωνιζομένων. Αργότερα θα πλήρωνα αυτή μου την "έμπνευση"...
Η Τρίτη 16 Ιουλίου, ήταν η μέρα μας! Το τρίτο εκείνο σκέλος του αγώνα προέβλεπε το πέρασμα από το νησί Terceira στο νησί Sao Jorge. Μια απόσταση 30 ν. μιλίων και ένας καιρός κομμένος και ραμμένος στα μέτρα μας! Φύγαμε χωρίς προβλήματα από την μαρίνα Angra do Heroismo της Terceira, όπου είχαμε φθάσει σε ρυθμό ρελαντί από την Praia da Vitoria, προκειμένου να γίνει η απαραίτητη φωτογράφιση και βιντεοσκόπηση. Μετά το εκπληκτικό μεσημεριανό φαγητό, δόθηκε η εκκίνηση. Φύγαμε μαζί με τους πρώτους.
Κάποιοι, στα πρώτα αντιμάμαλα έξω από την μαρίνα, έπεσαν στη θάλασσα! Τα πρώτα τρία σκάφη ξεχώρισαν γρήγορα. Ο Αζοριανός Jose Furtado οδηγούσε την κούρσα, ακολουθούμενος από τον Paul Lemmer και εμάς. Ο καιρός ήταν πουνέντης. Η θάλασσα θύμιζε ανακατεμένο Αιγαίο. Η πορεία μας στις 255 μοίρες. Δεν αργήσαμε να φθάσουμε τους Άγγλους και να τους βάλουμε στα απόνερά μας. Φαίνεται πως η θέση του επισκευασμένου εύκαμπτου, που είχαμε τοποθετήσει κοντά στον καθρέφτη, σε συνδυασμό με την καινούργια προπέλλα που αντικατέστησε την κτυπημένη, έδωσε κάποιον "αέρα" στην ρηχή γάστρα, "ελαφρώνοντας" την πλώρη και ανεβάζοντας κατά ένα ή δύο κόμβους την τελική μας ταχύτητα.
Έπαιζα διαρκώς με το trim, σπρώχνοντας τη μανέττα πεισματικά στο απώτερο σημείο της. Οι "σούζες" ήταν ατέλειωτες! Το κυνηγητό του Furtado ανελέητο. Αρχίσαμε να καλύπτουμε σταδιακώς την απόσταση που μας χώριζε. Διαπιστώσαμε ότι ο Αζοριανός δεν είχε άλλα αποθέματα ταχύτητας. Λίγες εκατοντάδες μέτρα πριν τη βραχονησίδα Topo, που είχε οριστεί σαν σημείο ελέγχου, τον προσπεράσαμε! Με ένα νεύμα επιδοκιμασίας μάς χαιρέτησε ιπποτικά, αποδεχόμενος μάλλον την ανωτερότητά μας. Πλησιάζοντας όμως την νησίδα, μας πήρε την εσωτερική, γνωρίζοντας προφανώς καλά τα νερά, που ήταν πολύ ρηχά σ' εκείνη την περιοχή.
Εν τω μεταξύ, πάνω απ' τα κεφάλια μας την μονομαχία αποθανάτιζε ο cameraman του υδροπλάνου, που είχε αποθαλλασωθεί γι' αυτόν ακριβώς τον σκοπό. Σε κάποιο σημείο η μονομαχία εξελίχθηκε σε μάχη "σώμα με σώμα", ανάμεσα σε ξέρες που έβγαιναν απ' το πουθενά! Κάναμε τις πιο απίστευτες "σούζες", που είχαμε μέχρι τότε επιχειρήσει με φουσκωτό στη θάλασσα, με ορατό τον κίνδυνο να ανατραπούμε και να βρεθούμε στο νερό αν διεσπάτο η προσοχή μας έστω και για ένα δευτερόλεπτο! Μείναμε όμως καρφωμένοι στον "ίππο", προσπερνώντας και πάλι τον Furtado, βγαίνοντας από το στενό πέρασμα και παίρνοντας την τελική ευθεία.Φθάσαμε πρώτοι στον τερματισμό με έκδηλη την ικανοποίηση για την επιτυχία μας. Οι πόνοι από τα κτυπήματα της προηγούμενης μέρας θαρρείς και είχαν εξαφανιστεί μ' εκείνους τους είκοσι βαθμούς...
Η Τετάρτη 17 Ιουλίου περιελάμβανε δύο σκέλη. Ένα τεστ κατανάλωσης, σε απόσταση 20 ν. μιλίων, και ένα ταχύτητας, σε απόσταση 30 ν. μιλίων μέχρι το Velas του S. Jorge, όπου και θα διανυκτερεύαμε. Ο άνεμος είχε κοπάσει εντελώς. Ο Ατλαντικός δεν διέφερε σε τίποτε από την... λίμνη Τριχωνίδα! Κάποιοι Πορτογάλλοι και Αζοριανοί, οι οποίοι προηγούντο στην κατάταξη μέχρι εκείνη την στιγμή, "συνελήφθησαν" να αδειάζουν το ανοξείδωτο ρεζερβουάρ του σκάφους τους, χρησιμοποιώντας τα ίδια πλαστικά ρεζερβουάρ που χρησιμοποιούσαν οι διοργανωτές για την μεταφορά του λαδιού! Κι' εμείς οι αφελείς αναρωτιόμασταν μέχρι τότε τι έφταιγε και η βάρκα μας ήταν πιο αργή, αφού όλες ήταν ίδιες! Ήταν λοιπόν θέμα βάρους! "Του χρόνου θα ξέρουμε", είπα του Χριστόφορου.
Αυτό που ωστόσο μας εξέπληξε ήταν η απάντηση του πάντοτε χαμογελαστού Race manager Jimmy Viant (το χαμόγελο που σκοτώνει) στην ερώτησή μου γιατί δεν ενημέρωσε όλα τα πληρώματα ότι είχαν το δικαίωμα να μεταγγίσουν τα επιπλέον καύσιμά τους ώστε να ελαχιστοποιήσουν το βάρος του σκάφους και την κατανάλωση καυσίμου, μεγιστοποιώντας παράλληλα την ταχύτητα. "Δεν με ρωτήσατε" (!!) απάντησε, νομίζοντας προφανώς ότι με αποστόμωσε! Το αφήσαμε να περάσει, αφού η κατάκτηση της πρώτης θέσης δεν ήταν αυτοσκοπός, ενώ αρκετοί από τους διαγωνιζόμενους κουνούσαν με νόημα το κεφάλι τους. Δεν ήθελα άλλωστε να τραβήξω άλλο το σχοινί, που είχε ήδη τεντωθεί επικίνδυνα εξ αιτίας της αμφισβήτησής μου απέναντι στον τρόπο με τον οποίο ο Jimmy Viant ερμήνευε τον Κανονισμό του αγώνα στο θέμα που δημιουργήθηκε την δεύτερη μέρα με την ένσταση του Paul Lemmer.
Τερματίσαμε έτσι έβδομοι στο τεστ κατανάλωσης και τέταρτοι στο τεστ ταχύτητας, αλλά είχαμε τουλάχιστον την συνείδησή μας ήσυχη ότι ούτε βάρος είχαμε κρυφά αφαιρέσει, ούτε την μηχανή είχαμε πειράξει... Ο Mario Medeiros πήρε και στα δύο εκείνα σκέλη την πρώτη θέση, κερδίζοντας έτσι το χαμένο έδαφος από τις δύο τελευταίες απουσίες του, αφού περίμενε να τοποθετηθεί καινούργια μηχανή στο σκάφος του (υπέστη σοβαρή ζημιά και αντικαταστάθηκε με άλλη από τους μηχανικούς της Yamaha που είχαν αναλάβει την τεχνική υποστήριξη). Το σούρουπο εκείνης της ημέρας μάς βρήκε στην τέταρτη θέση της γενικής κατάταξης, να ακολουθούμε κατά πόδας τους Nuno Pereira, Jose Furtadop και Koji Ikeda.
Την Πέμπτη 18 Ιουλίου ο αέρας μάς θυμήθηκε και πάλι. Είμασταν συγκρατημένα αισιόδοξοι για ένα "σκαρφάλωμα" στην βαθμολογία. Σημείο εκκίνησης το Velas του S. Jorge και τερματισμός η μαρίνα της S. Maria Mandalena του νησιού Pico που απείχε γύρω στα 20 ν. μίλια. Ένας από τους οπερατέρ αντικατέστησε τον κουρασμένο Van Linden της Ολλανδικής συμμετοχής, και κατά την διάρκεια εκείνης της κούρσας έπεσε δύο φορές στη θάλασσα, διαπιστώνοντας πως είναι... βαρειά η καλογερική! Εκείνη την ημέρα φύγαμε σχετικώς άσχημα στην εκκίνηση, στριμωγμένοι ανάμεσα σε άλλα σκάφη που πλασαρίστηκαν καλύτερα μπροστά μας. Ανακάμψαμε πάντως γρήγορα, κρατώντας σταθερή πορεία και απομακρυνθήκαμε από τα απόνερα των Pereira και Furtado, που για τους δικούς τους ίσως λόγους κρατούσαν πορεία δύο μοίρες βορειότερα.
Μπροστά μας είχαν φύγει οι Mario Medeiros, Kojhi Ikeda και ο Γάλλος Jacky Sommesous, τον οποίο δεν αργήσαμε να αφήσουμε πίσω μας. Την ίδια τύχη είχε και ο Medeiros. Η απόστασή μας από τον Ikeda διαρκώς μίκραινε. Οι Pereira και Furtado φαινόταν πως έχαναν το παιγνίδι, αφού λόγω της πορείας που είχαν επιλέξει, πλησίαζαν στον δίαυλο από την εξωτερική (προς την πλευρά του νησιού Faial). Λίγες εκατοντάδες μέτρα πριν τον τερματισμό, και ενώ η απόστασή μας από τον Ιάπωνα δεν ήταν μεγαλύτερη από τριάντα μέτρα, ο Χριστόφορος, στην προσπάθειά του να κρατηθεί σε μια από εκείνες τις ανεπανάληπτες "σούζες" μας, τράβηξε άθελά του το κορδόνι του quick stop! Η μηχανή σιώπησε και, μέχρι εμείς να καταλάβουμε τι συμβαίνει, ο Γάλλος, μαζί με τους Pereira και Furtado, δεν έχασαν την ευκαιρία να μας προσπεράσουν! Στην απέλπιδα προσπάθειά μου να καλύψω το χαμένο έδαφος, το μόνο που κατάφερα ήταν να προσπεράσουμε και πάλι τον Sommesous και να τερματίσουμε στην τέταρτη θέση. Η ατυχία εκείνης της ημέρας, αλλά και αυτό που ακολούθησε την επομένη, ήταν καθοριστικά για το τελικό αποτέλεσμα.
Η Παρασκευή 19 Ιουλίου επεφύλασσε, σε όλους σχεδόν, τις οδυνηρότερες εμπειρίες. Ο καιρός μάς ξεγέλασε, καθώς οι σημαίες στην S. Maria Mandalena εκείνο το πρωί είχαν κρεμάσει από την άπνοια. Μόλις όμως παρακάμψαμε τον βορειοδυτικό κάβο του Pico, υπήρξε μια δραματική αλλαγή. Ένας θυμωμένος σορόκος μαστίγωνε τις βραχώδεις ακτές δημιουργώντας εξουθενωτικά αντιμάμαλα. Η καταρρακτώδης βροχή δεν άργησε να συμπληρώσει το σκηνικό! Ευτυχώς κράτησε λίγα μόλις λεπτά, αρκετά όμως για να με κάνει να μετανοιώσω πικρά που δεν φορούσα το κράνος μου εκείνη την ημέρα! Το στραβοπάτημα της προηγούμενης μέρας μάς είχε απορρυθμίσει, στην κυριολεξία. Δεν είχαμε ωστόσο άλλη εναλλακτική λύση από το να παλέψουμε ως το τέλος.
Οι Ισπανοί Jaume Gramona και Miguel Tous ήταν πέντε βαθμούς πίσω μας, στην πέμπτη θέση της βαθμολογίας, και είχαν κι' αυτοί βλέψεις για κάτι καλύτερο. Φύγαμε αρκετά καλά, μαζί με τους πρώτους. Βρεθήκαμε κάποια στιγμή να είμαστε επικεφαλής, μετά το πέσιμο στην θάλασσα του Tiago Perdigao, συγκυβερνήτη του Nuno Pereira που μέχρι εκείνη την στιγμή προηγείτο. Ο καιρός είχε ήδη αγριέψει για τα καλά (με μέτρο πάντοτε αναφοράς τα συγκεκριμένα σκάφη). Ενθουσιασμένοι για την πρωτιά μας, αρχίσαμε τις σούζες! Και κάπου εκεί συνέβη το κακό! Το σινεμπλόκ της μηχανής αποφάσισε να αυτοκτονήσει, μην αντέχοντας άλλο την καταπόνηση στην οποία την είχα υποβάλλει όλες εκείνες τις ημέρες. Η μηχανή έγειρε πάνω στον κάθετο άξονά της, με αποτέλεσμα να μην ελέγχεται πια. Οι κραδασμοί στο βολάν ήταν έντονοι, ενώ οι μονόπλευρες προσθαλασσώσεις οδυνηρές για τα κόκκαλά μας! Ο Χριστόφορος μετά βίας κρατιόταν για να μην φύγει στη θάλασσα, ενώ η οθόνη του gps αποφάσισε να τινάξει τα πέταλα βλέποντας όλο εκείνο το μπάχαλο!
Ήταν πια, εκ των πραγμάτων, αδύνατο να παραμείνουμε στην πρώτη θέση. Οι Pereira, Medeiros και Gramona μας προσπέρασαν, αφήνοντάς μας στην τέταρτη θέση.Το ερώτημα που ετίθετο πλέον ήταν, τι θα κάναμε την επόμενη και τελευταία ημέρα του αγώνα, στο τεστ δεξιοτεχνίας, με μια "ανάπηρη" μηχανή; Πώς θα ξεπερνιόταν το πρόβλημα ώστε να πάρουμε μέρος σε μια δοκιμασία επιδεξιότητας, το αποτέλεσμα της οποίας θα έκρινε και την θέση μας στην τελική κατάταξη;
Νωρίς το άλλο πρωί ζυγίσαμε τις διαθέσεις του Jimmy Viant. Ήταν σαφώς εναντίον μας! Αρνιόταν πεισματικά να μας δώσει την άδεια να τρέξουμε με κάποιο άλλο σκάφος, επικαλούμενος ότι αυτό δεν προβλέπεται από τον Κανονισμό του αγώνα. Έπαιρνε μάλλον μ' αυτόν τον τρόπο την εκδίκησή του για το θράσος μου να του εναντιωθώ! Ήρθε, από κάποιες πληροφορίες, να συνηγορήσει σ' αυτό και η άρνηση των Ισπανών που μας ακολουθούσαν, κι' έτσι είδαμε τον αγώνα απ' την... εξέδρα, παίρνοντας μηδέν βαθμούς σ' εκείνο το σκέλος, με αποτέλεσμα να κατρακυλήσουμε στην πέμπτη θέση της βαθμολογίας, πίσω από τους Nuno Pereira, Kojhi Ikeda, Jaume Gramona και Jose Furtado, που έχασε την θέση του, αφού είχε κι' αυτός την ατυχία να δει την μηχανή του σπασμένη!
Το σλάλομ δεξιοτεχνίας του Σαββάτου 20 Ιουλίου, ανέδειξε πρώτο τον απίθανο Ισπανό Ricardo Masabeu, δεύτερο τον Ιάπωνα Kojhi Ikeda και τρίτο τον Ισπανό Enrique Pamies. Ο Gramona πήρε την τέταρτη θέση και μαζί μ' αυτήν τους 13 βαθμούς που του έλειπαν για να εκτοπίσει εμάς και τον Furtado από την τρίτη και τέταρτη θέση αντιστοίχως. Έτσι, τερματίσαμε τον επίπονο εκείνο επταήμερο Μαραθώνιο στην πέμπτη θέση της τελικής κατάταξης, συγκεντρώνοντας συνολικώς 91 βαθμούς στα επτά από τα οκτώ σκέλη του αγώνα που λάβαμε μέρος.
Δεκαπέντε χρόνια αργότερα, όλα όσα συνέβησαν εκείνη την εβδομάδα, δεν είναι σήμερα τίποτε περισσότερο και τίποτε λιγότερο από απλές αναμνήσεις. Να όμως τι είχα γράψει τότε στο περιοδικό "Φουσκωτά και Jets" στη στήλη "Κριτική, σχόλια, υπερ και κατά".
Πολύ καλή παρέα, ατέλειωτο γέλιο και άριστο πνεύμα συνεργασίας μεταξύ των διαγωνιζομένων. Πολύ καλό και άφθονο φαγητό. Το team των τεχνικών της Yamaha, με επικεφαλής τον Jean Pierre, πήρε άριστα όποτε χρειάστηκε να επέμβει. Τα νησιά των Αζορών ήταν όμορφα, καταπράσινα, καθαρά, χωρίς όμως παραλίες για μπάνιο! Τα Bombard, ... μπόμπα στον πρύμα καιρό και στην στεγνή πλεύση! Απαράδεκτα, έως επικίνδυνα, στα όρτσα. Συμπεριφέρονταν χειρότερα από συμβατικά! Τα κόκκαλά μας θα τα θυμούνται για πάντα!
Τα εύκαμπτα ρεζερβουάρ πρέπει να αποκλειστούν από όλους τους αγώνες ταχυπλοίας ανοικτής θαλάσσης, αν οι διοργανωτές τους δεν θέλουν να γίνουν ηθικοί αυτουργοί τραγικών ατυχημάτων. Οι Yamaha θα ήταν τέλειες, αν δεν παρουσίαζαν προβλήματα με τα σινεμπλόκ τους. Συγχωρούνται, όμως, λόγω ξεθεώματος! Κανένας κινητήρας αυτής της ιπποδύναμης δεν θα έντεχε σε τέτοια βασανιστήρια! Η ανταπόκριση και η φιλοξενία των τοπικών Αρχών ήταν συγκινητική. Ο Race manager Jimmy Viant ανεπαρκής στον ρόλο του. Θα έκανε πολύ καλά να μην ξανασχοληθεί με τα φουσκωτά. Έχει διαφορετική νοοτροπία. Ας αρκεστεί στην άνεση των ιστιοπλοϊκών και ας θυμάται πως η ναυτωσύνη δεν πάει ποτέ μόνη της. Συνοδεύεται πάντοτε από την αξιοπρέπεια (seamanship never goes alone, but always with dignity).
Όσο για τον Κανονισμό του αγώνα; Έμπαζε από παντού, αφήνοντας περιθώρια στον πάντοτε χαμογελαστό Jimmy να τον ερμηνεύει ανάλογα με τις περιστάσεις. Άψογο πάντως το team των διοργανωτών. Έκαναν ό,τι περνούσε απ' το χέρι τους για να μην δυσαρεστήσουν κανένα. Τα όποια μικρολάθη τους συγχωρούνται.
Χορηγοί μας, σ' εκείνο τον αγώνα, ήταν η αεροπορική εταιρεία "Sata Air Azores", με μεσολαβητή τον πρόεδρο τής "Dacmar" κ. Henri Le Moing, και η "Toyota Ελλάς" που κάλυψε το κόστος των αεροπορικών μας εισιτηρίων μέχρι την Λισσαβώνα. Μας βοήθησαν επίσης η εταιρεία "Castrol", ο Αλέξανδρος Ζαχαριάδης της "Alex Marine" και ο Μπάμπης Μπουζάκης με τα πολύτιμα "παπουτσάκια" του, που μας κράτησαν στις θέσεις μας σε όλη την διάρκεια εκείνου του αγώνα!
Η τελική κατάταξη.
1. Nuno Pereira - Tiago Perdigao (Πορτογαλλία) - 117 βαθμοί
2. Koji Ikeda - Duncan Ross (Ιαπωνία - Ν. Αφρική) - 116 βαθμοί
3. Jaume Gramona - Miguel Tous (Ισπανία) - 101 βαθμοί
4. Jose Furtado - Petro Arruda (Αζόρες) - 96 βαθμοί
5. Ιωσήφ Παπαδόπουλος - Χρ. Δουραμάνης (Ελλάς) - 91 βαθμοί
6. Mario Medeiros - Em. Batista (Αζόρες) - 81 βαθμοί
7. Ricardo Masabeu - Ismael Serrano (Ισπανία) - 78 βαθμοί
8. Enrique Pamies - Francisco Martin ( Ισπανία) - 71 βαθμοί
9. Jacky Sommesous - Armando Pacheco (Αζόρες) - 53 βαθμοί
10. Hugo Montgomery - Paul Lemmer (Αγγλία) - 49 βαθμοί
11. Th. Van Linden - G. Van Everdingen (Ολλανδία) - 44 βαθμοί
12. Tiago Cristo - Gil Pina Cabral (Αζόρες) - 41 βαθμοί
13. Vladan Jovanovic - Domenico Gambuzza (Σερβία - Ιταλία) - 40 βαθμοί
14. Emm. Barbier - Denis Laniray (Γαλλία) - 37 βαθμοί
15. Ph. Wheters - J. Claude Volatier ( Γαλλία) - 24 βαθμοί
16. Armando Pacheco - Manuel Nunes (Αζόρες) - 4 βαθμοί