Αφήσαμε, προς στιγμήν, τα ελληνόφωνα χωριά και κατευθυνθήκαμε προς την καστροπολιτεία της Acaya, γιατί ο Sylvano Palama μας είχε μιλήσει με κολακευτικά λόγια γι' αυτήν. Και δεν είχε άδικο, παρ' όλο που δεν σταθήκαμε τυχεροί να θαυμάσουμε το εσωτερικό του κάστρου και να απολαύσουμε την καστροπολιτεία "ζωντανή", με τα σπίτια και τα μαγαζιά της ανοικτά. Δεν είμασταν όμως άμοιροι ευθυνών, αφού επιλέξαμε να κάνουμε "τουρισμό" χειμωνιάτικα και, μάλιστα, στο πεδινό τμήμα του "φτωχού" Ιταλικού νότου.
Δεν μας είχε μιλήσει όμως με καλά λόγια μόνο για την Acaya ο Sylvano. Μας είχε συστήσει να επισκεφτούμε και την παλιά πόλη της Rocca (Rocca Vecchia), με τα αρχαία ευρήματα, τις σπηλιές και τα παρατηρητήρια, που βρέχονται απ' τα νερά της Αδριατικής. Αποφασίσαμε λοιπόν, μια και η απόσταση που μας χώριζε απ' τη θάλασσα ήταν ασήμαντη, να ακολουθήσουμε την ακτογραμμή και να φθάσουμε μέχρι την Rocca Vecchia, αφού όμως πρώτα σταματήσαμε για λίγο, σε ένα άνοιγμα πάνω απ' το κύμα, για να ικανοποιήσουμε τα διαμαρτυρόμενα στομάχια μας.
Είναι ξεχωριστές αυτές οι στιγμές απόλαυσης στο camper και με καταλαβαίνουν όσοι είναι ευτυχείς κάτοχοι ενός τέτοιου οχήματος. Έξω ο σορόκος ωρυόταν και τα κύματα έβγαζαν τα απωθημένα τους στα βράχια της ακτής, μαζί θαρρείς και τα φύκια ολόκληρης της Αδριατικής! Μπορεί να μην είχε παγωνιά, η θέρμανση όμως δεν μας "χαλούσε" καθόλου. Τα υπόλοιπα, γνωστά. Κουμάντο στο τιμόνι εγώ, κουμάντο στις γαστριμαργικές απολαύσεις η καπετάνισσα. Παίξαμε στο τέλος, σαν "επιδόρπιο", και μια παρτίδα τάβλι, άναψαν τα αίματα και πολύ το χαρήκαμε...
Θα μου πείτε ίσως τώρα, γιατί τα γράφεις όλα αυτά; Τι μας ενδιαφέρει εμάς πώς νοιώθεις εσύ στο camper, πώς τρως και πώς διασκεδάζεις; Μα αυτό θα πρέπει, κυρίως, να σας ενδιαφέρει νομίζω! Και αν δεν ενδιαφέρει εσάς, που έχετε ενδεχομένως camper, θα ενδιαφέρει σίγουρα αυτούς που δεν έχουν και σκέφτονται να νοικιάσουν ή να αγοράσουν ένα! Αυτός είναι, κατά την ταπεινή μου άποψη, ο αποχρών λόγος ύπαρξης ενός τέτοιου περιοδικού. Το να σας αραδιάζω μόνο πληροφορίες για τα μουσεία ή την ιστορία ενός τόπου δεν είναι, νομίζω, το ζητούμενο.
Κάποτε, όταν δε υπήρχε internet, όλα αυτά ήταν ίσως απαραίτητο να αναφερθούν σε ένα ταξιδιωτικό άρθρο. Τώρα όμως δεν έχει κανείς παρά να επιλέξει μια μηχανή αναζήτησης, να γράψει τι ακριβώς θέλει να μάθει, και ένας απίστευτος όγκος πληροφοριών θα χυθεί ξαφνικά μπροστά του. Πού νομίζετε, άλλωστε, ότι τις βρίσκουν τόσες πληροφορίες οι συγγραφείς ταξιδιωτικών άρθρων; Αυτά λοιπόν που κυρίως πρέπει να ενδιαφέρουν τους αναγνώστες ενός τέτοιου περιοδικού, είναι πώς ζει κανείς μέσα σε ένα αυτοκινούμενο τροχόσπιτο, πώς πρέπει να το συντηρεί, πόσο μπορεί (και επιτρέπεται) να το φορτώνει, πού μπορεί να διανυκτερεύει όταν είναι λάτρης του ελεύθερου camping, πού θα βρει νερό, πού μπορεί να αδειάσει τα γκρίζα νερά της αποχέτευσης και την κασετίνα της τουαλέττας, τι προβλέπει η νομοθεσία για τα αυτοκινούμενα κ.ο.κ.
Αφού λοιπόν ολοκλήρωσα την "απολογία" μου, ας πάω παρακάτω. Πλήρεις γευστικής και ψυχικής ευφορίας, και αφού εν τω μεταξύ έθαψα στο χώμα, με την βοήθεια ενός ειδικού φτυαριού που έχω πάντοτε μαζί μου, τα λύμματα της τουαλέττας και τα γκρίζα νερά της αποχέτευσης, συνεχίσαμε πάνω στον παραλιακό δρόμο μέχρις ότου φθάσαμε στη μαρίνα του S. Foca. Όλα μαρτυρούσαν ότι το καλοκαίρι, στο παραλιακό αυτό θέρετρο, με την μεγάλη παραλία και την τουριστική μαρίνα, θα υπήρχε το αδιαχώρητο. Τώρα όμως ήταν όλα ερμητικώς κλειστά. Αραιά και πού περνούσε κάποιο αυτοκίνητο, ενώ οι πεζοί ήταν είδος εν ανεπαρκεία. Έφερα στο μυαλό μου την εικόνα που παρουσιάζουν τα δικά μας τουριστικά νησιά τον χειμώνα και δεν είδα να υπάρχει καμμία διαφορά.
Σκεφτήκαμε να μείνουμε στη μαρίνα του S. Foca εκείνο το βράδυ - ο χώρος για ελεύθερο parking άλλωστε ήταν απεριόριστος - θέλαμε όμως κάτι που να μας "εμπνεύσει" περισσότερο. Ούτε λόγος βέβαια για οργανωμένο camping, το οποίο θα προτιμούσαμε μόνο στην περίπτωση που θα νοιώθαμε ότι δεν είμαστε ασφαλείς.
Ήταν ήδη προχωρημένο απόγευμα όταν φθάσαμε στη Rocca Vecchia, αλλά κρίναμε σκόπιμο να αφήσουμε τα αρχαία ευρήματα και τις σπηλιές για την επομένη. Ο δρόμος, στη συνέχεια, ακολουθούσε την ακτογραμμή και κατέληγε σε ένα αδιέξοδο, με φόντο μια υπέροχη αμμουδιά, με οργανωμένες εγκαταστάσεις, και ένα παλιό πύργο (torre) από αυτούς που χρησιμοποιούσαν κάποτε για να ελέγχουν τη θάλασσα και τα διερχόμενα πλοία. "Εδώ είναι όμορφα" είπαμε, κι' οι δυο σχεδόν, μ' ένα στόμα. Πάρκαρα λοιπόν το camper, όσο καλύτερα μπορούσα, δίπλα στον μισοκατεστραμμένο πύργο και κάτω ακριβώς απ' το μεγάλο κίτρινο φωτιστικό του δρόμου, και ακολουθήσαμε την πεπατημένη για το δείπνο και την βραδυνή ξεκούραση, ενώ η υγρασία κάλυπτε τα πάντα...
Ομίχλη που κοβόταν με το μαχαίρι μας περίμενε το άλλο πρωί. Αρρωστημένος καιρός, με τους νοτιάδες να συνεχίζουν το παιγνίδι τους και την υγρασία να πέφτει παντού και να μουσκεύει παρμπρίζ, ρούχα, δρόμους. Δεν είχαμε όμως παράπονο. Ούτε βροχή έπεσε, όσο παραμείναμε στην περιοχή της Απουλίας, ούτε χιόνι, σαν αυτό που έθαψε εκείνες τις ημέρες ολόκληρη τη βόρειο Ευρώπη, αλλά και τον Ιταλικό βορρά. Αναλογιζόμενος όμως πόσο ήθελα να τραβήξω πλάνα στον αρχαιολογικό χώρο της Rocca Vecchia και βλέποντας την ομίχλη, μελαγχόλησα.
Πήρα πάντως την φωτογραφική, φόρτωσα το τρίποδο με την βιντεοκάμερα στον ώμο, και μπήκα δειλά δειλά στον αρχαιολογικό χώρο. Η πόρτα του εργοταξίου ήταν ανοικτή, ενώ δύο εργάτες έστηναν μια ξύλινη γέφυρα πάνω από ένα λάκκο. Τους έπιασα κουβέντα προσπαθώντας να βάλω σε κάποια τάξη τις ελάχιστες γνώσεις μου στα Ιταλικά. Δεν χρειάστηκε να κουραστώ πάντως και πολύ για να τους πείσω να μου επιτρέψουν να περιπλανηθώ στη σκαμμένη περιοχή. Ακολούθησα το μονοπάτι που έχει χαραχθεί γύρω από τις ανασκαφές και διάβασα τις πινακίδες που είναι γραμμένες στην Ιταλική και την Αγγλική γλώσσα και έχουν τοποθετηθεί εκεί για την ενημέρωση των επισκεπτών. Κανονικότατη ξενάγηση, χωρίς μάλιστα... ξεναγό!
Η ομίχλη, που νόμιζα αρχικώς ότι θα με δυσκόλευε, έστησε από μόνη της ένα σκηνικό μυστηρίου που ταίριαζε απολύτως με τα ερείπια του αρχαίου οικισμού, τους πύργους και τις θαλάσσιες σπηλιές. Περπάτησα περιμετρικά ολόκληρη την περιοχή της Rocca Vecchia, η οποία οχυρώθηκε από την εποχή του χαλκού (15ο - 16ο αιώνα π.Χ.), ενώ κατά την διάρκεια των ανασκαφών ήρθαν στο φως ευρήματα Μινωϊκού και Μυκηναϊκού πολιτισμού. Όπως πιστεύεται, τότε ήταν, περίπου, που η περιοχή αυτή πολιορκήθηκε και παραδόθηκε στις φλόγες.
Η πόλη οχυρώθηκε και καταστράφηκε πολλές φορές στη συνέχεια, ενώ στις γύρω σπηλιές αποβιβάστηκαν και βρήκαν καταφύγιο, κατά την διάρκεια των χρόνων του Μεσαίωνα, ερημίτες προερχόμενοι από την Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Μετά την άλωση της Κων/πολης, η περιοχή πολιορκήθηκε από τους Τούρκους, οι οποίοι και την χρησιμοποίησαν σαν ορμητήριο για τις επιθέσεις τους εναντίον του Otranto.
Η επομένη μας βρήκε να περιπλανιόμαστε και πάλι στον μικρό κύκλο των ελληνόφωνων χωριών του Salento. Πρώτη σύντομη στάση στο Carpignano, για να φωτογραφίσω τον υπέροχο καθεδρικό ναό του και, στη συνέχεια, πολύωρη στάση στο Castrignano dei Greci, ένα χωριό που μας άρεσε ιδιαίτερα και το οποίο η καπετάνισσα δεν παρέλειψε να κυκλώσει πάνω στον χάρτη. Αρχίσαμε να περπατάμε στους δρόμους του χωριού χωρίς κάποιο συγκεκριμένο πλάνο. Θέλαμε όμως να δούμε οπωσδήποτε τα παλιά φρέατα (pozzelle) και την κρύπτη του Αγίου Ονουφρίου.
Αγοράσαμε μια φρατζόλα από αυτό το υπέροχο Ιταλικό χωμί, μερικές φέτες προσούτο (είναι η αδυναμία μου) και καμμιά δεκαριά χωριάτικα αυγά, και με το σάλιο μου να κόβεται, στη σκέψη και μόνο του μεσημεριανού γεύματος, άρχισα να ρωτώ με τα απαίσια Ιταλικά μου κάποιους περαστικούς, πού είναι τα παλιά φρέατα και η κρύπτη του Αγίου Ονουφρίου. Απεδείχθη, τελικώς, πως τα φρέατα ήταν σχετικώς εύκολο να τα βρούμε, ενώ για να μπούμε στην κρύπτη του Αγίου χρειάστηκαν ειδικές διασυνδέσεις και διαβουλεύσεις, όπως θα διαβάσετε πιο κάτω...
Πάρκο χαλάρωσης και διασκέδασης σήμερα ο χώρος με τα εκατό περίπου φρέατα (pozzelle), στα οποία συγκεντρωνόταν άλλοτε το νερό για την ύδρευση του χωριού. Λέγεται μάλιστα ότι κάθε οικογένεια είχε το δικό της. Τα φρέατα είναι ανοιγμένα το ένα δίπλα στο άλλο, έχουν βάθος από 6 έως 8 μέτρα, είναι κατασκευασμένα από πέτρες οι οποίες έχουν τοποθετηθεί σε ομόκεντρους κύκλους και κλείνουν στο επάνω μέρος, σχηματίζοντας ένα είδος "χοάνης", και μοιάζουν, εκ πρώτης όψεως, με πέτρινα τραπεζάκια που τοποθετήθηκαν θαρρείς εκεί για να διευκολύνουν το πικ-νικ των επισκεπτών! Σε αρκετά από τα στόμια των φρεάτων αυτών έχουν σήμερα τοποθετηθεί μπετόβεργες για λόγους ασφαλείας.
Χρησιμοποιώ επίτηδες την λέξη "φρέαρ", η προέλευση της οποίας είναι αμμιγώς ελληνική και χρησιμοποιείται από τους Grico του Salento, σε αντιδιαστολή με την αντίστοιχη λέξη "πηγάδι", η οποία δεν είναι ελληνική αλλά την χρησιμοποιούμε κατά κόρον εμείς στην Ελλάδα! Και είναι αλήθεια ότι η Γκρεκάνικη διάλεκτος περιλαμβάνει πολλές γνήσιες ελληνικές λέξεις, τις οποίες εμείς έχουμε ξεχάσει εντελώς ή έχουμε αντικαταστήσει με ξένες!
Και ενώ περπατούσαμε στα σοκάκια του Castrignano αναζητώντας την κρύπτη του Αγίου Ονουφρίου, το βλέμμα μου τράβηξε η επιγραφή ενός φαρμακείου που περιελάμβανε το όνομα "Greco". Αποφάσισα να μπω και να ρωτήσω τις υπαλλήλους. Αυτές κατάλαβαν, προφανώς, ότι ήμουν Έλληνας και ειδοποίησαν τον "dotore", ο οποίος βρισκόταν στο εργαστήριο του φαρμακείου. Ένας χαρούμενος άνθρωπος, ο Luigi Greco, εμφανίστηκε ξαφνικά μπροστά μας και, σαν να γνωριζόμασταν από χρόνια, δέχθηκε πρόθυμα να μας βοηθήσει μιλώντας ελληνικά και γελώντας ακατάπαυστα!
Επρόκειτο για γόνο οικογένειας "Γκρίκο", όπως μου εξομολογήθηκε ο Luigi, από αυτές οι οποίες κατέκλυζαν άλλοτε το Castrignano και έφεραν μάλιστα το ίδιο επώνυμο. "Διατηρούμε φαρμακείο στο Castrignano εδώ και πολλές δεκαετίες", άρχισε να λέει ο Luigi απαντώντας στις ερωτήσεις μου. "Ο παππούς μου ήταν φαρμακοποιός, το ίδιο και ο πατέρας μου! Πάρα πολλοί συγχωριανοί μου έχουν το επώνυμο Greco. Τα Ελληνικά τα έμαθα, κυρίως, από τους Έλληνες συμφοιτητές μου με τους οποίους συνεννοούμαι όποτε πάω στην Ελλάδα. Κάποτε στο χωριό μιλούσαν όλοι Grico. Τώρα μπορεί να μπεις σε ένα μαγαζί που έχει ελληνική πινακίδα και να μη μιλάει κανείς Grico"!
Συνέχισε να συζητά μαζί μας ενώ, συγχρόνως, προσπαθούσε να εντοπίσει με το κινητό του τηλέφωνο τον "κλειδοκράτορα" της κρύπτης του Αγίου Ονουφρίου. Μετά από λίγη ώρα ο "κλειδοκράτορας", ένας ηλικιωμένος Ιταλός, εμφανίστηκε καβάλλα σ' ένα ποδήλατο. Άκουσε το αίτημα του Luigi και, παρ' όλο ότι δεν ήταν ώρα επισκέψεων, δέχθηκε με προθυμία να μας οδηγήσει στην κρύπτη. Την ώρα που απομακρυνόμασταν, ο Luigi φώναζε : "Σε μισή ώρα το φαρμακείο κλείνει. Ελάτε να πιούμε ένα καφέ στο σπίτι μου που είναι μέσα στο κάστρο". Τον ευχαριστήσαμε και του είπαμε ότι θα τον ξαναδούμε σε μια επόμενη επίσκεψή μας στο Castrignano ή στην Αθήνα, όταν έρθει για διακοπές ή για να επισκεφτεί τους Έλληνες φίλους του. Στο τέλος επέμενε να δωρήσει στην γυναίκα μου μια κρέμα προσώπου, δικής του κατασκευής, την οποία η καπετάνισσα θεώρησε εξαιρετική, χρησιμοποιώντας την από τότε ανελλιπώς, αλλά και με μεγάλη φειδώ!
Δεν θα περίμενε βεβαίως κανείς ότι μια κρύπτη, που θα σεβόταν το όνομά της, θα μπορούσε να βρίσκεται πάνω απ' το έδαφος. Έτσι κι' αυτή, που είναι αφιερωμένη στον Άγιο Ονούφριο και ήρθε στο φως το έτος 1965, περιλαμβάνει δύο υπόγειες αίθουσες, την οροφή των οποίων υποβαστάζουν δεκαοκτώ κολώνες. Δύο παράλληλες σκάλες οδηγούν στις αίθουσες αυτές. Ανάμεσα στις λιγοστές επιτοίχιες εικόνες, που με δυσκολία διακρίνονται, μπορεί ο επισκέπτης να θαυμάσει την εικόνα της Παναγίας, που κρατά στα χέρια της τον Ιησού Χριστό, την φιγούρα μιας γυναίκας και ενός ανώνυμου αγίου, έργο πιθανώς του 16ου ή 18ου αιώνα. Το 1965, κατά την διάρκεια των ανασκαφών, βρέθηκαν μέσα στην κρύπτη ανθρώπινα οστά.
Συνεχίζεται... http://www.ribandsea.com/main/index.php/travels/1167-salentina-grecia-kalos-irtate-meros-d