Κάμερα - Μοντάζ - Φωτογραφίες : Ιωσήφ Παπαδόπουλος.
Αφήγηση : Ντόρα Περδικάρη - Παπαδοπούλου.
Πηγή πληροφοριών : «Μήλος – Μνημεία και μνήμες». Περιβαλλοντική Ομάδα μαθητών 3ης Γυμνασιου 1999-2000
Στην ανατολική πλευρά της Μήλου, στην τοποθεσία Παλιόρεμα, βορείως της παραλίας του Παλιοχωρίου, βρίσκονται οι εγκαταστάσεις του εγκαταλελειμμένου θειορυχείου. Ο δρόμος ξεκινά από το χωριό Ζεφυρία και είναι βατός για αυτοκίνητα. Στο ξεκίνημα του κατσικόδρομου για τα τελευταία 600 μέτρα, σωρός ξαπλώνουν στη γη τα απόβλητα της εξορρυκτικής δραστηριότητας που αλλοιώνουν και βιάζουν, όπως και σε πολλά άλλα σημεία της Μήλου, το περιβάλλον. Από κει και μετά ο δρόμος δεν είναι βατός για συμβατικά οχήματα και όποιος επιχειρήσει να φθάσει με ι.χ. μέχρι την παραλία αναλαμβάνει τις ευθύνες του...
Στα Θειορυχεία υπάρχουν αρκετές εγκαταστάσεις ενός τυπικού ορυχείου του μεσοπολέμου, καθώς την δεκαετία του 1930 ήταν στις δόξες του. Σκουριασμένες εγκαταστάσεις μεταφοράς του θείου, στοές εξόρυξης, ερειπωμένα γραφεία, εργαλεία, σπασμένα κρεββάτια, σχισμένα στρώματα και διάφορα, ανεξερεύνητης χρήσης, αντικείμενα.
Το θείο και η σκουριά έχουν χρωματίσει όλη την περιοχή των θειορυχείων, ακόμη και την παραλία, με γήϊνα έντονα χρώματα σε όλη την κλίμακα του καφέ του κόκκινου και του κίτρινου. Το θειορυχείο στο Παλιόρεμα σταμάτησε τη λειτουργία του την δεκαετία του 1960, αλλά θα μπορούσε να έχει μετατραπεί σε ένα πανέμορφο υπαίθριο μουσείο και να μην αφήνεται στην τύχη του.
Στα θειορυχεία της Μήλου, που είχαν παραχωρηθεί από το 1862 στον τραπεζίτη του Λονδίνου Βασίλειο Μελά, η παραγωγή καθαρού θείου γίνεται αρχικά με τέσσερις χτιστές κυκλικές σικελικές καμίνους και από τα μέσα της δεκαετίας του 1870 σε συνδυασμό με καμίνους από χυτοσίδηρο, ανάλογα με την περιεκτικότητα των μεταλλευμάτων.
Παρά τη σχετική αύξηση της απόδοσης με τις χυτοσιδηρές καμίνους, η παραγωγή καθαρού θείου κυμαίνεται σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα: μόλις 600 τόνοι ετησίως, και με τις δύο μεθόδους, ποσότητα που μόλις και μετά βίας καλύπτει το 1/10 των αναγκών της χώρας για το θειάφισμα των αμπελιών. Το υπόλοιπο καλύπτεται με εισαγωγές από την Ιταλία (6.000 τόνοι ετησίως γύρω στα 1878). Την περίοδο αυτή η Σικελία είναι η μεγαλύτερη παραγωγός θείου στον κόσμο, παράγοντας περίπου 240.000 τόνους ετησίως και απασχολώντας 18.000 εργάτες.
Η Μήλος είναι η μόνη περιοχή της Ελλάδας στην οποία εντοπίσθηκε θείο σε μεγάλη ποσότητα. Τα Θειορυχεία της Μήλου είναι τα πρώτα μεταλλεία που παραχωρήθηκαν από το ελληνικό κράτος, με απόφαση που εκδόθηκε στις 11 Μαΐου του 1862. Η εκμετάλλευση όμως του μεταλλεύματος δεν είχε τα αναμενόμενα αποτελέσματα και τα ορυχεία, το 1890, περιήλθαν στην Εταιρεία Δημόσιων και Δημοτικών Έργων. Λίγο πριν το 1910, τα Θειορυχεία περιήλθαν στην Ελληνική Εταιρεία Μεταλλείων.
Η πορεία των έργων για την ανέγερση νέου εργοστασίου ολοκληρώθηκε στην δεκαετία του ‘30. Οι εγκαταστάσεις της επιχείρησης περιελάμβαναν χώρους διοίκησης, χώρους εργοστασίων, αποθήκες υλικού, εγκαταστάσεις παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος, μηχανουργείο, ξυλουργείο, σχεδιαστήριο, κοιτώνες, μαγειρεία, εστιατόριο και εγκαταστάσεις θραύσης και τήξης του μεταλλεύματος. Δηλαδή οργανώθηκε μια μικρή αυτοδύναμη κοινωνία.
Οι εργάτες περνούσαν όλη την ημέρα εκεί και την νύχτα ξεκουράζονταν στους κοιτώνες. Επειδή οι πληρωμές τους συνήθως καθυστερούσαν - μπορεί να περνούσαν και μήνες για να πληρωθούν - η διοίκηση είχε καθιερώσει ένα είδος νομίσματος, το οποίο κυκλοφορούσε και είχε ισχύ μόνο μέσα στους χώρους των Θειορυχείων. Δινόταν στους εργάτες, για να μπορούν αυτοί να το χρησιμοποιούν στις περιόδους που έμεναν απλήρωτοι. Με αυτό το νόμισμα, για παράδειγμα, μπορούσαν οι εργάτες να πληρώσουν στην καντίνα των Θειορυχείων, όπου περνούσαν συνήθως τις ελεύθερες ώρες τους.
Οι πολύ σκληρές συνθήκες διαβίωσης και εργασίας γρήγορα έφεραν αναταραχές στην κλειστή και ιδιόμορφη εργατική κοινότητα. Μεγάλο βάθος στοών, υψηλότατες θερμοκρασίες, έκθεση σε βλαβερές χημικές ουσίες και συχνά ατυχήματα, έκαναν την εργασία ανυπόφορη, εικόνα που συμπληρωνόταν από τις χαμηλές και μη τακτικές αμοιβές.
Σε τέτοιες συνθήκες τα Θειορυχεία λειτούργησαν για πάνω από 80 χρόνια και φαίνεται πως η οργή ξεχείλισε στα μέσα της δεκαετίας του '40. Στην κρίση παρενέβη το Υπουργείο Εργασίας, υπερασπίζοντας τους απεργούς. Η παρέμβαση αυτή είχε ως αποτέλεσμα την καταβολή των δεδουλευμένων, αλλά στις 9 Μαρτίου 1946 τα Θειορυχεία έκλεισαν και 180 εργάτες απολύθηκαν. Ωστόσο η παύση των εργασιών δεν ήταν οριστική.
Έξι χρόνια αργότερα λειτούργησαν και πάλι κανονικά υπό την διεύθυνση των αδελφών Σβορώνου, των αδελφών Ζάνου και του Ηρακλή Τριάντη. Η διάθεση του προϊόντος συνέχισε να εξαρτάται από την Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος και αυτό δημιούργησε πολλά προβλήματα στη μισθοδοσία. Τον Σεπτέμβρη του 1954, ένα μέρος των εργαζομένων προχώρησε σε επίσχεση εργασίας και αυτό είχε ως αποτέλεσμα μια σειρά απολύσεων. Το κλίμα οξύνθηκε και τον Απρίλιο του 1956 εγκαταστάθηκε στα Θειορυχεία δύναμη χωροφυλακής με πολυβόλο, ενώ ένα μεγάλο μέρος των εργαζομένων τέθηκε σε διαθεσιμότητα.
Στις 7 Φεβρουαρίου 1958 απολύθηκε το σύνολο σχεδόν του προσωπικού και αυτή τη φορά η λειτουργία των Θειορυχείων σταμάτησε οριστικά. Στο κλείσιμο των Θειορυχείων συντέλεσε - εκτός των άλλων - και η ανακάλυψη κοιτασμάτων θείου στο εξωτερικό, που έκανε ασύμφορη την εκμετάλλευσή τους στη Μήλο.
Το 1961 τα Θειορυχεία της Μήλου περιήλθαν στην κυριότητα των επιχειρήσεων Σκαλιστήρη και μέχρι το 1969 πραγματοποιήθηκαν εκεί διάφορες ερευνητικές εργασίες, οι οποίες εντόπισαν πλούσιο κοίτασμα αλουνίτη.
Το 1971 η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία απογράφει ένα άτομο, τον φύλακα, και το 1981 δεν απογράφει κανέναν, αφού ο φύλακας έχει συνταξιοδοτηθεί.
Σήμερα τα Θειορυχεία είναι ένα βιομηχανικό νεκροταφείο, όπου λαμβάνουν χώρα ανεξέλεγκτοι βανδαλισμοί και κλοπές. Εικόνα ερήμωσης και παρακμής επικρατεί εκεί όπου άνθρωποι δούλεψαν, πόνεσαν, μάτωσαν και πέθαναν...
Πηγή: «Μήλος – Μνημεία και μνήμες». Περιβαλλοντική Ομάδα μαθητών 3ης Γυμνασιου 1999-2000
Ευχαριστούμε την "ΑΝΕΚ LINES" για το ταξίδι.