Αδέρφια, καλή χρονιά! Ψευδαισθήσεις δεν έχουμε, οι αυταπάτες δεν μας αρέσουν, αλλά δεν μπορούμε να μην διατυπώσουμε την αισιοδοξία μας για το αύριο, αφού αυτό ακόμα... δεν έχει έρθει! Όλα λοιπόν είναι ανοιχτά, το δυναμικό του λαού και του τόπου μας είναι τεράστιο και παρά τις τραγικές σήμερα συνθήκες, εγχώριες και διεθνείς, πιστεύουμε ότι μπορούμε να τα καταφέρουμε. Είναι κι' αυτή η αστείρευτη ομορφιά της Ελλάδας (βλ. την Παναγιά Κρημνιώτισσα της Σαμοθράκης) που δεν σ' αφήνει "να σε πάρει από κάτω"... Λες, ο Θεός είναι δίπλα μας, δεν μπορεί!
Θυμάται και αποκαλύπτει ο Ιωσήφ Παπαδόπουλος.
Ηχούν ακόμη στ' αυτιά μου τα λόγια της τότε εργοδότριάς μου, και άρτι εκλεγείσας βουλευτού, όταν της ζήτησα να δημοσιεύσει στο "Νέμεσις" μια "επιταγή γνώμης" : "Θέλεις να δημοσιευτεί η επιστολή σου εν θερμώ;", με ρώτησε. Και συνέχισε: "Αν επιμείνεις, εγώ θα την δημοσιεύσω. Έχω πολύ μεγαλύτερη γενναιότητα από όσο φαντάζεσαι. Δώσε μου όμως λίγο χρόνο να δεις ότι δεν μπήκα στην πολιτική γιατί έχω κάτι να κερδίσω. Να χάσω έχω μόνο. Δεν θέλω να σου ζητήσω τίποτε παραπάνω από το να μου δώσεις μια ευκαιρία!”. Αν και ένοιωθα να πυρπολούμαι τότε, από την συμπεριφορά τής εργοδότριάς μου και βουλευτού του Κ.Κ.Ε., της έδωσα την πίστωση χρόνου που μου ζήτησε, και με το παραπάνω. Εκείνη ήθελε να της δώσω, ενδεχομένως, πίστωση ενός, άντε δύο ετών. Της έδωσα πίστωση δεκατεσσάρων. Έτσι, για να μην πει ότι δεν είμαι "large"...
Θυμάται και περιγράφει ο Ιωσήφ Παπαδόπουλος.
Ο Ανδρέας Φουράκης είναι ένας από τους πολύ καλούς μου φίλους. Ένας φίλος που δεν βλέπω, όμως, και δεν ακούω συχνά. Αναπνέουμε, εν τούτοις, και σκεφτόμαστε στο ίδιο μήκος κύματος. Λίγο πολύ την ίδια τρέλα έχουμε, άλλωστε, την ίδια "ερωμένη"...
Ο Ανδρέας διατηρούσε μια επιχείρηση, με ναυτιλιακά είδη και βάρκες, στα Χανιά. Την άφησε, εδώ και κάτι χρόνια, στον γιο του Παύλο. Εργάστηκε, όμως, και σαν καθηγητής σωματικής αγωγής σε Γυμνάσιο των Χανίων και τώρα, συνταξιούχος πια, ζει αποτραβηγμένος, λίγο έξω απ' τον Πλατανιά, σε μια παλιά αγροικία, δίπλα στην εκβολή ενός ποταμού, παρέα με καλάμια, βατράχια και πάπιες.
Γράφει, ελαφρώς "αρπαγμένος", ο Ιωσήφ Παπαδόπουλος.
Θα περίμενε κανείς, λογικά σκεπτόμενος, ότι οι ταγοί μας θα επιστράτευαν τις, ελάχιστες έστω, γνώσεις τους, για να συγκεντρώσουν χρήματα, να κλείσουν την ψαλίδα του ελλείμματος, να κάνουν την οικονομία να ξεκινήσει και να ανακάμψει, χωρίς να εξαθλιωθεί όμως ο λαός. Προεκλογικές υποσχέσεις, άλλωστε, του Αντώνη, οι οποίες είναι ακόμη νωπές στη μνήμη και των πιο κολλημένων οπαδών του.
Φόρτωσαν λοιπόν οι ηλίθιοι τα αυτοκίνητα με υπέρογκα τέλη κυκλοφορίας και τεκμήρια. Βούλιαξαν τα προϊόντα του μόνου υγιούς κατασκευαστικού τομέα, αυτού που διακρίθηκε παγκοσμίως με τη ναυπήγηση φουσκωτών και άλλων πολυεστερικών σκαφών, με τεκμήρια και φόρο πολυτελείας. Εξίσωσαν την τιμή του πετρελαίου θέρμανσης με αυτήν του πετρελαίου κίνησης. Ανέβασαν τον Φ.Π.Α., τα διόδια και τους έμμεσους φόρους. Έβαλαν χαράτσι στα ακίνητα. Φορολόγησαν την γονιμότητα των ζευγαριών! Αδιαφορούν για τις τιμές των βασικών ειδών διατροφής που τραβάνε, συνεχώς και ανεξέλεγκτα, την ανηφόρα. Πετσόκοψαν τις συντάξεις και τους μισθούς και, σαν να μην έφταναν όλα αυτά, μελετούν τώρα σε ποιο ποσοστό θα αυξηθεί και το τιμολόγιο της ΔΕΗ!
Συνέχεια του άρθρου του Ιωσήφ Παπαδόπουλου με τίτλο: "Η νεροποντή και η στρουθοκάμηλος" http://www.ribandsea.com/articles/819-2012-12-01-09-44-46.html
Δεν έχει περάσει παρά ένας μόνο μήνας, από τότε που αναφέρθηκα στις καταστροφές που έχουν κατά καιρούς προκαλέσει στην Κάσο οι ξαφνικές νεροποντές, και ήρθε σήμερα στο φως η μελέτη ενός καταξιωμένου μηχανολόγου - ηλεκτρολόγου - μηχανικού του Εθνικού Μετσόβειου Πολυτεχνείου, του αείμνηστου Γιάννη Οράτη, για να δικαιώσει όσα έγραψα στο άρθρο μου εκείνο. Απλώς, ο Γιάννης Οράτης τεκμηρίωνε τότε, με τον δικό του επιστημονικό τρόπο και τις γνώσεις, αυτά που εμπειρικά και με την κοινή λογική υποστήριξα προσφάτως εγώ. Σημειωτέον ότι αγνοούσα εκείνη την εμπεριστατωμένη μελέτη του. Ο Γιάννης Οράτης δεν κινδυνεύει βεβαίως να χαρακτηριστεί "κακός", όπως εγώ, γιατί κατοικεί πια στη γειτονιά των αγγέλων...
Θυμάται και περιγράφει ο Ιωσήφ Παπαδόπουλος.
Στη μνήμη του φίλου μου Μάκη Παυλάτου που έλυσε κάβους νωρίς...
Με τον Μάκη δεν κάναμε καθημερινή παρέα, αλλά, όποτε κανονίζαμε να συναντηθούμε, "δέναμε" όπως ο τέντζερης με το καπάκι, που λένε. "Πάμε εκεί ρε συ;", του πρότεινα εγώ. "Και δεν πάμε; Το μυαλό θα μας σταματήσει;", απαντούσε εκείνος, χωρίς να το βασανίσει και πολύ. Έτσι έγινε και εκείνο τον Μάη του '95. Δεν είχαμε τρόϊκα τότε. Είχαμε όμως δουλειά και καταφέρναμε να γεμίζουμε το ρεζερβουάρ του φουσκωτού. Μπήκα λοιπόν χωρίς περιστροφές στο ψητό και του είπα : "Άκουσα ότι πήγε ένας παλαβός στη Ρω, Κλήμη Ναυρίδη νομίζω τον λένε, και αντικατέστησε την Κυρά. Ήταν φυσιοθεραπευτής στον Απόλλωνα Αθηνών, χώρισε από την γυναίκα του και αποφάσισε να γίνει ερημίτης στη Ρω, να σηκώνει τη σημαία, όπως η Κυρα Δέσποινα. Του έδωσε μάλιστα η Olympic, όπως έμαθα, ένα 5,25 για να σπάει τη μονοτονία του ψαρεύοντας και πηγαίνοντας μέχρι το Καστελλόριζο. Τι λες, πάμε να τον δούμε;". "Φύγαμε", απάντησε ο αείμνηστος φίλος μου και αρχίσαμε αμέσως τις ετοιμασίες προτού το μετανοιώσουμε.
Γράφει ο Μπάμπης Κωνσταντάτος.
Κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη…
«Μια φορά κι' έναν καιρό ζούσε σε ένα μικρό παραλιακό χωριό ένας καλός γιατρός που, όταν δεν είχε να γιατρέψει κάποιον, κοίταζε το πέλαγος και ονειρευόταν ένα μακρινό ταξίδι με τη μικρή φουσκωτή του βάρκα…».
Θα μπορούσε να αρχίζει κάπως έτσι το εγχείρημα του Γάλλου γιατρού Αλέν Μπομπάρντ, που μοιάζει σαν παραμύθι: Η διάσχιση του Ατλαντικού το 1952 με τον «Αιρετικό», χωρίς καμία μηχανική υποστήριξη και χωρίς καμία προμήθεια.
Αγαπητέ κύριε Διευθυντά,
Σχεδόν σε όλους τους λαούς και τις κουλτούρες τους, η προφορικά (ή γραπτά) διατυπωμένη ευχή, είναι ουσιαστικά, μια ενεργή προσπάθεια να επικοινωνήσει ο ευχέτης διανοητικά και ψυχικά με άλλα έλλογα όντα, μέλη ενός πανθέου υπάρξεων, μέσω εκφράσεων σκέψεων και συναισθημάτων, σχετικά με επιθυμίες και ελπίδες, για ό,τι δηλαδή ελπίζει να συμβεί στο μέλλον.
Στην Ελλάδα, η λέξη εύχομαι (προς), πρωτοαπαντάται σε κείμενο του Αισχύλου, ενώ η ίδια λέξη ως τεχνικός όρος πια, προσ/ευχή, εμφανίζεται σε κείμενο της Αγίας Γραφής και ειδικότερα στην Παλαιά Διαθήκη, ειδικευόμενη Θεολογικά, αργότερα, στην Καινή.
Ένα επίκαιρο χρονογράφημα του Βασίλη Παπαδόπουλου αντί ευχών.
« …Κι' αν ο ύπνος συμμαχεί με την κούραση για να καταβάλει το κορμί, το μυαλό δεν αποκάμει. Αυτόβουλα, θαρρείς, κι' έξω απ' τα όνειρα, αγρυπνά, αντιστέκεται, συστρέφεται ανήσυχο, με έγνοιες βασανιστικές, που κυκλοφορούν στο αίμα, που κατοικούν τους νευρώνες, χωρίς ελπίδα ν' αποβληθούν… Έτσι ξύπνησα πάλι μεσα στη νύχτα…
Σ' ένα γύρισμα πλευρού, μισάνοιξαν τα μάτια, κι' αυτό ήταν. Προσπάθησα μάταια να επιστρέψω στον ύπνο και σηκώθηκα. Το σκοτάδι μοιάζει άγνωστο όσο ποτέ. Αφήνω το δωμάτιο, ακροπατώντας, για να μην ανησυχήσω τον ύπνο της γυναίκας μου, που σήμερα φαίνεται βαθύς, αν και ξεφυσά μικρούς αναστεναγμούς. Το σπίτι κρύο κι' ήσυχο. Άλλοι δεν έχουν σπίτι, σκέφτηκα, κι' αισθάνθηκα άμεσα μια αδύναμη θερμότητα να με τυλίγει. Τα παιδιά κοιμούνται βαθιά. Ακόμη και στην ώρα τους δύσκολα ξυπνούν. Ο χώρος τους μυρίζει αγόρι, ύπνο και ξεγνοιασιά!