Κείμενο - φωτογραφίες - βίντεο : Ιωσήφ Παπαδόπουλος.
Η Grimaldi Lines κάλυψε τα τελευταία χρόνια με τα πλοία της ολόκληρη την ευαίσθητη περιοχή της Μεσογείου, συνδέοντας τόπους, πολιτισμούς, κουλτούρες, ήθη και έθιμα των λαών που βρέχονται από τη μαγική αυτή θάλασσα, στα νερά της οποίας έχουν γραφτεί πολλές από τις σημαντικότερες στιγμές της ευρωπαϊκής, και όχι μόνο, ιστορίας. Και μαζί μ' αυτή την πολύτιμη υπηρεσία μεταφέρει καθημερινώς και ένα σημαντικό αριθμό, φορτηγών κυρίως, αυτοκινήτων, μετατρέποντας έτσι τη Μεσόγειο σε ένα τεράστιο δίκτυο θαλάσσιων "αυτοκινητόδρομων" που διευκολύνουν το εμπόριο και την διακίνηση αγαθών, μειώνοντας συγχρόνως το κόστος μεταφοράς και την ρύπανση της ατμόσφαιρας.
Η διακίνηση ανθρώπων, αυτοκινήτων και αγαθών μεταξύ των χωρών της Μεσογείου μεταφέρθηκε ήδη από τους οδικούς άξονες των Βαλκανικών χωρών στους θαλάσσιους "αυτοκινητόδρομους" όπου περίοπτη θέση καταλαμβάνει τα τελευταία χρόνια ο Όμιλος Grimaldi. Με μειωμένο κόστος μεταφοράς, συμπίεση της χρονικής διάρκειας του ταξιδιού και μεγαλύτερη ασφάλεια οι θαλάσσιοι "αυτοκινητόδρομοι" τείνουν να μονοπωλήσουν τις μεταφορές ανθρώπων, αγαθών και οχημάτων μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών και των χωρών της βορείου Αφρικής. Και χωρίς αμφιβολία ο Όμιλος Grimaldi τείνει να γίνει ο κυρίαρχος και ο ρυθμιστής του παιγνιδιού σ' αυτόν τον θαλάσσιο ανταγωνισμό.
Από τα Χριστούγεννα του 2010, που επισκεφτήκαμε για πρώτη φορά τα ελληνόφωνα χωριά της Αππουλίας και γνωρίσαμε σημαντικούς ανθρώπους, όπως τον αείμνηστο Salvatore Sicuro - Σωτήρη Σίγουρο του άρεσε να τον αποκαλώ - είχαμε στο μυαλό και στη σκέψη μας να περιπλανηθούμε και πάλι στα χωριά της Μεγάλης Ελλάδας. Στα ελληνόφωνα χωριά της ορεινής Καλαβρίας αυτή τη φορά. Και την ευκαιρία μας την έδωσε η Grimaldi Lines, που μας προσέφερε τα εισιτήρια για το πέρασμα από την Πάτρα στο Brindisi, για μας και το αυτοκινούμενο σπίτι μας, με μοναδική δική μου "υποχρέωση" να συμμετάσχω στον διεθνή διαγωνισμό που προκηρύσσει τα τελευταία χρόνια για τους δημοσιογράφους.
Επιβιβαστήκαμε απόγευμα Πέμπτης στο "Egnazia" της "Grimaldi Lines", ένα πλοίο μεταφοράς φορτηγών, αλλά και ιδιωτικής χρήσης αυτοκινήτων και επιβατών, το οποίο μας εξέπληξε με την άνεση του ταξιδιού και τις πολυτελείς, για πλοίο αυτής της κατηγορίας, καμπίνες του. Νωρίς το πρωί της επομένης, μετά από ένα πολύ ήσυχο ταξίδι γι' αυτή την εποχή, αποβιβαστήκαμε στο λιμάνι του Brindisi και ακολουθήσαμε τις πινακίδες προς Taranto. Εντύπωση πάντως μας προκάλεσε η "ανάκριση" των Ιταλικών Αρχών για το ποσό των χρημάτων που είχαμε μαζί μας, για ποιο λόγο επισκεπτόμαστε την Ιταλία, πού πηγαίνουμε, πόσο θα μείνουμε. Σκέφτηκα πως η κρίση των πέντε τελευταίων ετών και η καχυποψία με την οποία μας αντιμετωπίζουν πια οι ευρωπαίοι εταίροι μας πρέπει να ήταν η αιτία γι' αυτή την απροσδόκητη "ανάκριση".
Στους δευτερεύοντες ιταλικούς δρόμους δεν θα αναφερθώ ιδιαιτέρως γιατί θίγεται ανεπανόρθωτα η αξιοπρέπειά μου, ως έλληνα ιθαγενή, που μοίρα κακή επιφύλαξε την τύχη των δικών μας δρόμων να διαχειρίζονται μεγαλοεργολάβοι - τσιράκια και συγχρόνως "σπόνσορες" επίορκων πολιτικών. Και ενώ στον "επαρχιακό" δρόμο Brindisi - Taranto η ποιότητα του οδοστρώματος, η διαχωριστική μπάρα ασφαλείας, οι δύο λωρίδες κυκλοφορίας ανα κατεύθυνση και η απουσία τελών διέλευσης είναι ορατές δια γυμνού οφθαλμού και υπενθυμιζουν ότι το κράτος δεν βλέπει τον αυτοκινητιστή μόνο σαν φορολογούμενο πολίτη, στον δικό μας κατ' ευφημισμόν αποκαλούμενο "εθνικό" δρόμο (καρμανιόλα) Κορίνθου - Πατρών, ενώ η μπάρα ασφαλείας, οι δυο λωρίδες κυκλοφορίας ανά κατεύθυνση και η ποιότητα του οδοστρώματος είναι πράγματα ανύπαρκτα, υπάρχουν τέλη διέλευσης!
Προσπαθώντας να τηρήσουμε τις οδηγίες και να αξιοποιήσουμε κατά το δυνατόν τις πληροφορίες που μας έδωσε η φίλη μας φιλόλογος Φωτεινή Καϊμάκη, η οποία έχει ασχοληθεί πολύ τα τελευταία χρόνια με τους ελληνόφωνες της Αππουλίας και της Καλαβρίας, κάναμε μια μικρή παράκαμψη και μπήκαμε στον δρόμο που καταλήγει στο αρχαιολογικό πάρκο του Metaponto.Ερείπια αρχαίων ελληνικών ναών αφιερωμένων στην Ήρα, την Δήμητρα, την Αθηνά και τον Απόλλωνα βρίσκονται σκόρπια σε ολόκληρη σχεδόν την περιοχή του αρχαιολογικού πάρκου. Οι περισσότεροι από αυτούς τους Δωρικού τύπου ναούς κτίστηκαν μεταξύ του 570 και του 530 π.Χ., με εξαίρεση τον ναό της Ήρας που θεωρείται ότι κτίστηκε στα τέλη του έκτου αιώνα π.Χ. Αυτή η περιοχή ονομάζεται και "Σχολή του Πυθαγόρα" προς τιμήν του Έλληνα μαθηματικού που έζησε εδώ τα τελευταία χρόνια της ζωής του. Προς έκπληξή μας, πάντως, περιπλανηθήκαμε ελεύθερα στο αρχαιολογικό πάρκο, χωρίς κανείς να μας κάνει παρατήρηση για το τρίποδο της κάμερας ή να μας ζητήσει εισιτήριο!
Εν τω μεταξύ ο επαρχιακός ιταλικός δρόμος συνέχισε να μας εκπλήσσει με την ποιότητα του οδοστρώματος, τη σήμανση, τα φωταγωγημένα τούνελ, τις γέφυρες και την έλλειψη διοδίων.
Διασχίσαμε ολόκληρη την παραλία του Κρότωνα για να φθάσουμε στο νοτιοδυτικό άκρο του κόλπου του Τάραντα, με τον εντυπωσιακό φάρο του Καποκολόνα και τον μοναδικό στύλο που σώζεται από τον αρχαίο ναό της Ήρας.
Το πρώτο βράδυ διανυκτερεύσαμε στη μεσαιωνική πόλη Τζεράτσε, την οποία το επόμενο πρωί περπατήσαμε σε όλη σχεδόν την έκτασή της. Από την κορυφή, όπου δεσπόζει το Βυζαντινό κάστρο που αναστηλώθηκε απο τους Νορμανδούς τον 11ο αιώνα, μέχρι τις παρυφές της πόλης στα πόδια του λόφου. Υπάρχουν δύο διαφορετικές εκδοχές για την προέλευση της ονομασίας της πόλης αυτής την οποίαν ίδρυσαν οι Λοκροί στα τέλη του 7ου και στις αρχές του 8ου αιώνα. Η ονομασία Τζεράτσε προέρχεται λοιπόν ή από την "Αγία Κυριακή" (Santa Κυριάκα) ή από την ελληνική λέξη "γεράκι". Και οι δύο πάντως έχουν σοβαρές πιθανότητες να είναι σωστές.
Η Μπόβα Μαρίνα έμελλε να γίνει το ορμητήριό μας για τα ελληνόφωνα χωριά του Ασπρομόντε και η γνωριμία μας με δύο εξαιρετικούς Γκρίκο της Καλαβρίας. Τον δάσκαλο της νέας ελληνικής γλώσσας Σαλβατόρε Ντιένι και τον οδοντίατρο Μπρούνο Τρακλό. Ο μεν πρώτος είναι οπαδός της θεωρίας που λέει ότι καλή είναι η ελληνική διάλεκτος της Καλαβρίας - γνωστή ως γλώσσα των γκρίκο - αλλά αν θέλουν οι ελληνόφωνες να διατηρήσουν τους δεσμούς τους με τη μητέρα Ελλάδα θα πρέπει να μάθουν τα νέα ελληνικά. Ο Μπρούνο Τρακλό, από την άλλη, θεωρεί ότι η γλώσσα των προγόνων τους πρέπει να διατηρηθεί, πάση θυσία, ενώ πιστεύει ότι δεν υπήρξαν μέχρι σήμερα τα αναμενόμενα αποτελέσματα γιατί έγιναν λάθος επιλογές και χρησιμοποιήθηκαν αναποτελεματικές μέθοδοι. Αξίζει να δείτε το βίντεο που ακολουθεί από εκείνη την καταπληκτική συνάντησή μας στα γραφεία του Ελληνικού Πολιτιστικού Συλλόγου "Ντέλια" (Δήλια) της Μποβα Μαρίνα, ή του Γιαλού του Βούα, όπως χαρακτηριστικά ονομάζουν την πόλη αυτή οι ελληνόφωνες κάτοικοί της. Ήταν σημαντικό ότι εκείνο το βράδυ η συζήτηση διανθίστηκε με τις τοπικές παραδοσιακές μουσικές που έπαιξαν με το οργανέτο, το ταμπουρέλο και το ασκί (τσαμπούνα ή πίπιζα) ο Τζουζέπε, ένας εικοσάχρονος φοιτητής της Νομικής, και ο 14χρονος Πιέτρο.
Η Μπόβα ή αλλοιώς Χώρα του Βούα στη γλώσσα των ελληνοφώνων της Καλαβρίας, που βρίσκεται σε υψόμετρο 900 μέτρων, είναι η αντίστοιχη για μας Χώρα, που συναντούμε σε όλα σχεδόν τα νησιά του Αιγαίου, με το επίνειό της να βρίσκεται 9 μόλις χιλιόμετρα πιο κάτω, στη Bova Marina ή στον γιαλό του Βούα. Ζωντανό χωριό, με παρούσα την γνωστή επιγραφή του "Kalos irtete" στη είσοδό του και έντονη την παρουσία της ελληνικής καταγωγής του ακόμη και στις επιγραφές των δρόμων ή των καταστημάτων του. Εντύπωση μας έκανε η παρουσία μιας ατμομηχανής τραίνου δίπλα στην κεντρική πλατεία του χωριού, επίτευγμα κάποιου πρώην δημάρχου, ο οποίος, όπως μας είπαν, έθεσε σαν στόχο ζωής το ανέβασμα της γηρασμένης ατμομηχανής στην ορεινή και κακοτράχαλη Μπόβα! Η σύντομη παραμονή μας στη Μπόβα ήταν πάντως αρκετή για να μπορέσουμε να δούμε και να συζητήσουμε με τον δήμαρχο του χωριού. Το σχετικό βίντεο της συζήτησης θα αναρτηθεί αργότερα μεταφρασμένο στο "Camper Life".
Ο Σαλβατόρε Ντιένι δεν μας έκανε και τις καλύτερες συστάσεις για την εγκαταλελειμμένη Αμεντολέα ή Αμυγδαλιά επί το ελληνικότερο. "Δεν έχει τίποτε να δείτε εκεί. Μόνο ερείπια". Κάτι μας έλεγε ότι δεν έπρεπε να πάρουμε τοις μετρητοίς αυτά του τα σχόλια. Και δεν διαψευστήκαμε. Τα ερείπια ενός τέτοιου οικισμού άλλωστε, είναι πολύ "φλύαρα". To μεσαιωνικό κάστρο των Ρούφο στέκεται επιβλητικό αλλά ετοιμόρροπο στην κορυφή του λόφου, με τα στοιχειωμένα σπίτια του οικισμού να αναπολούν γύρω του παλιές ευτυχισμένες στιγμές. Η καινούργια Αμεντολέα δεν έχει καμμία ομοιότητα με την κουλτούρα που αποπνέουν τα ερείπια της παλαιάς. Ανάλογες εικόνες είδαμε και σε άλλα "νέα" χωριά που αντικατέστησαν τα παλαιά, οπως το Πεντεντάτιλο, το Ροχούδι κ.α.
Για το Γκαλιτσιανό είχαμε ακούσει πολλά και είδαμε ακόμη περισσότερα! Ξεναγός μας ο Mίμο Νουτσέρα, ο οποίος μένει μονίμως στο Γκαλιτσιανό, έχει αναρτημένη την ελληνική σημαία στο μπαλκόνι του σιτιού του και κάνει ό,τι μπορεί για να διατηρήσει και να διαδώσει τη γλώσσα των Γκρίκο, τη γλώσσα των προγόνων του. Όμορφο χωριό, κτισμένο κυκλικά γύρω από δύο εκκλησίες. Τον καθολικό ναό του Αγ. Ιωάννη και τον ελληνορθόδοξο ναό της Παναγίας της Ελλάδας! Για να πούμε την αλήθεια, τέτοια Παναγία εμείς δεν έχουμε στην Ελλάδα!
Μας ξένισε ευχάριστα η πλατεία Αλίμου, στο κέντρο του χωριού, αλλά και το εθνογραφικό μουσείο, που δημιουργήθηκε με τις προσφορές των κατοίκων, και η βιβλιοθήκη γεμάτη με ελληνικά βιβλία και εγκυκλοπαίδειες! Εντύπωση επίσης προκαλεί στον επισκέπτη ο ναός της Παναγίας της Ελλάδας! Τέτοια Παναγία, στην Ελλάδα τουλάχιστον, δεν έχουμε συναντήσει! Λίγα μέτρα από την είσοδο της εκκλησίας το πετρόκτιστο θεατράκι και η πλατεία που έχει το όνομα του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθoλομαίου. Μαζί με τον Μίμο Νουτσέρα και ο Ραφαέλε Ρόδα που περνάει τον καιρό του ανάμεσα στο αγαπημένο του Γκαλιτσιανό και το Ρέτζιο όπου βρίσκεται η οικογένειά του. Είχα μια πολύ όμορφη συζήτηση μαζί τους στο εθνογραφικό μουσείο του χωριού.
Αφήσαμε πίσω μας το Γκαλιτσιανό και ένα κομμάτι της ψυχής μας και ανηφορίσαμε προς το Ροκαφόρτε ντέλ Γκρέκι και το παλιό Ροχούδι. Καθώς ανηφορίσαμε με το παπί στα υψώματα πάνω απ' το Γκαλιτσιανό θαυμάσαμε για μια τελευταία φορά το όμορφο χωριό που έκλεψε τις εντυπώσεις και την καρδιά μας. Ο δρόμος απέκτησε ξαφνικά μια εκπληκτική ομορφιά καθώς διασχίζαμε τον δρυμό του Ασπρομόντε με τα πανύψηλα δένδρα.
Προσπεράσαμε το Ροκαφόρτε ντελ Γκρέκι γιατί, για να είμαστε ειλικρινείς, δεν συγκινηθήκαμε ιδιαίτερα, καθώς η πρώτη εικόνα των σπιτιών μας θύμισε περισσότερο προσφυγικό καταυλισμό τριτοκοσμικής χώρας παρά ελληνόφωνο χωριό της Καλαβρίας! Ίσως ήμασταν επηρεασμένοι από όσα είχαμε ακούσει για το παλιό Ροχούδι και ανυπόμονοι καθώς η ώρα ήταν προχωρημένη και ο δρόμος μπροστά κακοτράχαλος και στενός ακόμη και για το Innova!
Όσο πλησιάζαμε στο ξεχασμένο Ροχούδι ο δρόμος και το τοπίο προϊδέαζαν για ταινία θρίλλερ! Βράχοι πεσμένοι στον δρόμο, νεροφαγώματα, ξέμπαρκες αγελάδες να μας κοιτάζουν περίεργες και γκρεμοί ανελέητοι με το ποτάμι να κυλά ανάμεσά τους. Στη θέα του εγκαταλελειμμένου χωριού ένα επιφώνημα καταφέρε μόνο να βγει απ' τα χείλη μας. Όταν ρώτησα αργότερα τον Bruno Traclo γιατί εγκαταλείφθηκε το Ροχούδι και αν αιτία αυτής της εγκατάλειψης, όπως αναφέρουν πηγές του διαδικτύου, ήταν οι κατολισθήσεις, εκείνος μου απάντησε με τον δικό του αφοπλιστικό τρόπο : "Οι κάτοικοι έφυγαν από το χωριό αυτό πριν από 50 χρόνια. Αν το πρόβλημα ήταν οι κατολισθήσεις, τότε τα σπίτια του οικισμού θα είχαν όλα καταρρεύσει μέχρι σήμερα! Είδατε εσείς να έπεσε κανένα; Όλα στη θέση τους είναι! Απλώς οι κάτοικοι του Ροχουδιού αναζητούσαν έναν πιο σύγχρονο τρόπο ζωής και έτσι αποφάσιασν να εγκαταλείψουν το χωριό τους που δεν τους έδινε αυτή τη δυνατότητα".
Άφησα την καπετάνισσα να με κοιτάζει έντρομη, καθώς πήρα την κάμερα στον ώμο και χάθηκα στα στενά δρομάκια του χωριού φάντασμα. Ανάμεσα στα άγρια χόρτα και τα σπασμένα παράθυρα αναζήτησα επί ώρα ένα έστω σημάδι ζωής. Εισέπραξα τελικώς την απέραντη σιωπή και τον θλιμμένο ήχο του νερού που κυλάει στα πόδια του ρημαγμένου χωριού...
Στη Ρόκα Αρμένια δεν θα πηγαίναμε αν δεν μας οδηγούσε ως εκεί ο Bruno Traclo. Λίγο έξω απ' το Μπρανκαλεόνε, χαμένα στους αγροτικούς δρόμους και τα χωράφια, εκτίθενται στην αμείλικτη φθορά του χρόνου ερείπια βυζαντινών κάστρων, αψίδων και εκκλησιών με εμφανή σημάδια της Αρμένικης καταγωγής τους.
Μείναμε εκστατικοί μπροστά σε ό,τι απέμεινε από την εκπληκτική εκκλησία της Santa Maria di Tridetti του 11ου αιώνα, μείγμα θαρρείς της βυζαντινής και νορμανδικής θρησκευτικής κουλτούρας. Μόνο να θαυμάσουμε σιωπηρά μπορέσαμε ένα αριστούργημα που κανείς δεν φαίνεται να θέλει να αναστηλώσει.
Ένα χωριό έμενε ακόμη να επισκεφτούμε λίγο πριν φύγουμε από τη Bova Marina και τα ελληνόφωνα χωριά της Καλαβρίας. Το Pentedattilo, πενταδάκτυλο δηλαδή, που έχει πάρει την ονομασία του από τις πέντε κορυφές των βράχων που δεσπόζουν πάνω από τον οικισμό. Δεν μπορέσαμε να φανταστούμε ποια θα είναι η εικόνα αυτού του χωριού τους μήνες του καλοκαιριού, εκείνη όμως τη χρονική στιγμή το χωριό έμοιαζε να είναι στοιχειωμένο. Τίποτε δεν θύμιζε ότι μένουν εκεί άνθρωποι ή ότι υπάρχει κάποιου είδους ανθρώπινη δραστηριότητα.
Το χωριό λέγεται ότι κατοικήθηκε από Έλληνες το 640 π.Χ. Το 1793 υπέστη τις συνέπειες ενός καταστροφικού σεισμού και οι κάτοικοί του έντρομοι το εγκατέλειψαν και μετακόμισαν στην κοντινή πόλη Μέλιτο Πόρτο Σάλβο. Το χωριό θυμίζει σήμερα περισσότερο ένα ανοικτό μουσείο καθώς ο χρόνος σταμάτησε κρατώντας τα υπάρχοντα των πρώτων κατοίκων του που έντρομοι το εγκατέλειψαν μετά τον σεισμό. Το Pentedattilo έμεινε εντελώς ακατοίκητο μέχρι την δεκαετία του '60, εποχή κατά την οποία κάποιοι καλλιτέχνες άρχισαν να εγκαθίστανται σ' αυτό.
Πριν αφήσουμε πίσω μας τη Bova Marina ζήτησα από τον Μπρούνο Τρακλό να μου πει μερικά λόγια για τον τόπο αυτό, για τους λόγους που οδήγησαν τους ανθρώπους να αφήσουν τις εστίες τους, για τον κίνδυνο απώλειας της παραδοσιακής γλώσσας των Γκρίκο, για τις ανησυχίες και τις ελπίδες του για το μέλλον.
Αποχαιρετήσαμε τους φίλους μας Salvatore και Bruno και πήραμε κατηφείς τον δρόμο της επιστροφής. Πριν καταλήξουμε στο Πρίντεζι για το ταξίδι προς την Πάτρα, αποφασίσαμε να εκμεταλλευτούμε τις δύο τελευταίες ημέρες για να επισκεφτούμε το χωριό φάντασμα του Craco και την εκπληκτική Matera. Προηγήθηκε όμως μια σύντομη στάση στη Σκύλλα (Scylla), εκεί όπου, κατά τον Όμηρο, ο Οδυσσέας χρειάστηκε να επιστρατεύσει όλες τους τις δυνάμεις για να ξεπεράσει τις φοβερές και τρομερές Σκύλλα και Χάρυβδη. Είναι το στενό σημείο της θάλασσας που χωρίζει την Ιταλία από την Σικελία. Η Σκύλλα στην ακτή της Ιταλίας, η Χάρυβδη στην ακτή της Σικελίας.
Το Craco βρίσκεται στην περιοχή της Μπασιλικάτα, σε μια απόσταση 40 περίπου χιλομέτρων από τον Τάραντα, προς τα ενδότερα της Ιταλικής μπότας, και θεωρείται ένα από τα πιο εντυπωσιακά στοιχειωμένα χωριά της Ιταλίας. Οι μεσαιωνικοί δρόμοι και τα σπίτια του χωριού, που καταρρέουν με την πάροδο του χρόνου και εμπνέουν συγγραφείς μυθιστορημάτων, μοιάζουν σαν να εγκαταλείφθηκαν ξαφνικά μέσα σε μια βραδιά. Λόγω της αστάθειας του εδάφους το Craco υπέστη πολλές κατολισθήσεις το 1600, το 1805, το 1857 και το 1933. Παρά τις επισφαλείς συνθήκες διαβίωσης οι κάτοικο;i του συνέχισαν να παραμένουν στο όμορφο μεσαιωνικό χωριό τους. Στα τέλη του 19ου αιώνα το χωριό είχε φθάσει στα όρια της επέκτασής του. Μια μεγάλη πείνα, που οφείλεται στις κακές συνθήκες γεωργικής καλλιέργειας, προκάλεσε μαζική μετανάστευση του πληθυσμού του Craco, περίπου 1.300 κάτοικοι, στη Βόρεια Αμερική μεταξύ 1892 και 1922. Αρκετοί σεισμοί μεταξύ 1959 και 1972 και μιας ακόμη σοβαρής κατολίσθησης το 1963, αυτή τη φορά λόγω της επέκτασης της πόλης, προκάλεσε την φυγή των υπολοίπων 1.800 κατοίκων σε μια κοντινή κοιλάδα που ονομάζεται Κράκο Πεσκιέρα, ενώ το αρχικό μεσαιωνικό χωριό παρέμεινε μια πόλη φάντασμα.
Φθάσαμε βράδυ στη μαγική Matera, την "Καππαδοκία" της Ιταλίας. Η πρώτη μας επίσκεψη εδώ όχι μόνο δεν χόρτασε την περιηγητική μας πείνα, αλλά μεγάλωσε αντιθέτως την επιθυμία μας να περπατήσουμε και πάλι στα δρομάκια της και στον μαγικό κόσμο της τρωγλοδυτικής Σάσσι, που ανακηρύχθηκε το 1993 από την UNESCO σαν Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς.
Η πόλη της Matera κατοικήθηκε από τη Νεολιθική εποχή. Λέγεται ότι ιδρύθηκε από τους Ρωμαίους τον 3ο αιώνα π.Χ. με το όνομα Ματέολα. Η Matera απέκτησε διεθνή φήμη λόγω της αρχαίας πόλης του «Sassi di Matera". Πρόκειται για προϊστορικό τρωγλοδυτικό οικισμό και οι κατοικίες του πιστεύεται ότι είναι μεταξύ των πρώτων ανθρώπινων οικισμών που εμφανίστηκαn στην Ιταλία. Τα σπίτια της Σάσσι είναι σκαμμένα μέσα στο ίδιο το ασβεστολιθικό πέτρωμα, το οποίο είναι χαρακτηριστικό στην Μπασιλικάτα και στην Αππουλία. Πολλές από αυτές τις κατοικίες είναι πραγματικά λίγο περισσότερο από σπήλαια, και σε μερικά μέρη του Sassi ένας δρόμος βρίσκεται πάνω από μία άλλη ομάδα κατοικιών.
Στη δεκαετία του '50, η κυβέρνηση της Ιταλίας χρησιμοποίησε βία για να μεταφέρει το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της Sassi σε περιοχές της αναπτυσσόμενης σύγχρονης πόλης. Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του '80 η Sassi θεωρήθηκε μια φτωχική περιοχή, αφού οι κατοικίες ήταν, και στις περισσότερες περιπτώσεις εξακολουθούν να είναι, μη κατοικήσιμες. Η παρούσα τοπική διοίκηση ωστόσο έχει προσανατολιστεί περισσότερο στον τουρισμό, και αυτό έχει προωθήσει την αναγέννηση της Sassi με τη βοήθεια της ιταλικής κυβέρνησης, της UNESCO, και του Χόλυγουντ. Σήμερα υπάρχουν πολλές ακμάζουσες επιχειρήσεις, παμπ και ξενοδοχεία που δραστηριοποιούνται εκεί.
Αφού απολαύσαμε για άλλη μία φορά τη μαγική ατμόσφαιρα της Matera, τόσο κατά την διάρκεια της νύχτας όσο και το επόμενο πρωί, μπήκαμε στην τελική ευθεία για το Πρίντεζι. Οι λίγες ώρες που μεσολάβησαν μέχρι την επιβίβασή μας στο πλοίο της Grimaldi, μας έδωσαν την ευκαιρία να βολτάρουμε στους δρόμους της πόλης.
Ολοκληρώνοντας αυτό το οδοιπορικό έχω μόνο να προσθέσω τα εξής. Τα συναισθήματα που νοιώθει ο Έλληνας επισκέπτης στην επαφή του με τους κατοίκους της Καλαβρίας είναι πρωτόγνωρα και δεν μπορούν εύκολα να περιγραφούν καθώς βιώνει την αγωνία των γκρίκο να διατηρήσουν τη γλώσσα και τις παραδόσεις τους. Καθώς εισπράτει το παράπονό τους γιατί οι επαφές τους με την Ελλάδα έχουν τα τελευταία χρόνια ατονήσει λόγω της οικονομικής κρίσης που μαστίζει ολόκληρο τον ευρωπαϊκό νότο. Μια κρίση που τους στέρησε ακόμη και το διδακτικό προσωπικό που τους έστελνε μέχρι πριν από μερικα χρόνια το ελληνικό υπουργείο Παιδείας για την εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας. Καθώς μοιράζεται τη μελαγχολία τους γιατί οι παλιοί φεύγουν και μαζί τους χάνεται μια γλώσσα που διατηρήθηκε χάρις στον προφορικό και μόνο λόγο. Καθώς τους ακούει να του λένε την ώρα του αποχαιρετισμού : "Μη μας ξεχνάτε...". Ευτυχώς για μας, η Grimaldi Lines μας έδωσε την ευκαιρία αυτού του "προσκυνήματος" και γι' αυτό την ευχαριστούμε.