Με βαρειά καρδιά αφήσαμε πίσω μας το Castrignano dei Greci, έπρεπε όμως να προωθηθούμε σύντομα στον επόμενο σταθμό μας, ώστε να προλάβουμε να επισκεφτούμε όλα τα ελληνόφωνα χωριά του Salento και να ρίξουμε μια ματιά στο Otranto, την Santa Maria di Leuca, την Gallipoli (Καλλίπολη) και το Taranto, προτού καταλήξουμε και πάλι στο Brindisi για να επιβιβαστούμε στο καράβι που θα μας μετέφερε στην Ελλάδα. Δεν έρχεται άλλωστε κανείς συχνά στην Κάτω Ιταλία και είναι κρίμα να μην επισκεφτεί, για λίγο έστω, τις πόλεις αυτές.
Σειρά στον χάρτη, αλλά και στο προγραμμά μας, είχε το Martano. Όταν φθάσαμε εκεί, τίποτε δεν προμήνυε αυτό που επρόκειτο να ακολουθήσει. Στο Martano έμελλε θαρρείς να αρχίσουν και να τελειώσουν όλα! Η παρουσία του "έφηβου"... ογδονταοκτάχρονου Salvatore Sicuro ήταν κάτι παραπάνω από καταλυτική. Ο απίστευτος αυτός ελληνολάτρης Grico έφαγε μαζί μας στο camper, μας ξενάγησε στα άλλα ελληνόφωνα χωριά, μας έφερε σε επαφή με τις Δημοτικές Αρχές τους, τραγούδησε μαζί μας παλιά αξέχαστα ελληνικά τραγούδια, ξεφύλλισε το ημερολόγιο της ζωής του, αραδιάζοντας μπροστά στα έκπληκτα αυτιά και μάτια μας λεπτομέρειες από τα παιδικά του χρόνια, τα βιβλία του και την συμμετοχή του στον Β' Παγκόσμιο πόλεμο στο πλευρό των Παρτιζάνων της Σερβίας. Και όλα αυτά μιλώντας άπταιστα ελληνικά με ένα τρόπο που θα έκανε σίγουρα πολλούς νεοελληνάρες να κοκκινίσουν από ντροπή. Κάποια στιγμή, μάλιστα, λίγο έλειψε να τον... χάσουμε, καθώς έτρεχε ακούραστος, από το ένα μέρος στο άλλο, κάνοντάς μας να νοιώθουμε εμείς υπερήλικες!
Το χρονικό της γνωριμίας μας ωστόσο με το Martano ακολούθησε άλλη διαδρομή στην αρχή. Μόλις φθάσαμε και πάρκαρα σε ένα βολικό σημείο του χωριού, ώστε η παρουσία του ογκώδους οχήματος να μην είναι ενοχλητική, τηλεφώνησα στην Σοφία Τσολάκη, μια Ελληνίδα καλλιτέχνιδα της παλέττας και της τερακότας, την οποία μου είχε συστήσει να συναντήσω ο Alessandro Σπηλιωτόπουλος. Δεν είχαν περάσει περισσότερα από δέκα λεπτά όταν η Σοφία έφθασε στο camper μας. Ελληνίδα ζωγράφος και γλύπτις η Σοφία, εγκατέλειψε μία ωραία πρωία την Αθήνα και τον κύκλο της και αποφάσισε να εγκατασταθεί στο Martano. Δέκα χρόνια πέρασαν από τότε και η Σοφία έχει πια γίνει ένα σχεδόν με το ντόπιο στοιχείο, έμαθε την γλώσσα, παίρνει μέρος σε εκθέσεις (έχει μάλιστα βραβευτεί σε κάποιες από αυτές), ενώ τελευταία διδάσκει τους μαθητές σε ένα σχολείο του Μartano.
Γεμάτο πίνακες και γλυπτά το σπίτι όπου μένει η Σοφία. Μιλάει με τον ενθουσιασμό έφηβης για τα έργα της, για τις συμμετοχές της σε εκθέσεις, τα βραβεία και τους επαίνους που της έχουν απονεμηθεί, τον σεβασμό και την αναγνώριση που απολαμβάνει στην Ιταλία για το έργο της, και μας εξομολογείται τα σχέδιά της για το μέλλον. Μια Ελληνίδα που αποφάσισε να αφήσει ξαφνικά την ζωή της Αθήνας, τους συγγενείς και τους φίλους της και να εγκατασταθεί, όχι στη Ρώμη, το Λονδίνο ή το Παρίσι, αλλά σε ένα ελληνόφωνο χωριό του φτωχού Ιταλικού νότου. "Έχω βρει τον εαυτό μου εδώ", λέει η Σοφία. "Με έχουν αποδεχθεί, με σέβονται και μ' αγαπούν γι' αυτό που είμαι, γι' αυτό που είχα να προσθέσω στην δική τους κουλτούρα. Δυστυχώς δεν αντιμετωπίζονται έτσι σήμερα στην Ελλάδα αυτοί που έχουν κάτι να πουν, να δημιουργήσουν, να προσφέρουν". Δεν είχα τι να της απαντήσω. Η σιωπή μου ήταν πολύ πιο γλαφυρή από τα λόγια που θα μπορούσα ίσως να πω για να της δείξω πόσο συμφωνούσα μαζί της...
Στο Martano η παρουσία των Grico είναι πιο έντονη ίσως από κάθε άλλο ελληνόφωνο χωριό του Salento. Είναι άλλωστε το πιο πυκνοκατοικημένο και, όπως μαρτυρούν τα ευρήματα των ανασκαφών του Apigliano, το Martano υπήρχε ήδη κατά την Βυζαντινή κυριαρχία, διατηρώντας μέχρι και το τέλος του 15ου αιώνα τα ελληνικά ήθη και έθιμα. Από το Μαρτάνο προέρχονται, εξ άλλου, και οι τρεις ελληνικοί χειρόγραφοι κώδικες του 13ου και 14ου αιώνα που βρίσκονται σήμερα στην Αμβροσιανή Βιβλιοθήκη.
Περπατήσαμε στα δρομάκια της Catoumerea (Κάτω Μεριά) με τις παραδοσιακές αυλές που εκτελούν χρέη "εμπροσθοφυλακής" κάθε σπιτιού. Περιπλανηθήκαμε στους κεντρικούς δρόμους και τις πλατείες και προσέξαμε τις ελληνικές πινακίδες κάποιων καταστημάτων. Είναι περίεργο το συναίσθημα να βλέπεις ελληνικές πινακίδες στο εξωτερικό και μάλιστα σε περιοχές όπως η περιοχή της Απουλίας του Ιταλικού νότου, όπου δεν ευδοκίμησε το σύγχρονο ελληνικό μεταναστευτικό ρεύμα, όπως στην Αμερική ας πούμε και στην Αυστραλία. Εδώ το ελληνικό στοιχείο έχεις τις ρίζες του πολύ βαθειά στον χρόνο. Τότε που οι ισχυρές αρχαίες ελληνικές πόλεις και, αργότερα, οι πρόσφυγες από το Βυζάντιο και την Καππαδοκία, αποίκισαν τον Ιταλικό νότο και μετέφεραν εκεί τον πολιτισμό και την γλώσσα τους.
Μείναμε αρκετή ώρα στο σπίτι της Σοφίας και είχαμε την ευκαιρία να θαυμάσουμε την δουλειά της και να γνωρίσουμε μια Grico γειτόνισά της, την κυρία Lucia, η οποία δεν ήθελε και πολύ για να σηκωθεί και να αρχίσει να χορεύει και να τραγουδά γκρεκάνικα τραγούδια για να μας ευχαριστήσει! Εκεί ήρθε λίγο αργότερα και μας βρήκε ο Salvatore Sicuro ο οποίος, από εκείνη την στιγμή, μας πήρε υπό την κηδεμονία του! Νωρίς το άλλο πρωί έφθασε στο camper και πήραμε τους δρόμους...
Περάσαμε πρώτα απ' το Zollino και από την πρώτη στιγμή φάνηκε πως ο Salvatore ήθελε να μας φέρει σε επαφή με τον δήμαρχο. Πήγαμε πράγματι στο δημαρχιακό μέγαρο, όπου όλοι σχεδόν μιλούσαν Grico! Ο δήμαρχος απουσίαζε αλλά ειδοποιήθηκε και δεν άργησε να φανεί. Μεταξύ άλλων μας είπε ότι σε λίγες ημέρες θα γίνει στο χωριό τους η καθιερωμένη ετήσια γιορτή της φωτιάς. Κλασσική γιορτή, που πραγματοποιείται κάθε χρόνο στις 21 Δεκεμβρίου με την ευκαιρία του χειμερινού ηλιοστασίου. Είναι μια πρόκληση στην άσχημη εποχή. Η αναπαραγωγή ενός τεχνητού ήλιου μέσα στην κρύα χειμωνιάτικη νύχτα. Τα παραδοσιακά φαγητά, σαν την "Sceblasti". Η μαγική ατμόσφαιρα κοντά στην φωτιά, σημάδι της κοινωνικοποίησης και της συμμετοχής. Όλα κάνουν μοναδικό αυτό το γεγονός, στο οποίο όμως δεν καταφέραμε να παρευρεθούμε λόγω της απομάκρυνσής μας από την περιοχή του Salento τις μέρες που ακολούθησαν.
Το αρχικό σχέδιο της οργάνωσης αυτής της γιορτής ήταν να επανακτήσουν οι κάτοικοι τους παραδοσιακούς πυρσούς του Αγίου Αντωνίου, που εμφανίζονταν συνήθως στις 17 Ιανουαρίου. Η ιδέα γεννήθηκε στο μυαλό του Giovanni Pellegrino το 1978. Κατά χρονολογική σειρά, είναι η δεύτερη μεγάλη γιορτή του Salento, μετά την γιορτή του κρασιού (Festa de Lu Mieru) η οποία πραγματοποιείται στο Carpignano. Είναι σημαντική η προσφορά της "Bottega del teatro" για την διατήρησή της. Η γιορτή της φωτιάς, λοιπόν, των παιgνιδιών και των παραδόσεων που πραγματοποιείται στον ανοιχτό χώρο "Lumardu", είναι η διασταύρωση αρχαίων δρόμων, που διέσχιζαν το Σαλέντο, κοντά στα αρχαία φρέατα "degli Ursi", που ήταν σταθμός αναψυχής ανθρώπων και ζώων, δυο βήματα από το menhir (στα menhir θα αναφερθώ στη συνέχεια) της Αγίας Άννας. Ένας ιερός τόπος, αφιερωμένος στις συναντήσεις και τις ανταλλαγές από τα προϊστορικά χρόνια.
Ανάλογες γιορτές πραγματοποιούνται στο Zollino προς τιμήν του Αγ. Αντωνίου και της Αγ. Άννας. Λέγεται πως ο Άγιος Αντώνιος έσωσε το χωριό από ένα φοβερό κυκλώνα, που κατέστρεψε στις 23 Αυγούστου του 1898 τα σπίτια και έτρεψε σε φυγή τους κατοίκους. Μόνο όταν οι κάτοικοι πήραν το άγαλμα του Αγίου απ' την εκκλησία και το περιέφεραν στους δρόμους του χωριού, το κακό υποχώρησε. Η λατρεία της Αγίας Άννας έχει βαθιές ρίζες που ανάγονται στο τέλος του 18ου αιώνα, όταν μετά την εμφάνιση της Αγίας σε μια γιαγιά, η μεγάλη λαϊκή ευλάβεια που δημιουργήθηκε έκανε επιτακτική την ανάγκη για την ανέγερση μιας εκκλησίας. Αυτό μεταδόθηκε στη συνέχεια από γενιά σε γενιά, όπως φανερώνουν οι τακτικές επισκέψεις στείρων ζευγαριών και εγκύων γυναικών μέχρι σήμερα. Κατά την διάρκεια του τελευταίου αιώνα, μαζί με την θρησκευτική λατρεία προς τιμήν της Αγίας, αναπτύχθηκε και μια λαϊκή γιορτή, που εξελίσσεται στις 25 και 26 Ιουλίου και διοργανώνεται με την εθελοντική προσφορά πολλών κατοίκων του Zollino.
Το Zollino είναι ένα μικρό και νοικοκυρεμένο χωριό. Αυτό που μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση ήταν το γεγονός ότι ο Δήμος έχει διαθέσει μια έκταση όπου μπορούν να κατασκηνώσουν καμμιά δεκαριά (ή και περισσότερα, με λίγη καλή διάθεση) campers, ενώ υπάρχει και παροχή ηλεκτρικού ρεύματος! Μας οδήγησε εκεί ο Marco Mattia, ένας νεαρός Grico ο οποίος μιλάει άπταιστα ελληνικά, και τα διδάσκει μάλιστα στα παιδιά του χωριού, όπως έμαθα αργότερα. Όση ώρα εγώ φωτογράφιζα, ο Marco τηλεφώνησε σε έναν θείο του, που ήταν κι' αυτός κάτοχος camper. Τον ρώτησα αν θα ήταν στο Zollino την ημέρα της φωτιάς, αλλά εκείνος μου απάντησε ότι την δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων θα έφευγε με το camper του για την αγαπημένη του Matera, στην περιοχή της Basilicata. Η απάντησή του με έβαλε στον πειρασμό να του ζητήσω περισσότερες πληροφορίες και, σε συνδυασμό με την τηλεφωνική προτροπή του φίλου μου Χρήστου απ' την Ελλάδα και μιας φωτογραφίας που είχε δει η καπετάνισσα στο πλοίο, κυκλώσαμε την Matera στον χάρτη...
Η Sternatia βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής απ' το Zollino, όπως άλλωστε συμβαίνει με όλα τα ελληνόφωνα χωριά του Salento, που είναι στημένα το ένα δίπλα στο άλλο πάνω στην περιφέρεια ενός νοητού κύκλου, η ακτίνα του οποίου δεν υπερβαίνει τα λίγα χιλιόμετρα. Αυτό δε που εντυπωσιάζει τον οδηγό, καθώς μιλάμε για μια πεδινή περιοχή χωρίς ίχνος βουνού ή λόφου, είναι οι απόλυτες ευθείες των δρόμων, που οδηγούν απ' το ένα χωριό στο άλλο, αλλά και της κεντρικής οδικής αρτηρίας που τα συνδέει με το "μητροπολιτικό" Lecce.
Μπήκαμε στην Sternatia και παρκάραμε ακριβώς απέναντι απ' το δημαρχιακό μέγαρο. Το μεγάλο όχημα έκλεισε τον "αέρα" μιας μονοκατοικίας, με την κυρία του σπιτιού να ρωτάει ευγενικά τον Salvatore πόση ώρα σκοπεύαμε να μείνουμε εκεί. Ο "έφηβος" παππούς της εξήγησε ότι δεν θα αργούσαμε μιας και είχε σκοπό, κατά την προσφιλή του τακτική, να μας γνωρίσει με τον δήμαρχο και να ανταλλάξουμε δυο κουβέντες μαζί του. Απεδείχθη βεβαίως, κατά την διάρκεια της σύντομης συζήτησης που είχε ο Salvatore με την κυρία, ότι η τελευταία μιλούσε Grico. Είχε πια αρχίσει να μη μας κάνει εντύπωση το γεγονός...
Ο δήμαρχος πάντως απουσίαζε, ήταν και ημέρες γιορτής βλέπετε, κι' έτσι περιοριστήκαμε να κάνουμε μια βόλτα στο χωριό και να θαυμάσουμε τα παλιά αρχοντικά του και τις υπέροχες στέρνες που διακοσμούν τις αυλές τους, όπως αυτή που υπήρχε στο εκπληκτικό palazzo Granafei. Και στη μεγάλη αυλή του δημαρχείου, ακόμη, που ήταν κι' αυτό στεγασμένο σε ένα παλιό αρχοντικό (palazzo), υπήρχε μια όμορφα σκαλισμένη στέρνα. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε το όνομα του χωριού αυτού. "Χώρα sterna dicta", μονολόγησε κάποια στιγμή ο Salvatore, εξηγώντας μας πως η Sternatia οφείλει στις δύο αυτές λατινικές λέξεις το όνομά της : Το χωριό στο οποίο λέγεται (dicta) ότι υπάρχει στέρνα.
Τα ελαιόδενδρα κυριαρχούν στο Salento, από άκρη σε άκρη. Δένδρα υπεραιωνόβια, με απίστευτους κορμούς, σε σχήματα που θα ζήλευε ο καλύτερος γλύπτης, μερικά από τα οποία οι Grico έχουν μεταφυτεύσει σε πλατείες χωριών, τιμώντας έτσι την πολύτιμη ελιά που αποτελεί και το σήμα κατατεθέν της περιοχής τους. Μια τέτοια ελιά υπάρχει και στην μικρή πλατεία της Sternatia, που απέχει λίγα μέτρα απ' το δημαρχείο του χωριού. Η εκκλησία της Παναγίας, κτίσμα του 18ου αιώνα, και ο πύργος του τεράστιου καμπαναριού που κτίστηκε το 1790, "πνίγουν" με τον όγκο τους τα στενά δρομάκια του χωριού, ενώ η πέτρινη αψιδωτή Porta Filia (πόρτα της φιλίας) συμβολίζει το καλωσόρισμα του επισκέπτη. Καθώς περπατούσαμε στα δρομάκια του χωριού, τραβούσα βιαστικά τα πλάνα μου, φοβούμενος πως θα χάσω απ' τα μάτια μου τον 88χρονο Salvatore, ο οποίος έτρεχε, κυριολεκτικώς, και ξεναγούσε την καπετάνισσα!
Πριν εγκαταλείψουμε την Sternatia, έπρεπε να εκπληρώσω την επιθυμία της Φωτεινής Καϊμάκη να παραδώσω το εκπληκτικό βιβλίο της "Η Ελλάδα του Σαλέντο" στον καθηγητή Carmine Greco. Αυτός με την σειρά του, σαν μια συμβολική ανταλλαγή πνευματικών αγαθών, θα της προσέφερε ένα λεξικό Grico, που είχε ο ίδιος επιμεληθεί. Έτσι και έγινε. Ο καθηγητής, ένας συμπαθέστατος Grico με τον οποίον συνεννοηθήκαμε σε άπταιστα ελληνικά, κατέφθασε σε δέκα λεπτά με το ποδήλατό του. Το καταλληλότερο σίγουρα όχημα για μετακινήσεις, σε μια περιοχή με επίπεδους δρόμους και μικρές αποστάσεις. Ζήλεψα, βλέποντας την δουλειά που είχε κάνει στο λεξικό του, και έτσι μπήκα στον πειρασμό να αγοράσω ένα. Είναι άλλωστε από τα βιβλία που δεν μπορεί κανείς να βρει στην Αθήνα, όσο κι' αν ψάξει.
Το Corigliano ήταν από τα χωριά εκείνα που αγαπήσαμε ιδιαιτέρως. Με το καλοδιατηρημένο κάστρο του 1465 να δεσπάζει και να θυμίζει την σθεναρή αντίστασή του στις επιθέσεις των Τούρκων το έτος 1480. Κυρίαρχο παράδειγμα της τοπικής αρχιτεκτονικής, το φρούριο είναι κτισμένο σε σχήμα τετράγωνο με κυκλικούς πύργους στις τέσσερις γωνίες του. Η πρόσοψή του ανακαινίστηκε το 1667 και διακοσμήθηκε με ανθρώπινες και ανθρωπομορφικές φιγούρες οι οποίες συμβολίζουν είτε κάποιους σημαντικούς ανθρώπους εκείνης της εποχής ή μερικές από τις ανθρώπινες αρετές και αξίες. Στα αξιοθέατα του Corigliano και η εκκλησία του Αγίου Νικολάου, η οποία όμως εκείνη την ώρα ήταν κλειστή. Και δεν ήταν η μόνη εκκλησία που βρήκαμε κλειστή στα ελληνόφωνα χωριά. Υπέθεσα ότι κάποιες από τις εκκλησίες τους φοβούνται να τις αφήνουν συνεχώς ανοικτές για να μη μπουν κάποιοι στον πειρασμό να κλέψουν τις μεγάλης αξίας εικόνες τους.
Νοιώθαμε πως είχαμε κουράσει τον Salvatore Sicuro εκείνες τις τρεις ημέρες. Έτσι, τον αφήσαμε εκείνο το βράδυ στο σπίτι του, στο Martano, αφού πρώτα φάγαμε μαζί στο τροχόσπιτο, παρέα με την Σοφία Τσολάκη, που έμεινε κι' αυτή μαζί μας μέχρις ότου αρχίσει η θεατρική παράσταση στην οποία ήταν καλεσμένη. Κασιώτικες μακαρούνες με σιτάκα μαγείρεψε εκείνο το βράδυ η καπετάνισσα, τις οποίες τίμησαν δεόντως οι καλεσμένοι μας, που επαναλάμβαναν συνεχώς ότι εκείνο το πιάτο δεν είχε τίποτε να ζηλέψει από τα φημισμένα Ιταλικά σπαγγέτι!
Έμενε πλέον μόνο το Melpignano, στο οποίο φθάσαμε το άλλο πρωί. Ο καιρός δεν ήταν ιδιαίτερα ευνοϊκός, αφού πού και πού θυμόταν να ανοίξει ο ουρανός και να μας πετάξει λίγες σταγόνες βροχής. Περπατώντας φθάσαμε στην στολισμένη εκκλησία του Αγ. Γεωργίου, αλλά και την ομώνυμη πλατεία, η οποία λέγεται πως είναι η ωραιότερη στην περιοχή του Salento. Κατασκευάστηκε με την χρήση των τοπικών πετρωμάτων, τον 16ο αιώνα, για τις ανάγκες της αγοράς που επραγματοποιείτο εκεί κάθε Σάββατο με εμπόρους να έρχονται από το Bari, τη Νάπολη και το Lecce, ενώ πολλά ήταν και τα καταστήματα. Περιμετρικώς της πλατείας υπάρχουν αψιδωτές καμάρες η κατασκευή των οποίων ξεκίνησε και ολοκληρώθηκε την έκτη δεκαετία του 15ου αιώνα. Στην πλατεία δεσπόζει ο ναός του Αγ. Γεωργίου και ο πύργος με το ρολόϊ που κτίστηκε το 1901.
Σε μικρή απόσταση βρίσκεται το παλιό υπόγειο ελαιοτριβείο, εξ ολοκλήρου φτιαγμένο από πέτρα, που αποτελεί πολύτιμη μαρτυρία για την τοπική παράδοση και την οικονομία. Κατασκευάστηκε τον 17ο αιώνα και σώζονται ακόμη οι μυλόπετρες και οι πρέσες για την σύνθλιψη της ελιάς. Λίγο πιο κάτω, επί της via Roma, αφημένο στον χρόνο και την εγκατάλειψη, το αρχοντικό (palazzo) Castriota Scanderberg, που κατασκευάστηκε το 1636 από τον Κοριλιανό αρχιτέκτονα Manuli. Κτίστηκε πάνω στα ερείπα ενός παλaιού κάστρου, του οποίου σήμερα σώζονται ακόμη κάποια τμήματά του που περικλείουν την μεγάλη αυλή που βρίσκεται στο πίσω μέρος του αρχοντικού.
Στη συνέχεια ψάξαμε αρκετά μέχρι να ανακαλύψουμε το menhir της via Castello. Δεν μπορούσαμε παρά να επαναλαμβάνουμε, ρωτώντας του ντόπιους, την λέξη menhir, την οποία όμως κανείς δεν καταλάβαινε! Με τα πολλά, και αφού περπατήσαμε πάνω κάτω την via Castello, τρεις φορές, την βρήκαμε! Το menhir της via Castello βρισκόταν σε μια τέτοια θέση, δίπλα στον τοίχο ενός σπιτιού, που δεν τραβούσε καθόλου την προσοχή. Θα μπορούσαμε να περνάμε δίπλα του και να μην καταφέρουμε να το δούμε ποτέ! Δεν υπήρχε άλλωστε σχετική πινακίδα, μολονότι αναφέρεται σαν ένα από τα αξιοθέατα του Melpignano. Είχα αναφέρει την λέξη menhir και νωρίτερα, όταν περιέγραφα το χωριό Zollino. Τα menhir λοιπόν είναι όρθιοι μονόλιθοι ή συμπλέγματα τέτοιων λίθων, μεγάλων διαστάσεων, και απαντώνται, εκτός από την περιοχή του Salento, και σε άλλες χώρες και ηπείρους, όπως στην Αγγλία, την Ιρλανδία, τη Γαλλία, την Αφρική και την Ασία. Στην βορειοδυτική Γαλλία υπάρχουν περισσότερα από 1.200 menhir. Τα menhir έχουν την καταγωγή τους στα προϊστορικά χρόνια και τοποθετήθηκαν στην όρθια αυτή θέση σαν κομμάτι μιας "Μεγαλιθικής" παράδοσης που άνθισε κυρίως στην Ευρώπη. Κατά την διάρκεια της μακρόχρονης πορείας τους πιστεύεται ότι χρησιμοποιήθηκαν από τους Δρουίδες για θυσίες, αλλά και σαν σημάδια οριοθέτησης εδαφών. Η λέξη menhir, την οποία υιοθέτησαν τον 19ο αιώνα Γάλλοι αρχαιολόγοι, είναι συνδυασμός των λέξεων men (πέτρα) και hir (μακρύς) από την διάλεκτο της Βρετάνης.
Συνεχίζεται... http://www.ribandsea.com/main/index.php/travels/1168-salentina-grecia-kalos-irtate-meros-e