Του Σωτηρίου Καλαμίτση.
Κυκλοφορεί η φήμη ότι το ΣτΕ απεφάνθη εν Ολομελεία πως ήταν παράνομη η πεντάμηνη απεργία των δικηγόρων. Κατόπιν εορτής βέβαια, αφού η απεργία έχει ήδη λήξει στην ουσία. Τουλάχιστον ας το έχουμε υπόψη μας για το μέλλον, όταν οι διοικήσεις των Συλλόγων μας θα αποφασίζουν ακρίτως τέτοιου είδους κινητοποιήσεις. Δεν μας έφταναν τα Μνημόνια, ήλθε και η αποχή και έδεσε το γλυκό. Πολλά τα παράπονα όλων ανεξαιρέτως των συναδέλφων που βγάζουν τα προς το ζην από τη δικαστηριακή πρακτική για έναν αγώνα που φαινόταν καταδικασμένος απέναντι σε μία κυβέρνηση που έλαβε εντολή την 20.09.2015 να ισοπεδώσει ό,τι είχαν αφήσει όρθιο οι προηγούμενες. Με πόνο καρδιάς είναι γεγονός, αλλά για να μη χάσουν οι βουλευτές που τη στηρίζουν τα προνόμια της καρέκλας. Έτσι ερμηνεύθηκε η ετυμηγορία της 20.09.2015: «Τα ξέρατε όλα και τα ψηφίσατε. Γνωρίζατε ότι κάναμε μεγαλοπρεπή κωλοτούμπα και μας εμπιστευθήκατε. Δεν σας είπαμε ψέμματα. Ζητάτε και τα ρέστα τώρα;».
Θυμήθηκα την επί μήνες αποχή των δικαστών και εισαγγελέων. Oυδείς συγ-κινήθηκε για να κριθεί αυτή παράνομη, μολονότι το Σύνταγμα την απαγορεύει ρητώς [άρθρο 23 – « 2... Απαγορεύεται η απεργία με οποιαδήποτε μορφή στους δικαστικούς λειτουργούς και σ’ αυτούς που υπηρετούν στα σώματα ασφαλείας.» ]. Οι μόνοι που δεν απείχαν από τα καθήκοντά τους τότε ήταν οι δικαστές του ΣτΕ.
Οι ίδιοι οι δικαστές είχαν κρίνει αυτεπαγγέλτως αντισυνταγματικές τις περικοπές των αποδοχών και των συντάξεών τους χωρίς να πουν κουβέντα για τις αποδοχές όλων των άλλων, καθότι έχουν το συνταγματικό προνόμιο να δικάζουν οι ίδιοι τα σχετικά με τις αποδοχές τους, οι οποίες πρέπει να είναι ανάλογες των βουλευτικών. Και όσο οι βουλευτές δεν φιλοτιμούνται να μειώσουν τις αποδοχές τους, δεν είναι δυνατόν να μειωθούν οι αποδοχές των δικαστών.
Για το πώς κατόρθωσαν οι δικαστές να εξομοιώσουν τις αποδοχές τους με εκείνες στελεχών της Διοίκησης, αλλά και των βουλευτών, αποκαλυπτικός είναι ο Σταύρος Τσακυράκης http://www.constitutionalism.gr/2045-dikastes-i-boyleytes/ [ίσως αυτό το άρθρο του να αποτέλεσε την απαρχή της κόντρας του με τη σημερινή Πρόεδρο του ΑΠ κυρία Θάνου].
Οι ίδιοι δικαστές που καταπάτησαν το Σύνταγμα απεργώντας έκριναν συνταγματικά τα πάντα: Μνημόνια, χαράτσια, απολύσεις, περικοπές μισθών και συντάξεων κ.λπ.
Ας δώσω, όμως, τον λόγο στον κυρ-Διαμαντή που τα έλεγε από το 1831 φευ.
«Συγχέεται συνήθως και κοινώς η σοφία με την Παιδείαν. Και όμως διαφέρει η μί’ από την άλλην κατά πολλά. Σοφία λέγεται η μάθησις τέχνης τινός ή επιστήμης. Η δε ΠΑΙΔΕΙΑ κατά το όνομά της, σημαίνει πρώτως και κυρίως την εκ ΠΑΙΔΟΣ μάθησιν των συμφερόντων εις την ευδαιμονίαν του λογικού ζώου. Και κατά δεύτερον λόγον, και την σοφίαν, αν η διδαχή της έγινεν εκ παιδικής ηλικίας. Η σοφία πλουτίζει μόνην την κεφαλήν, η παιδεία είναι της ψυχής ο θησαυρός. Η σοφία γεννά τους λογιωτάτους ή τεχνικωτάτους. Μόνη η παιδεία δύναται να πλάση τους λογικωτάτους. «Πεπαιδευμένους ονομάζω (έλεγεν ο Ισοκράτης), όχι τους έχοντας τέχνας, επιστήμας ή δυνάμεις τινάς, αλλά πρώτον τους γνωρίζοντας τα αληθή των συμφέροντα. Έπειτα τους φυλάσσοντας την ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΝ εις την με τους άλλους αναστροφήν. Τρίτον τους δυνατούς να χαλινόνωσι τας ηδονάς των. Και τέταρτον τους μη φθειρομένους μηδ’ υπερηφανευομένους εις τας ευτυχίας των, αλλά χαίροντας πλέον εις όσα απέκτησαν εξ ιδίας φρονήσεως παρά εις τα αγαθά της τύχης. Όσοι έχουν ταύτα τα καλά, εκείνοι είναι οι φρόνιμοι και τέλειοι άνδρες. ... άδικος γίνεται, όστις δίδει ή λαμβάνει τίτλους γυμνούς από επάγγελμα, όστις επιθυμεί να τρέφεται αργός από των εργαζομένων τους κόπους. Όστις δια την οκνηρίαν του κολακεύει τους πλουσίους και δυνατούς, και πωλεί την ελευθερίαν του, γινόμενος εκείνων παράσιτος. Όστις αρχαιρεσιάζων, δίδει την ψήφον του χαριζόμενος ή και το χειρότερον, δωροδοκούμενος. Όστις δικάζων, αποβλέπει εις των δικαζομένων τα πρόσωπα, και όχι εις της δίκης την έρευναν. Όστις επιθυμεί να βουλεύη ή να γερουσιάζη, χωρίς να έχει την επιστήμην του βουλευτού ή του γερουσιαστού. Να άρχη, δια να κατεξουσιάζη τους ίσους και ομοίους του, ως δεσπότης. Να κλείη των αρχομένων τα στόματα, δια να μην εξετάζωσι τον τρόπον της αρχής και κυβερνήσεώς του. Όστις, εις ένα λόγον, απαιτεί από τους άλλους ό,τι δεν τον χρεωστεί κανείς, και τους στερεύει ό,τι χρεωστεί αυτός εις καθένα των, ορέγεται να ήναι μόνος ελεύθερος, να ζη, δηλαδή, μεταξύ πολλών ίσων και ομοίων τους μόνος αυτός άνισον και θηριώδη βίον...».
[ΣΥΝΕΚΔΗΜΟΣ ΙΕΡΑΤΙΚΟΣ, Αδαμαντίου Κοραή, 1831]