Προσωπική μαρτυρία του ιατρού καρδιολόγου κ. Εμμ. Α. Χριστουλάκη.
Τον Ιανουάριο του 1944 προετοιμαζόμουνα στο Μαθηματικό Φροντιστήριο του μακαρίτη καθηγητή Λαμπρινόπουλου, στην Αθήνα, για να δώσω εισαγωγικές εξετάσεις στο Πολυτεχνείο.
Όπως κάθε μέρα, έτσι και στις 11 Ιανουαρίου 1944, πήρα το τρένο από το Μοναστηράκι για να κατέβω στον Πειραιά. Συνήθως περνούσα από την ΕΘΝΙΚΗ Τράπεζα όπου εργαζόταν η αδελφή μου η Άννα και μαζί «ποδαρόδρομο» πηγαίναμε στο σπίτι μας, στη Φανοστράτους 17, πιο πάνω από την Πηγάδα.
Ξεκινώντας, και πριν προλάβουμε να περάσουμε τον κήπο του Θεμιστοκλή (τον λέμε ακόμη Τινάνειο), ακούστηκε το ανατριχιαστικό ούρλιασμα των σειρήνων συναγερμού. Ο κόσμος ξαφνιασμένος και τρομαγμένος έτρεχε σαν κυνηγημένο αγρίμι, να βρει τόπο να κρυφτεί. Εγώ με την αδελφή μου ξαπλώσαμε και στριμωχθήκαμε πίσω από το χαμηλό περιτείχισμα του κήπου, όπως κι άλλες δεκάδες Έλληνες και Γερμανοί στρατιώτες. Από τη μεριά προς το λιμάνι μας προστάτευε το χαμηλό περιτείχισμα, από την εσωτερική είχαμε αναθέσει τις ελπίδες μας στον Άγιο Σπυρίδωνα.
Από μακριά ακουγότανε το άγριο βουητό των αεροπλάνων, που πλησιάζανε. Η μέρα χειμωνιάτικη, παγερή, ηλιόλουστη. Τα αεροπλάνα, δεκάδες (δεν ξέρω πόσα ) σε σχηματισμό, κύματα – κύματα, λαμποκοπούσαν στον ήλιο, κουβαλώντας μαζί τους το θάνατο, που σε λίγο θα σκόρπιζαν στον Πειραιά.
Όταν σηκωθήκαμε το θέαμα που αντικρίσαμε ήταν τραγικό! Κρατήρες από τις βόμβες, άνθρωποι, μέχρι από λίγο ζωντανοί και με όνειρα, κείτονταν διαμελισμένοι, μισοθαμμένοι ή άλλοι τραυματίες να βογγάνε και να παρακαλούνε για βοήθεια. Ποια βοήθεια; Μέσα στη μαύρη γερμανική κατοχή, ποιος και πώς μπορούσε να βοηθήσει; Γερμανοί στρατιώτες ψάχνανε να βρουν τυχόν δικούς των.
Αντικρύσαμε την Αγία Τριάδα γκρεμισμένη, το μέγαρο Ζερβού μέχρι τον πρώτο όροφο εξαφανισμένο, απέναντι το «Κοντινεντάλ» ισοπεδωμένο. Αυτά είναι όσα μπορούσα εγώ να δω από τη θέση που ήμουν. Την επόμενη μέρα μάθαμε για τις μεγάλες καταστροφές και τις χιλιάδες θύματα αθώων αμάχων που προκάλεσαν με τον βομβαρδισμό οι «σύμμαχοί» μας.
Από τον Προφήτη Ηλία, όπου υπήρχε συστοιχία γερμανικών αντιαεροπορικών πυροβόλων, ακουγόντουσαν οι βολές των και στον ουρανό σχηματιζόντουσαν μικρά άσπρα συννεφάκια από την έκρηξη των οβίδων τους. Η Άννα είχε βάλει τα κλάματα. Δέσαμε τα μαντήλια μας μπροστά στη μύτη μας για να μην αναπνέουμε τη σκόνη που μας έπνιγε και μας προκαλούσε ακατάσχετο βήχα. Κάποια στιγμή, δεν θυμάμαι μετά από πόση ώρα, σήμανε λήξη συναγερμού.
Την μεθεπόμενη ημέρα εγώ έπρεπε να πάω στο Φροντιστήριο! Τα δίδακτρα δεν έπρεπε να πάνε χαμένα! Επειδή ο σταθμός της ΕΗΣ στον Πειραιά δεν λειτουργούσε, λόγω καταστροφών, πήγα με τα πόδια (δεν υπήρχε άλλος τρόπος) μέχρι τον σταθμό της ΕΗΣ στο Ν. Φάληρο κι από κει με τον ηλεκτρικό στο Μοναστηράκι και στη συνέχεια στο Φροντιστήριο.
Εκεί με περίμενε μία έκπληξη! Οι συμμαθητές μου με υποδέχτηκαν με ιδιαίτερα αισθήματα συμπάθειας και χαράς μια και είχα σωθεί. Όμως ο καθηγητής της Φυσικής, μακαρίτης Σταυρίδης, μου ζήτησε να του περιγράψω ποιοι κατά τη γνώμη μου ήτανε οι λόγοι της αστοχίας του βομβαρδισμού, που ήδη είχε γίνει γνωστό, με αποτέλεσμα τις χιλιάδες αθώα θύματα. Έπρεπε να δώσω ερμηνεία βάσει, όχι μόνο της λογικής αλλά και των φυσικών νόμων, που ίσχυαν σ' αυτή την περίπτωση. Ένα δύσκολο τόλμημα!
Σηκώθηκα και πήγα στον πίνακα, γιατί θα ανέλυα τη σκέψη μου με σχήματα και εξισώσεις. Συνοπτικά αναφέρω εδώ το τι είπα και τι έγραψα. (Αξίζει να σημειώσω, ότι στην κατοχή άκουγα ειδήσεις, στο σπίτι του μάστρο-Θόδωρου Καταλάνου, Α΄ μηχανικού του Εμπορικού Ναυτικού, από την Κάσο, με του οποίου τον γιο, τον Γιώργο, είμαστε συμμαθητές στο Β΄ Γυμνάσιο, του σταθμού του Λονδίνου, από ένα ραδιόφωνο, που είχαν «ασφράγιστο».
Ακούσαμε, λοιπόν, εκείνο το βράδυ του βομβαρδισμού, ότι τεράστια αμερικάνικα τετρακινητήρια βομβαρδιστικά Β17, επονομαζόμενα «ιπτάμενα φρούρια», πετώντας σε ύψος 3000 μέτρα και με ταχύτητα 220 χλμ. την ώρα, έρριξαν τόνους βομβών καταστρέφοντας τις λιμενικές γερμανικές εγκαταστάσεις στον Πειραιά! Για το «φονικό των αμάχων δεν έγινε κουβέντα». Ήταν εξοργιστικές οι ειδήσεις. Μετά από λίγες ώρες, το βράδυ, αγγλικά αεροπλάνα βομβάρδισαν τον Πειραιά, ολοκληρώνοντας την καταστροφή της πόλης κι αυξάνοντας τον αριθμό των αθώων θυμάτων).
Έχοντας, λοιπόν, στο μυαλό μου την εικόνα των αεροπλάνων, που έβλεπα να προσεγγίζουν τον Πειραιά την ώρα του βομβαρδισμού, από νοτιοδυτικά προς βορειοανατολικά, ακριβώς, όπως διατρέχει ο νοητός άξονας του λιμένος και τις πληροφορίες για τα αεροπλάνα, που άκουσα από το Λονδίνο, «δόμησα» τη σκέψη μου για να εξηγήσω, τι κατά τη γνώμη μου συνέβη.
Μια βόμβα, όταν αφήνεται από ένα αεροπλάνο, που πετά στα 3.000 μέτρα, χρειάζεται 25 δευτερόλεπτα να φθάσει στο έδαφος. Επειδή όμως έχει και την ταχύτητα του αεροπλάνου, με το οποίο ήταν τμήμα του, μέχρι τη στιγμή που αφέθηκε, θα κινηθεί στα 25 δευτερόλεπτα με την ίδια ταχύτητα των 220 χλμ. την ώρα στην ίδια κατεύθυνση με το αεροπλάνο, κατά 1500 μέτρα, περίπου, από το σημείο που αφέθηκε. Επομένως η βόμβα θα πέσει μακριά από τον στόχο της. Έπρεπε, αν ετηρούντο τα στοιχειώδη που ορίζει ο «νόμος» περί ελεύθερης πτώσης» σωμάτων, όλες οι βόμβες να πέφτανε στο λιμάνι και στις εγκαταστάσεις του. Θεωρητικά τουλάχιστον! Για την καλύτερη κατανόηση του τι συμβαίνει, όταν ένα αεροπλάνο ρίχνει μια βόμβα, παραθέτω ένα απλουστευμένο σχέδιο. (φωτο 1).
Το αεροπλάνο βρίσκεται στο σημείο Α, ρίχνει τη βόμβα, που όμως δεν θα πέσει στο σημείο Γ αλλά, λόγω της κεκτημένης ταχύτητας, ακολουθεί την πορεία του αεροπλάνου και πέφτει στο σημείο Δ, όπου και εκρήγνυται. Δηλαδή η βόμβα έπεσε σ΄ ένα σημείο μακριά από εκεί που ρίχτηκε, και που καθορίζεται από το ύψος που βρισκότανε το αεροπλάνο και την ταχύτητά του. Στην περίπτωσή μας έπρεπε να ριχτούν οι βόμβες 1500 μέτρα πριν από το λιμάνι, δηλαδή ανοιχτά στοn Σαρωνικό, για να πέσουνε «μπουκέτο μέσα στο λιμάνι και τις εγκαταστάσεις του. Τι έφταιξε, λοιπόν, που πλήρωσαν με τη ζωή τους 5.000 χιλιάδες Πειραιώτες;
Ο βομβαρδισμός της κατοικημένης περιοχής του Πειραιά, κατά τηn γνώμη μου οφείλεται σε δύο αιτίες: 1. Ή βομβαρδίστηκε συνειδητά ή 2. λόγω αδιαφορίας ή άγνοιας βασικών κανόνων. Στην πρώτη περίπτωση έχουμε ένα ειδεχθές έγκλημα, εκ προθέσεως, και στη δεύτερη ένα έγκλημα εκ βαρείας αμέλειας. Και τα δύο επισύρουν αυστηρές ποινές. Όμως κανείς μέχρι σήμερα, ούτε κυβερνήσεις, ούτε Δημοτικές Aρχές του Πειραιά, ούτε η Εκκλησία, ούτε η Ομογένεια ενδιαφέρθηκαν να κινήσουν μια σχετική διαδικασία. Αρκούμεθα σε μια επιμνημόσυνη τελετή και... πάπαλα
Οι δράστες, ως συνήθως, προσπάθησαν με παιδαριώδη επιχειρήματα να δικαιολογήσουν την απεχθή πράξη τους. Δεν ζήτησαν ,ούτε ένα... "sorry" (συγγνώμη).
Εδώ αρχίζει η μεγάλη παραπληροφόρηση και παραπλάνηση με ψευδή στοιχεία από τους υπαίτιους της καταστροφής, τους Αμερικάνους. Ήτανε, λέει, κακές οι καιρικές και παγετός, που παρεμπόδιζαν την καλή ορατότητα, συγκρουστήκανε, λέει, μεταξύ των κάποια αεροπλάνα και ξεστράτισαν οι βόμβες! Κι άλλα τέτοια για... αμερικανάκια!
Αυτά είπα, και ενώ περίμενα την κριτική του Φυσικού, δεν είχα όμως αντιληφθεί, ότι είχε μπει αθόρυβα στην αίθουσα ο διευθυντής, μαθηματικός Λαμπρινόπουλος, ο οποίος με κατακεραύνωσε και προκάλεσε σιγή τάφου στην τάξη, λέγοντάς μου: «Χριστουλάκη, μ΄ αυτή την απλοϊκή λύση που περιέγραψες, αντί να χρησιμοποιήσεις «ολοκλήρωμα» ή «διαφορικό λογισμό», δλδ. ανώτερα μαθηματικά, που σας διδάσκουμε εδώ, δεν βλέπω να μπαίνεις στο Πολυτεχνείο!
Κάθισα στο θρανίο μου με το κεφάλι σκυφτό και απογοητευμένος! Έτσι με κέρδισε... η Ιατρική!
Σήμερα (2016), μετά από 72 χρόνια, όσοι ακόμη ζούμε, που υπήρξαμε αυτόπτες και αυτήκοοι μάρτυρες εκείνης της τραγικής συμφοράς, αναρωτιόμαστε, πώς αυτό το έγκλημα μένει ακόμη ατιμώρητο.