Πτήση - Σχόλια : Ιωσήφ Παπαδόπουλος.
Φωτογραφίες : Νίκος Κάγκουρας.
Πάει καιρός από τότε που κατάφερα να πουλήσω το τελευταίο φουσκωτό μου σκάφος, στερούμενος έτσι της ηδονής να βγαίνω τακτικά ραντεβού μαζί Της. Ας όψονται αυτοί που μας χρέωσαν με την κακοδιαχείριση και τις μίζες τους. Αυτοί που έκαναν τη βενζίνη... ελαιόλαδο και αλυσσόδεσαν τις γλύστρες. Αυτοί που έβαλαν τεκμήρια και φόρο πολυτελείας ακόμη και στις... σκάφες. Μου έμεινε μόνο το μικρό ιπτάμενο της Polaris για να ξεγελάω τον καϋμό μου και να πετάω πάνω απ' τα άσπρα μαλλιά Της, όποτε οι καθημερινές ανάγκες αφήνουν περίσσεμα για την αγορά ενός εικοσάλιτρου δοχείου αμόλυβδης...
"Πετάμε πάνω απ' το ναυάγιο να βγάλουμε φωτογραφίες"; με ρώτησε ο Ζακυνθινός φίλος. "Είναι και ο Καψάσκης που θέλει να του φωτογραφίσω το πλοίο", συμπλήρωσε. "Το θέλω αλλά και το φοβάμαι συγχρόνως", του απάντησα. "Με γεμίζει δέος αυτή η οροσειρά στη δυτική ραχοκοκκαλιά του νησιού που θα δημιουργεί σίγουρα καθοδικά και στροβιλισμούς καθώς ο αέρας κατρακυλάει στους γκρεμούς που χύνονται στη θάλασσα. Τι θα ήμασταν όμως χωρίς προκλήσεις; Θα πετάξουμε λοιπόν"! του απάντησα.
Και πετάξαμε, και τρομάξαμε, και κτυπηθήκαμε, και σκαρφάλωσε και πάλι η αδρεναλίνη σε ύψη θεόρατα καθώς αιωρούμασταν μέσα σε μια φουσκωτή βάρκα 600 μέτρα πάνω απ' το ναυάγιο, το πόρτο Βρώμη και τις Μυζήθρες! Γέμισε η ψυχή μας εικόνες αξέχαστες, καθώς πετούσαμε πάνω απ' τις σπηλιές της βορειοανατολικής ακτής, τα Ξύγκια, το Μαραθονήσι, το Πελούζο, τον Γέρακα, το πόρτο Ρόμα, την παραλία του Αγίου Νικολάου και τόσες άλλες όμορφες αγκαλιές της Ζακυνθινής γης και του απέραντου γαλάζιου.
Συμπλήρωσα 21 χρόνια πτήσεων μ' αυτές τις υπέροχες υπερελαφρές "σακαράκες" και έξι από τότε που επιβιβάστηκα στο πρώτο αμφίβιο φουσκωτό που αγόρασα στην Ιταλία και πέταξα παρέα με τον κατασκευαστή του στη λίμνη Trasimeno, πάνω από την γραφική Μεσαιωνική πόλη Castigliano del lago. Και κάθε φορά που πετάω από τότε έχω την εντύπωση πως είναι η πρώτη!
Τι να πρωτοθυμηθώ πάντως από την Κυριακάτικη εκείνη πτήση της 15ης Ιουλίου; Ο Κάγκουρας, υπακούοντας (για πρώτη φορά) στην παράκλησή μου, έφθασε νωρίς στο λιμανάκι του Αλικανά προκειμένου να συζητήσουμε, μαζί με τον πράκτορα του "Δημοσθένης Κ." Σπύρο Καψάσκη, με ποιο τρόπο θα γίνει η φωτογράφιση και η βιντεοσκόπηση. Έπρεπε επίσης να καταστρώσουμε το σχέδιο της πτήσης, να προβλέψουμε και να προσπαθήσουμε να βρούμε λύσεις στα προβλήματα που ενδεχομένως θα παρουσιάζονταν. Αν και γνώριζα πως η συνεννόηση χωρίς τα κράνη, κατά την διάρκεια της πτήσης, είναι αδύνατη, λόγω του θορύβου που εκπέμπει ο δίχρονος Rotax, αποφασίσαμε από κοινού να μη τα φορέσουμε γιατί η φωτογράφιση και η βιντεοσκόπηση μ' αυτά θα ήταν αδύνατη.
Έχοντας στο υποσυνείδητό μου την περιπέτεια της Μήλου, πήρα μια μεγάλη νάϋλον σακκούλα και την έδωσα στον Κάγκουρα λέγοντας: "Όποτε χρειαστεί να προσθαλασσωθούμε σε κυματώδη θάλασσα, θα βάζεις, καλού κακού, τις κάμερες μέσα στη σακκούλα και θα κλείνεις με το χέρι σου σφιχτά το άνοιγμά της". "Κατάλαβα", απάντησε ο Ζακυνθινός. Πώς να μην καταλάβει; Το είχε πληρώσει κι' αυτός ακριβά και το ήξερε πια καλά το μάθημα...
Το "Δημοσθένης" πέρασε έξω από το λιμανάκι του Αλικανά την προκαθορισμένη ώρα. Αποθαλασσωθήκαμε και το ακολουθήσαμε, καθώς είχε ήδη πάρει πορεία προς Ξύγκια και Άγιο Νικόλαο. Ο Σπύρος μας απαθανάτισε καθώς πετάξαμε για λίγο πάνω απ' το αλιευτικό καταφύγιο. Ο καιρός ήταν ιδανικός για πτήση. Πετάξαμε αρκετή ώρα πάνω απ' το πλοίο και τους έκπληκτους επιβάτες του, οι οποίοι μας χαιρετούσαν και μας φωτογράφιζαν ανηλεώς, διαπιστώνοντας πως το παραμύθι της γιαγιάς με τις ιπτάμενες βάρκες έπαιρνε σάρκα και οστά μπροστά στα μάτια τους!
Η διαφορά της ταχύτητάς μας, σε σχέση με το "Δημοσθένης", με ανάγκασε να προσθαλασσωθώ έξω από τα Ξύγκια και να το περιμένω. Πού καιρός άλλωστε για άσκοπες καταναλώσεις. "Γιατί βρωμάει έτσι εδώ ρε Νικόλα; Ρίχνουν τους βόθρους στη θάλασσα"; ρώτησα τον συνεπιβάτη μου, που έδινε μάχη με τις κάμερες και τα κροδόνια που είχε κρεμάσει στον λαιμό του. "Είναι το θειάφι που βγάζει η θάλασσα στην περιοχή αυτή", απάντησε εκείνος, δείχνοντάς μου τις φυσσαλίδες που σκαρφάλωναν στην επιφάνεια. Λίγο αργότερα, βλέποντας το κίτρινο χρώμα με το οποίο είχε βαφτεί η γάστρα αλλά και οι αεροθάλαμοι, κατάλαβα...
Αποθαλασσωθήκαμε, καθώς το πλοίο πλησίαζε στις γαλάζιες σπηλιές του βορειοανατολικού κάβου, με τον Νίκο πότε να βιντεοσκοπεί και πότε να φωτογραφίζει, τρυπώντας μου την πλάτη με την τεράστια Panasonic! Σίγουρα κάποιες βωμολοχίες έβγαιναν απ' τα χείλη του, αλλά η έλειψη κράνους και ενδοσυνεννόησης δεν τις άφησαν να φθάσουν ως τ' αυτιά μου. Τα είπε όλα μαζεμένα όταν προσθαλασσωθήκαμε στο Κερί. Η αποθαλάσσωση ήταν πάντως σχετικώς βίαιη, λόγω του πελαγίσιου "σουέλ" (βουβό κύμα). Ποια ήταν η συνέπεια; Στην παραλία του Κεριού διαπιστώσαμε ότι η πίσω αριστερή pvc χούφτα του Lomac, πάνω στην οποία στηρίζεται το ένα από τα τέσσερα ανοξείδωτα στηρίγματα του κινητήρα, είχε τινάξει τα πέταλα. Ευτυχώς το ανταλλακτικό έφθασε, την άλλη κι' όλας ημέρα, απ' την Αθήνα και έτσι η "ζημιά" αποκαταστάθηκε.
Μόλις καβατζάραμε τον κάβο Σκινάρι, ο Αίολος μας έπιασε απ' τα μούτρα! Ένα απότομο ανοδικό, και αμέσως μετά ένα καθοδικό ρεύμα, μου υπενθύμισε ότι πετούσαμε στα υπήνεμα των βουνών. "Πρέπει να πάρω ύψος", φώναξα όσο πιο δυνατά μπορούσα στον συνεπιβάτη μου, που δεν καταλάβαινε τίποτε και συνέχιζε να φωτογραφίζει και να βιντεοσκοπεί τα πάντα! Σκέφτηκα πως αν δεν πετούσαμε πάνω απ' τις βουνοκορφές, δεν θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε την πτήση μας με ασφάλεια.
Γρήγορα ο Rotax μας ανέβασε στα 500 μέτρα πάνω απ' τον υγρό γαλάζιο καθρέφτη. Κάτω έπλεαν ημερόπλοια, ταχύπλοα, βάρκες και ιστιοπλοϊκά. Η θάλασσα έπαιζε στα χρώματα του πράσινου και του λουλακί, με την θέα του κουφαριού του "Παναγιώτης", την λευκή παραλία και τους γκρεμούς να μην μπορούν να περιγραφούν με λόγια. "Σ' ευχαριστώ Θεέ μου που μ' αξίωσες να το δω αυτό", μονολόγησα κάποια στιγμή, έντονα επηρεασμένος από το απίστευτο θέαμα...
Καθώς το ιπτάμενο βαρκάκι αιωρείτο πάνω απ' τις ακτές της δυτικής ακτής, σε μια ονειρική πτήση, άρχισαν να περνούν μπροστά απ' τα μάτια μας και τις κάμερες του Νίκου το πόρτο Βρώμη, ο Λιμιώνας, οι Μυζήθρες και η Μαραθιά. Άρχισα να χάνω ύψος, καβατζάροντας τον φάρο του Κεριού, με τον Αίολο να αρχίζει και πάλι τα παιγνίδια του με το φτερό και τα... χέρια μου. Έπρεπε να προσθαλασσωθούμε στην παραλία του Κεριού για να πάρουμε καύσιμα και να περιμένουμε το "Δημοσθένης".
Οι λουόμενοι συγκεντρώθηκαν περίεργοι γύρω μας, φωτογραφίζοντας και ρωτώντας από τα πιο αυτονόητα μέχρι τα πιο γελοία πράγματα. Κάποιος, που με είδε με το πλαστικό δοχείο ανά χείρας, προσφέρθηκε να με πάει ως το πλησιέστερο βενζινάδικο με το σκουτεράκι του. Ο Νίκος έμεινε πίσω να προσέχει το σκαφάκι.
Δύο ώρες αργότερα ο καπετάνιος του "Δημοσθένης" μας τηλεφώνησε ότι σε λίγη ώρα το πλοίο θα έφθανε στις Μυζήθρες για την φωτογράφιση. Αποθαλασσωθήκαμε και πήρα ύψος. Η θάλασσα στον κάβο του Κεριού "έβραζε", υπακούοντας στις ριπές του μαίστρου που κατρακυλούσε απ' τις πλαγιές του Σκοπού. Αποφάσισα να μην προχωρήσω και έκανα ένα νεύμα στο Νίκο με μια κίνηση του χεριού. Η ασφάλειά μας μετρούσε περισσότερο από μερικές καλές φωτογραφίες του "Δημοσθένη" στις Μυζήθρες.
Έσπρωξα τη μπάρα δεξιά και πετάξαμε πάνω απ' τη μαγευτική "γλώσσα" του Μαραθονησιού. Είναι ξεχωριστή αυτή η Ζακυνθινή γωνιά του κόλπου του Λαγανά που επέλεξε η καρέτα καρέτα για να αφήνει τα αυγά της. Ακολούθησε το νησάκι Πελούζο και οι παραλίες του Γέρακα, του Πόρτο Ρώμα και του Αγίου Νικολάου.
Ο καιρός, εν τω μεταξύ, είχε αρχίσει να φρεσκάρει, παρά τις αντίθετες προβλέψεις της μετεωρολογικής. Στο ύψος του λιμανιού της Ζακύνθου τα πράγματα άρχισαν να σοβαρεύουν. Δεν αντιμετωπίζαμε σοβαρό πρόβλημα πετώντας πάνω απ' το αφρισμένο πέλαγος και σε απόσταση ασφαλείας απ' τον ορεινό όγκο του νησιού, το μυαλό μου όμως ήταν ήδη στην προσθαλάσσωσή μας στον κόλπο των Αλυκών...
Πετώντας πάνω απ' το αλιευτικό καταφύγιο της Ψαρού άρχισα να σκέφτομαι πως η προσθαλάσσωσή μας στον Αλυκανά θα ήταν σκέτη περιπέτεια. Και δεν έπεσα έξω. Ο κόλπος των Αλυκών είχε παραδοθεί στο λευκό των κυμάτων! Μπήκα στην τελική για την προσθαλάσσωση, αλλά εγκατέλειψα την πρώτη προσπάθεια γιατί με φόβισε το ύψος του κύματος. Έτσι, αποφάσισα να προσθαλασσωθώ με ούριο άνεμο και χαμηλή διέλευση με ταχύτητα ώστε να βγω στην αμμουδιά. Γνώριζα βεβαίως ότι αυτό απαγορεύεται απ' τον Κανονισμό, αλλά με εκείνες τις δύσκολες συνθήκες ο Κανονισμός πάει περίπατο. Αυτό που προέχει είναι η ασφάλεια του σκάφους και των επιβαινόντων. Λίγο πριν το Lomac όμως κάτσει στο νερό ανακάλεσα κι' αυτή την προσθαλάσσωση γιατί διαπίστωσα ότι η ταχύτητά μας ήταν τέτοια που κινδυνεύαμε να σταματήσουμε πάνω στις ομπρέλλες και τις ξαπλώστρες της παραλίας!
Έσπρωξα τη μπάρα με δύναμη και πήραμε ύψος πάνω απ' τις ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις του Αλυκανά. Το Lomac χόρευε σαν τρελό υπακούοντας, θέλοντας και μη, στις κινήσεις της μπάρας και του φτερού. Την τρίτη φορά αποφάσισα να προσθαλασσωθώ πάση θυσία. "Πατήσαμε" πράγματι στο νερό και ανέπνευσα με ανακούφιση. Τότε όμως άρχιζε η πιο δύσκολη φάση. Έπρεπε να γυρίσω την πλώρη του φουσκωτού προς την παραλία, φέρνοντας το κύμα στο πλάϊ. Η λαγουδέρα δεν έλεγε να υπακούσει στο σπρώξιμο του ποδοστηρίου με χαμηλές στροφές στον κινητήρα. Η ενδεχόμενη αύξηση της ταχύτητας όμως, σε συνδυασμό με τον ισχυρό πλάγιο άνεμο, θα δημιουργούσε απρόβλεπτες κινήσεις στο φτερό. Δεν είχα παρά να το ρισκάρω. Δεν γινόταν άλλωστε αλλοιώς.
Καταφέραμε, τελικώς, να αλλάξουμε κατεύθυνση 180 μοιρών αλλά λίγο έλειψε να ξαναδούμε το έργο της Μήλου. Η εμπειρία όμως μετρούσε ήδη υπέρ μας. Λίγο ο δικός μου χειρισμός, λίγο η μετακίνηση του Νίκου δεξιά-αριστερά, τρυπώσαμε τελικώς με ασφάλεια στο λιμανάκι του Αλυκανά. "Δεν ξέρω αν η Υ.Π.Α. θα σου δώσει το πτυχίο του εκπαιδευτή, εγώ όμως στο απονέμω σήμερα"! είπε χαμογελώντας ο Ζακυνθινός φίλος, βγάζοντας τις κάμερες από τη νάϋλον σακκούλα...