Έμαθα προσφάτως για την τραγική και αναπάντεχη αναχώρησή σου, εντελώς τυχαία, ενώ ήμουν στην Ηρακλειά. Νόμισα, στην αρχή, πως ήταν ένα κακόγουστο αστείο, και θύμωσα με τον πληροφοριοδότη. Σχεδόν τον έβρισα. Όταν όμως διασταύρωσα την πληροφορία, μέσω μιας καλής φίλης που ζει και εργάζεται στην Αστυπάλαια, ένοιωσα τα πόδια μου να λυγίζουν. Ούτε στην αγαπημένη σου Έλλη δεν είχα το κουράγιο να τηλεφωνήσω. Τι να πεις σε μια τέτοια περίπτωση; Πώς να εκφράσεις με λόγια αυτά που σε πνίγουν;
Μιχάλη, αδυνατώ να πιστέψω ότι έφυγες και άφησες μόνη της την Έλλη σου, τις μελισσούλες και τη θάλασσα που τόσο λάτρευες. Βλέπω και ξαναβλέπω εδώ και μερικές ημέρες το βίντεο με τη συζήτηση που έκανα με σένα και τον καλό σου φίλο και συνεργάτη Ανδρέα Καλή, τον Δεκέμβριο του '15, και νομίζω πως αν έρθω τώρα στο νησί θα είσαι εκεί και θα με περιμένεις. Να μου εξιστορήσεις και πάλι την αγάπη σου για τις μέλισσες και τα όνειρά σου για θαλασσινά ταξίδια.
Πώς σου ήρθε ρε φίλε και έφυγες έτσι ξαφνικά και με τέτοιο απίστευτο τρόπο; Ποιος ρυθμίζει, ήθελα να ήξερα, τις τύχες και την άκρη του νήματος στη ζωή των ανθρώπων; Με ποια κριτήρια παίρνει τη ζωή αυτών που έχουν, όπως εσύ, όρεξη για ζωή, δουλειά, δημιουργία και αγάπη για τους φίλους και τους δικούς τους ανθρώπους;
Ξέρω ότι δεν με ακούς τώρα. Ή μήπως με ακούς;
Καλή αντάμωση Μιχάλη...
Ο φίλος σου Ιωσήφ