Γράφει ο Σωτήρης Καλαμίτσης.
Δύο ήταν οι ειδήσεις που μονοπώλησαν χθες τη δημοσιοκαφρία. Η καταδίκη του Γιάννου και της συζύγου του σε δεύτερο βαθμό για απόκρυψη περιουσιακών στοιχείων με τη δήλωση «πόθεν έσχες» και η πρωτοβουλία [;] του ΝΣΚ να υποβάλει αίτηση να κριθεί από την Ολομέλεια του Δικαστηρίου του Στρασβούργου η απόφαση του Τμήματος του αυτού δικαστηρίου που κατεδίκασε τη χώρα μας για την υπόθεση της Μανωλάδας [καταναγκαστική εργασία αλλοδαπών].
Το Εφετείο, λοιπόν, διετήρησε την πρωτόδικη ποινή τού ζεύγους Γιάννου [4 έτη φυλάκισης εξαγοράσιμα προς € 10/ημέρα και χρηματική ποινή € 10.000 έκαστος] για το αδίκημα της απόκρυψης € 1,3 εκ. Η απόκρυψη του ποσού αυτού παραπέμπει, προφανώς, σε άδηλη πηγή του. Τί κάνει νιάου-νιάου στα κεραμίδια. Και πόσο θα πληρώσει το ζεύγος για να ξεπλύνει αυτή τη μίζα; 4 έτη Χ 2 = 8 έτη Χ 12 μήνες = 96 μήνες Χ 30 ημέρες = 2880 Χ € 10 = € 28.800 προσαυξημένο κατά 110% = € 60.480 + [€ 10.000 Χ 2 =] € 20.000 = € 80.480. Και γαμώ τη νομιμοποίηση!
Ο νόμος προβλέπει ότι για την εξαγορά μίας ποινής το δικαστήριο ορίζει από € 5 έως € 100 την ημέρα λαμβάνοντας, μεταξύ άλλων, υπόψη και την οικονομική κατάσταση του καταδικασθέντος. Συνήθως τα δικαστήρια ορίζουν € 10/ημέρα. Κάτι σαν «ταρίφα». Σε ορισμένες περιπτώσεις και για λόγους επιείκειας ορίζουν € 5/ημέρα. Γιατί άραγε δεν όρισε το δικαστήριο την εξαγορά κάθε ημέρας προς € 100; Δεν είναι κοινοί απατεώνες το ζεύγος. Είναι δοχεία νυκτός τού κερατά που αγωνίζονταν για τον μιζιαλισμό μαζί με άλλα κα[ω]λόπαιδα. Αν, λοιπόν, το δικαστήριο όριζε € 100/ημέρα για την εξαγορά, θα έπρεπε τα παλληκάρια να πληρώσουν € 624.800, τα μισά, δηλαδή, από τα κλεμμένα. Γιατί δεν τόλμησε η Δικαιοσύνη; Ουδείς την έψεξε για τούτη την επιείκεια. Ούτε ο Πολάκης.
Απορώ, πάντως, πώς συνέβη και δεν απεφάνθη η Δικαιοσύνη ότι το ζεύγος δεν δήλωσε το € 1,3 από αφηρημάδα, όπως άλλοι, και κατεδικάσθη.
Η άλλη είδηση ήταν ότι το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, δηλαδή ο δικηγόρος του Δημοσίου, υπέβαλε αίτημα να κριθεί η υπόθεση της Μανωλάδας στην Ολομέλεια του Στρασβούργου. Εκ του νόμου το ΝΣΚ υπερασπίζεται το Δημόσιο και ενώπιον του δικαστηρίου του Στρασβούργου. Το αίτημα υπεβλήθη την ημέρα που εξέπνεε η σχετική 3μηνη προθεσμία. Προφανώς υπεβλήθη, επειδή ουδείς, και ορθώς, εκ των μελών τού ΝΣΚ ήθελε να αναλάβει την ευθύνη της μη υποβολής του αιτήματος. Αν δεν είχεν υποβληθεί το αίτημα, μη μου πείτε ότι ο υπουργός δεν θα ζητούσε τον λόγο που δεν υπεβλήθη το αίτημα!
Αντέδρασαν, λοιπόν, βουλευτές τού ΣΥΡΙΖΑ, επειδή είχεν υποβληθεί το αίτημα να ξανακριθεί η υπόθεση που επεδίκαζε € 500.000 υπέρ των αλλοδαπών και εις βάρος του Δημοσίου. Και τότε ο υπουργός έδωσε εντολή να αποσυρθεί το αίτημα, όπερ και εγένετο, επειδή, λέει, ήδη είχε ζητήσει από τον Άρειο Πάγο να ερευνηθεί πώς και συνέβη να αθωωθούν οι υπαίτιοι της Μανωλάδας. Τί έκανε μέχρι σήμερα ο Άρειος Πάγος δεν έχουμε μάθει. Θα μας πει η νέα προϊσταμένη του νομικού γραφείου του πρωθυπουργού; Κι’ αυτά τα € 500.000 ποιός θα τα πληρώσει τελικά; Οι εφέτες που εξέδωσαν την αθωωτική απόφαση και εξ αιτίας των οποίων η χώρα ξεφτιλίστηκε άλλη μία φορά διεθνώς; Όχι βέβαια. Εγώ και σεις θα πληρώσουμε. Αν το περιστατικό είχε λάβει χώρα επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, θα ανεδείκνυαν το θέμα οι βουλευτές του; Ή μήπως επί ΣΥΡΙΖΑ θα είχεν εκδοθεί καταδικαστική απόφαση, ώστε να μην εκνευρισθεί ο Πολάκης;
Πάντως, ουδείς βουλευτής οιουδήποτε κώματος διεμαρτυρήθη που το ΝΣΚ έκρινε [Γνμδ. 173/2017] ότι υπάλληλος της ΔΕΗ που καταδικάσθηκε για κατ' εξακολούθηση παθητική δωροδοκία και νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες μπορεί να λάβει κανονικά τη σύνταξή του από την Υπηρεσία του. Και τούτο, διότι ο ν. 4491/1966 [εξήντα έξη] προβλέπει τη στέρηση της σύνταξης υπαλλήλου της ΔΕΗ μόνον για υπεξαίρεση, απάτη, απιστία κ.λπ., αλλά όχι για παθητική δωροδοκία. Δεν φταίει, λοιπόν, το ΝΣΚ που γνωμοδότησε ούτω. Διότι αποτελεί κεκτημένο δικαίωμα του λαδιάρη υπαλλήλου της ΔΕΗ και να τα παίρνει και σύνταξη να παίρνει.
Είπαμε: πρώτα μας επεσκέφθη η ηθική έκπτωση και ακολούθησε η οικονομική κατάρρευση ως αυτόθροος συνέπεια του ηθικού ευτελισμού των πάντων.